Prefab Sprout: “Steve McQueen”

23/09/2017

Κατηγορία: Art Rock

3504

Ο δίσκος ορόσημο για τη sophisto – pop με τον χαρακτηριστικό (αν και ανεξήγητο) τίτλο “Steve McQueen” («Two Wheels Good» για τις ΗΠΑ, μετά από απειλές των κληρονόμων του ηθοποιού για άσκηση δικαστικά των δικαιωμάτων τους από τη χρήση του ονόματος) κυκλοφόρησε το 1985.

 

Είναι η δεύτερη (και καλύτερη) δουλειά των αντισυμβατικών Prefab Sprout, μιας μπάντας με βασικά μέλη δύο αδέλφια (τον Paddy και Martin Mc Aloon), τη Wendy Smith στα κήμπορντς (και στα backing vocals) και τον Neil Conti στα ντραμς. Το ντεπούτο τους είχε γίνει εκεί το 1984, με το “Swoon”, ως αποτέλεσμα των φοιτητικών τους αναζητήσεων στη Γλασκόβη.
Μια και μόνο ακρόαση αρκεί για να διαψεύσει τη διάσπαρτη φήμη ότι τα ‘80’s δεν έχουν να επιδείξουν κάτι ιδιαίτερο στη μουσική. Ίσως γιατί η (πικρή) αλήθεια είναι ότι δεν έχει καμία σχέση με τα γνωστά eighties ακούσματα. Ο Paddy McAloon σαν ένας άλλος Colin Poter (μπορεί και Sinatra) παντρεύει με τον πλέον στυλιστικό τρόπο την ποπ με την τζαζ, ξεβράζοντας στις συνθέσεις μια πληθώρα επιρροών από τον Quincy Jones και τον Paul McCartney έως τον Prince και ωθώντας μεγαλόπρεπα την παρεξηγημένη (κατά τα άλλα) ποπ σε ένα άλλο επίπεδο. Και καταφέρνει να παρουσιάσει ένα διαχρονικό μουσικό έργο, από τα καλύτερα δείγματα της βρετανικής ποπ σκηνής, που θα μπορούσε να σταθεί οποτεδήποτε και να ερμηνευτεί από τους εκάστοτε τροβαδούρους της εποχής.                                                                    
Η «πυκνή», «οργιώδης» παραγωγή που διαπερνά σαρωτικά όλο τον δίσκο οφείλεται στον Thomas Dolby, του οποίου η καριέρα στην electro pop απoθεώθηκε λίγο μετά και επηρεάστηκε σε μεγάλο βαθμό από τη δουλειά αυτή.
Στιχουργικά ο ρομαντισμός είναι στο επίκεντρο. Όπως αποδίδεται με όσο χιούμορ και ειρωνεία μπορούμε να φανταστούμε, μεταβαίνει στο ονειρικό, αποκτώντας μια τρόπο τινά εξωπραγματική διάσταση, θεατρική αλλά ρεαλιστική συνάμα. Για παράδειγμα οι στίχοι “I’m turkey hungry, I'm chicken free and I can't breakdance on your knee' από το ''Movin' The River'' ή “Sweet talk like candy rots teeth” από το "Hallelujah". Αλλά και στο μελοδραματικό “When Love Breaks Down” ο «ποιητής» μας τα λέει καθαρά, ξάστερα: “The lies we tell / They only serve to fool ourselves / When love breaks down / The things you do / To stop the truth from hurtin’ you”.
Σε έναν κάθε άλλο παρά απολογητικό τόνο το κάθε κομμάτι ξεχωριστά ακούγεται με έναν τρόπο μη προβλέψιμο. Και καθιστά μοιραία τον δίσκο από μια wannabe εμπορική επιτυχία με το κατάλληλο σπρώξιμο από τον διαφημιστή της εποχής (βλ. MTV), σε ένα έργο που απλά τα καταφέρνει μόλις μέχρι το βρετανικό Top 30 (στη θέση 21) και ουσιαστικά μένει στην αφάνεια, μία προσφορά μόνο για τους «λίγους», τους πιο ψαγμένους που έχουν τη διάθεση να δεχτούν τους νεωτερισμούς του. Ίσως τελικά η εξυπνάδα να περισσεύει σε αυτό τον δίσκο, η μεταγενέστερη παραδοχή της που έφερε ετεροχρονισμένα την αναγνώριση και προβολή να ήταν ευχή και κατάρα μαζί.


Πρώτο κομμάτι το “Bonny, ένας ποιητικός θρήνος για τη χαμένη αγάπη, για την απώλεια του αγαπημένου προσώπου. Και τα υπόλοιπα τρακς έρχονται στη συνέχεια μόνο για να κρατήσουν τη μουσική εγρήγορση αμείωτη. Το 10CC επιρροών, κλασικότατο When love breaks down(με μετέπειτα διασκευές από Zombies και Lisa Stansfield), το αισθαντικό, «βελούδινο» Appetite”, το γήινο Goodbye Lucille”, το παράξενο “Movinthe River, το country Faron Young, το μάμπο HorsinAround, το χολιγουντιανού μιούζικαλ When The Angels, όλα τους ευχάριστες εκπλήξεις, συνθέτουν ένα μείγμα από παράξενες ποπ μελωδίες, που δένουν σε ένα σάουντρακ ταινίας περιπετειωδώς ερωτικής, καθόλα ατμοσφαιρικής και αρκούντως αντισυμβατικής.


Τελικά το Steve Mc Queen είναι ένα σεντούκι γεμάτο μουσικές αντίκες, εκλεπτυσμένες και φίνες, μέρος ενός ποπ θησαυρού, ανεξίτηλου που θα βρίσκεται πάντα διαθέσιμος για εκείνους τους ρομαντικούς που είχαν την τύχη να τον βιώσουν και να τον ανακαλύπτουν ξανά και ξανά, όταν κατακλύζονται από μουσικές «χοντράδες», ξανά και ξανά.
 
Μαρία Γεωργιάδου