The Mission: "Another Fall from Grace"

22/12/2016

Κατηγορία: Κριτικές

4497

Μετά από απουσία τριών ετών,πριν λίγους μήνες οι Mission κυκλοφόρησαν το νέο studio άλμπουμ τους, “Another fall from grace”, με το οποίο γιορτάζουν τη συμπλήρωση 30 συναπτών ετών παρουσίας τους στη δισκογραφία.

 

Η ιστορία των Mission (ή σύμφωνα με την αμερικανική εκδοχή The Mission UK για να ξεχωρίζουν από ίδιας επωνυμίας R&B μπάντα από τη Φιλαδέλφεια) ξεκίνησε πριν από 31 χρόνια.
Αρχή όλων οι Sisters of Mercy, το θρυλικό goth συγκρότημα που κατά τα ΄80’s υποστήριξε με τον καλύτερο δυνατό τρόπο το μουσικό είδος που εκπροσωπούσε. Περί τα τέλη του 1985, διαφωνίες καλλιτεχνικής φύσης με τον «εγκέφαλο» των Sisters of Mercy, κύριο τραγουδιστή και στιχουργό Andrew Eldritch, οδήγησε τα δύο άλλα βασικά μέλη του γκρουπ, Wayne Hussey (συνδημιουργό μαζί με τον Eldritch, frontman και κιθαρίστα) και Craig Adams (μπασίστα) στην απόφαση να αποχωρήσουν. Ας σημειώσουμε εδώ ότι οι Hussey και Eldritch ήταν το δημιουργικό δίδυμο στους Sisters of Mercy η δράση των οποίων στη μουσική σκηνή στα ΄80’s λέγεται ότι ήταν αντίστοιχη με των Lennon και McCartney στα ΄60’s και των Simon και Garfunkel στα ΄70s (!).
Οι Hussey και Adams έχοντας αποκομίσει την όποια εμπειρία προσδοκούσαν, αποφάσισαν να προχωρήσουν στη δημιουργία ενός νέου σχήματος με goth rock χαρακτήρα και πάλι, που έμελε να γίνει ένα από τα επιδραστικότερα των τελευταίων τριών δεκαετιών. Έτσι κάπως προέκυψαν οι Mission, το 1986 στο Leeds της Αγγλίας έχοντας αρχικά την ονομασία The Sisterhood, η οποία όμως σύντομα εγκαταλείφθηκε μετά από αντιδράσεις από την πλευρά του Eldritch. Επιπλέον εξασφαλίσθηκε η συμμετοχή των Simon Hinkler (κιθαρίστα στους Artery και Pulp) και Mick Brown (ντράμερ στους Red Lorry Yellow Lorry), μία σύνθεση όμως που - με εξαίρεση τη σταθερή παρουσία του Hussey – δεν παρέμεινε η ίδια στα χρόνια που ακολούθησαν.

Δύο πολύ πετυχημένα singles που έφτασαν στη θέση Νο 1 στα UK alternative charts και ένα support  σε περιοδεία των Cult ήταν αρκετά για να τραβήξουν την προσοχή της τότε Phonogram (ήδη Universal) προσφέροντας στους Mission επταετές συμβόλαιο. Το συγκρότημα άδραξε την ευκαιρία και υπέγραψε μαζί της τον Ιούλιο του 1986.
Η ορμή, ο ενθουσιασμός και οι φρέσκιες ιδέες της νέας μπάντας αποτυπώθηκαν εύγλωττα στο ντεμπούτο άλμπουμ τους που κυκλοφόρησε τον Νοέμβριο του 1986, με τον τίτλο “God’s Own Medicine”. Η ηχογράφησή του ολοκληρώθηκε μέσα σε μόλις έξι εβδομάδες με παραγωγό τον Tim Palmer, γνωστό του Hussey από την εποχή των Dead or Alive. Η δουλειά αυτή αντικατοπτρίζει την ικανότητα του Hussey να εμπλουτίσει το goth rock όπως διαμορφώθηκε από τους Sisters of Mercy, με στοιχεία της κλασικής ροκ και αντανακλάσεις από τον κόσμο του φαντασιακού πετυχαίνοντας ένα ενδιαφέρον είδος, που εξασφάλιζε τη μεγαλύτερη αποδοχή του κοινού. Με το “God’s Own Medicine” σηματοδοτήθηκε ουσιαστικά η έλευση της goth rock στα UK charts με επικεφαλής του ρεύματος τους Mission, οι οποίοι έθεσαν τις προϋποθέσεις εκείνες που τους οδήγησαν στις μελλοντικές μεγάλες επιτυχίες τους, καταφέρνοντας εν τέλει να αναδειχθούν στο γνωστό πλέον εμβληματικό συγκρότημα της goth rock σκηνής.
Η μετέπειτα εξέλιξη της μπάντας δημιουργική, αλλά και ολίγον τι θυελλώδης. Η παραγωγή των άλμπουμ σε συχνό ρυθμό (βλ. Children, Carved in Sand, Grains of Sand, Masque, Neverland, Blue, Aura, God is a Bullet, The Brightest Light), τα live που είχαν να επιδείξουν ιδιαίτερα αξιόλογα, δεν έλειψε όμως και μία διάλυση το 1996 για το αναγκαίο «φρεσκάρισμα» μυαλών και ιδεών και τον επαναπροσδιορισμό στόχων, με την  επανένωσή τους το 1999. Έχοντας πάντως οι δίσκοι τους ξεπεράσει σε πωλήσεις τα 4 εκατομμύρια αντίτυπα και με την ευκαιρία της επετείου των 25 ετών από τη δημιουργία της μπάντας, το 2011 οι Mission επανερχόμενοι στο σχεδόν αυθεντικό line-up (Hussey, Hinkler και Adams) και έχοντας εξασφαλίσει έναν νέο ντράμερ (τον Mike Kelly) άνοιξαν ένα καινούργιο κεφάλαιο στις δημιουργίες και στις live εμφανίσεις τους.
Η σύντομη αυτή ανασκόπηση επιτρέπει την πληρέστερη αξιολόγηση της νέας δουλειάς των Mission που τιτλοφορείται - όπως ήδη αναφέρθηκε – “Another Fall from Grace”.
Τούτο διότι το άλμπουμ αυτό, σύμφωνα με τα λεγόμενα του Hussey, λειτουργεί ως ο χαμένος συνδετικός κρίκος μεταξύ του ιστορικού “First And Last And Always” των Sisters of Mercy και του ντεμπούτου άλμπουμ των Mission “God’s Own Medicine”, προκειμένου να συμπληρωθεί το μουσικό κενό που υπήρχε μετά από το 1986 και προχωρώντας ένα βήμα παραπέρα μέσα από την εξέλιξη των ιδεών που εκφράστηκαν σε αυτές τις δύο δουλειές (στις οποίες είχε ασφαλώς ενεργή συμμετοχή ο Hussey). Σαφώς μας επιτρέπεται ένα τέτοιο συμπέρασμα μέσα από το άκουσμα κομματιών που άνετα περνιούνται για γνήσιες συνθέσεις των Sister of Mercy στην αρχική μορφή τους και χωρίς την αποχώρηση των Hussey και Adams αλλά και των Mission στα πρώτα τους βήματα. Ουσιαστικά με τη δουλειά τους αυτή οι Mission επιστρέφουν συνειδητά στις ρίζες τους, στο 1986, για να θυμηθούν, να βρουν και να ενσωματώσουν τις goth rock αναφορές τους όπως κατέληξαν μέσα από τις μετέπειτα επιρροές στον χώρο, ενώ την ίδια στιγμή υιοθετούν το original στυλ των Sisters of Mercy. Πρόκειται δηλαδή για έναν δίσκο τον οποίο οι Mission θα μπορούσαν να είχαν κυκλοφορήσει οποτεδήποτε.
Η ξεκάθαρα ΄80’s αισθητική του άλμπουμ οφείλεται σε μεγάλο βαθμό στον παραγωγό του άλμπουμ Tim Palmer που επιστρέφει στη συνεργασία του με τον Hussey μεταλαμπαδεύοντας με επιτυχία το κλασικό ύφος της δεκαετίας εκείνης, χωρίς να παραβλέπεται και η εκτεταμένη χρήση ηλεκτρικής κιθάρας. Στα πλεονεκτήματα και η φωνή Hussey που αν και πλησιάζει τα 60, ακούγεται καλύτερος από ποτέ και αποδίδει άψογα το ύφος των κομματιών.
Στο Another fall from grace έχουμε την ευκαιρία να απολαύσουμε αξιόλογες συνεργασίες με άλλους καλλιτέχνες. Έτσι κάνουν την εμφάνισή τους σε guests backing vocals ο Ville Valo (frontman των HIM), η Julianne Regan (τραγουδίστρια των All About Eves) και η Evi Vine (από την underground βρετανική μουσική σκηνή). Εξαιρετική συγκυρία και η συμμετοχή των new wave icons Gary Numan και Martin Gore (των Depeche Mode) με backing vocals στο Within The Deepest Darkness (Fearful)”, ενώ φωνητικά του δεύτερου υπάρχουν και στo “Only You and You Alone το οποίο αναδεικνύεται σε μια από τις πιο χαρακτηριστικές μπαλάντες του γκρουπ.
 Προσεγγίζοντας το περιεχόμενο του άλμπουμ, ερχόμαστε αντιμέτωποι με ένα μουσικό εγχείρημα σκοτεινών προθέσεων και απόγνωσης που φτάνει ενίοτε μέχρι τη θεατρικότητα και τη θριαμβολόγηση των συναισθημάτων. Χωρίς ο Hussey να αποσκοπούσε συνειδητά σ’ αυτό το αποτέλεσμα, η ψυχική, συναισθηματική και σωματική του κόπωση κατά τη διάρκεια της προετοιμασίας του άλμπουμ ήταν τέτοια που τον οδήγησε μοιραία σε πηγές έμπνευσης χαρακτηριζόμενες από δραματικά στοιχεία, γεγονός που αντικατοπτρίζεται τόσο στη μουσική όσο και στους στίχους των κομματιών. Όντας σε απομόνωση από οικογένεια, φίλους, αλλά και από τα υπόλοιπα μέλη της μπάντας βρήκε την κατάλληλη ευκαιρία να αφήσει μνήμες, ενδότερες σκέψεις και προβληματισμούς του να ξεσπάσουν και να μετουσιωθούν στις συνθέσεις του, καθιστώντας το έργο αυτό αυστηρά προσωπικό. Τελικά, όπως ομολογεί και ο ίδιος, όλη αυτή η διαδικασία αποτέλεσε γι’ αυτόν μια σωτήρια εμπειρία.
Το ομότιτλο του τίτλου του άλμπουμ track αποτελεί μια flash back αναλαμπή από το καλό μουσικό παρελθόν των Mission στα τέλη των ΄80’s, εκεί που η goth rock εκφράστηκε με τον καλύτερο τρόπο. Με τον κατάλληλο ήχο εξασφαλισμένο, σε έναν αργό και «μετρημένο» ρυθμό, τον Hussey να τραγουδά σε γνώριμο έδαφος για τη χαμένη αγάπη (“Dying a death every time I think of you”) αποδίδοντας μια ερμηνεία εξαιρετική σταθερά από την αρχή έως το τέλος και με τη συνοδεία γυναικείων φωνητικών που φαντάζουν λίγο στοιχειωμένα επιτυγχάνεται μια γνήσια Mission σύνθεση που μοιραία ξεχωρίζει.
Το προοριζόμενο για hit του δίσκου Met-Amor-Phosis” (με τη συνοδεία φωνητικών από τον Ville Valo των ΗΙΜ) ενσαρκώνει ηχητικά τις μνήμες του Hussey από το ντεμπούτο των Sisters of Mercy. Η σύνθεση αρκούντως cult χορευτική και με δυνατές κιθάρες καταφέρνει να ξεσηκώσει ακόμη και τον πιο επιφυλακτικό ακροατή, θυμίζοντας έντονα χορευτικό track από τα μέσα της δεκαετίας του ΄80 (ίσως το “Tower of Strength” σε μία νέα εκδοχή, ενώ εξίσου θα μπορούσαν να αναφερθούν ως σχετικά και το κλασικό τρακ των Sisters of Mercy “Walk Away” αλλά και το Wasteland” των Mission). Προς το τέλος έχουμε την ευκαιρία να απολαύσουμε τον (κιθαρίστα) Simon Hinkler σε μια πραγματικά εντυπωσιακή στιγμή του. Άξιοι μνείας και οι στίχοι του Hussey με αναφορές στον Κάφκα, καθώς και στον θάνατο του David Bowie (there’s a new blackstar in the heavens tonight”), δείχνοντας συνάμα και κάποια αισιοδοξία (“… with age comes change”).


Υψηλού επιπέδου και το Cant See the Ocean for the Rain, ακουστικό σε μεγάλο βαθμό, δίνοντας ένα μικρό διέξοδο στη φωτεινή πλευρά της μπάντας, ξεπερνώντας τα όρια της goth rock φήμης της και πλησιάζοντας κάπως το στυλ των Echo and the Bunnymen. Η μελωδία του βγαίνει αβίαστα μέσα από τη γνωστή κιθάρα και το σταθερό μπάσο με τη φωνή του Hussey χαλαρή (όπως θα ταίριαζε σε ένα ποπ κομμάτι), να ανεβοκατεβαίνει με μαεστρία στους τόνους. Οι στίχοι, πομπώδεις και ποιητικοί, αλλά και αρκούντως «πιασάρικοι», ξεδιπλώνουν το ταλέντο του Hussey.
Ο τελευταίος σε συνέντευξή του δήλωσε ότι όσον αφορά τον ίδιο πρόκειται για ένα west coast τραγούδι (παρόλο που δεν ακούγεται σαν τέτοιο) ενόψει των συνθηκών υπό τις οποίες διαμορφώθηκε, κατά τη διάρκεια ενός ταξιδιού (κατά βάση road trip) στο οποίο κατέφυγε αναζητώντας έμπνευση. Κάποια στιγμή, έβρεχε τόσο δυνατά που δεν μπορούσε να διακρίνει ούτε τον ωκεανό δίπλα από τον οποίο περνούσε με το αυτοκίνητό του, οπότε προέκυψε και η ιδέα “can’t see the ocean for the rain”.
  Ξαναβρίσκουμε το γνώριμο ύφος των Sisters of Mercy (αυτή τη φορά μοιάζει πιο κοντινό από ποτέ) και πιο συγκεκριμένα κάτι από το cult hit τους του 1983 Alice” στο ψυχεδελικό Tyranny of Secrets”. Ο εκκωφαντικός ήχος της κιθάρας βγαλμένος αυτούσια από τα ΄80’s σε γρήγορο ρυθμό αναδύει μια “old school” χορευτική ατμόσφαιρα ανάγοντας το κομμάτι στο «δυνατό χαρτί» του δίσκου. Στο video clip παρουσιάζεται μια σειρά από εικόνες από όλο τον κόσμο που διαδέχονται η μία την άλλη και δείχνουν χωρίς προσχήματα τη φτώχια, τον τρόμο, τον πόλεμο και τον θάνατο.
Το Jade (με συμμετοχή στα φωνητικά του Martin Gore από τους Depeche Mode) συνιστά τυπικό παράδειγμα ρομαντικού μελωδικού μελοδράματος του οποίου την τέχνη ξέρουν καλά οι Mission: intro ορχηστρικό που μεταλλάσσεται όταν μπαίνουν τα φωνητικά, στρώσεις από κιθαρικές εκτελέσεις, υπνωτικό μπάσο και πλήκτρα απολήγουν σε έναν αποθεωτικό glam metal ύμνο με την ένταση και τον πόνο να κορυφώνονται όσο πλησιάζει στο τέλος.
Παρόμοιου ύφους και το Only you and you alone” (και πάλι με τη συμμετοχή του Gore) με κυρίαρχα στοιχεία και εδώ τη θλίψη και τη μελαγχολία (ίσως υπάρχει κάποια αντιστοιχία με τους Cure – βλ. Disintegration και Prayers for Rain) προσεγγίζοντας κατά πολύ τις πρώτες συνθέσεις των Mission. Σκοτεινά και αρκούντως ατμοσφαιρικά είναι και τα “Blood On The Road” (με καθαρά ροκ ήχο, θυμίζει το “Amelia”) και (το εξαιρετικό, στο ίδιο ύφος με το “One Hundred Years” των Cure) “Bullets & Bayonets” με αναφορές στη ρωσική επανάσταση (“When the red flag was raised, it was soaked in blood”).
 
Το “Never Longer than Forever– πιο «ελαφρύ» σε σχέση με τα υπόλοιπα, γι’ αυτό και πιο «εμπορικό» - αποτελεί χαρακτηριστική στιγμή των Mission (βλ. το οικείο Severina). Φουλ ατμοσφαιρικό, με μία αίσθηση κενού να αφήνεται ανάμεσα στα ρυθμικά σημεία και με ρεφρέν ΄90’s ύφους, συνιστά τον ορισμό της καλής goth rock. H ερμηνεία του Hussey - με ghost backing vocals από τη Julianne Regan (των All About Eves) και την Evi Vine - και εδώ απολαυστική, σε σταθερό τόνο, σώζει το κομμάτι από τον χαρακτηρισμό του ως υπερβολικού (έργο καθόλου εύκολο).
 
Σε μονοπάτια ποιητικά μας μεταφέρει το υποβλητικό Valaam, ενώ με το “Within the Deepest Darkness έχουμε ακόμη μια ακόμη μελωδία βγαλμένη από τις πρώτες συνθέσεις του συγκροτήματος. Τα αιθέρια φωνητικά από τους Gary Numan και Martin Gore υποστηρίζουν αρμονικά την χαμηλωμένη (επίτηδες) φωνή του Hussey. Η διάθεση εντελώς spooky με την κιθάρα να αποδίδει σε τόνους που παραπέμπουν σε βηματισμούς μέσα στη νύχτα προκαλώντας (αυτόματα και αυτονόητα) φόβο και ανασφάλεια και αφήνοντας τη σύνθεση να μεταβεί από το φαντασιακό, τρομακτικό σενάριο στο δυνατό outro.  
 

Στο closing track Phantom Pain” (και αυτό με στοιχεία συνειρμικά από τη ρώσικη επανάσταση) η μαύρη διάθεση εμπλουτίζεται με μια σωστή δόση (υγιούς) απελπισίας, στην οποία συμβάλλει ουσιαστικά το σαξόφωνο και οι «πονεμένοι» στίχοι ("sometimes when the sky is blue...").  Το τελικό αποτέλεσμα παραπέμπει στο Garden of Delight” από το ντεμπούτο άλμπουμ των Mission, πραγματοποιώντας έναν κύκλο δισκογραφικό (εδώ βρισκόμαστε εντελώς μέσα στο 1986).
 Οι Mission γνωρίζοντας ούτως ή άλλως να προσφέρουν καλές, δομημένες σωστά μουσικές στιγμές, με το Another fall from grace μας παίρνουν από το χέρι και μας οδηγούν στον δικό τους κόσμο μέσα από ξεχωριστές ρετρό συνθέσεις με υφολογικές εναλλαγές που διαθέτουν τη σωστή goth δυναμική (αν και η goth ταμπέλα πραγματικά αδικεί το συγκεκριμένο έργο). «Ηθικός αυτουργός στο έγκλημα» ο Hussey o οποίος πήρε τα καλύτερα στοιχεία από τους Sisters of Mercy και τις πρώτες συνθέσεις των Mission και ανακατεύοντάς τα με τον χαρακτηριστικό vintage ήχο της κιθάρας του, με μία φωνή που ξέρει πώς να ερμηνεύει και με στίχους «ερωτοχτυπημένους» βγαλμένους από σκοτεινές πηγές έμπνευσης καταφέρνει να μας παρασύρει στο βαθύ σκοτάδι του μουσικού παρελθόντος του. Οι στόχοι του Hussey εκπληρώνονται βεβαίως και μέσα από την καίρια συμβολή του ταλαντούχου κιθαρίστα Simon Hinkler, του απόηχου από το μπάσο του Craig Adams και των ρυθμικών ντραμς του Mike Kelly.
 Όχι λοιπόν άδικα ο δίσκος αυτός αναδεικνύεται στην καλύτερη δουλειά της μπάντας από το Carved in Sand, με κομμάτια καθηλωτικά καθένα από τα οποία θα μπορούσε να αποτελέσει ξεχωριστό single από μόνο και που όσο περισσότερο τα ακούς τόσο περισσότερο σε κερδίζουν. Οι οπαδοί της goth rock, της goth new wave και των Mission ειδικότερα δεν μπορούν παρά να αισθάνονται ιδιαίτερα ευτυχείς που έχουν στη διάθεσή τους μια τόσο ολοκληρωμένη και ποιοτική δουλειά, ένα αληθινό αριστούργημα που φτιάχτηκε για να παίζει ξανά και ξανά και (γιατί όχι) να γίνει διαχρονικό.
 
Μαρία Γεωργιάδου

// Old Time Rock

// Live Favorites