Το χαμένο "american dream" των Balance
Sunday

8Nov

Το χαμένο "american dream" των Balance

Δημοσιεύθηκε από:

08/11/2020

Κατηγορία: Rock this Time

4803
Μία παρέα σπουδαίων μουσικών στα τέλη της δεκαετίας του '70 αποφάσισαν να κάνουν το μεγάλο βήμα ενώνοντας μουσικές εμπειρίες και ανησυχίες και με όσες γνωριμιες είχαν αποκτήσει στη μουσική βιομηχανία προσπάθησαν να να αγγίξουν την μεγάλη επιτυχία.
Οι δύο από την τριάδα των μουσικών που αποτελούσαν τον βασικό πυρήνα Balance και πριν δημιουργηθούν επίσημα είχαν κάνει ο καθένας την δική του αξιόλογη πορεία που στο πέρασαμα των χρόνων έγινε ακόμη μεγαλύτερη.
Τραγουδιστής και ένας εκ των συνθέτων των Balance ήταν ο χαρισματικός Peppy Castro που ξεκίνησε δισκογραφικά με το ψυχεδελικό ροκ συγκρότημα των Blues Magoos στα τέλη των '60s, ενώ μετά τον συναντάμε σε άλμπουμ των Barnaby Bye και των Wiggy Bits. 
Κιθαρίστας ήταν Bob Kulick ο οποίος είχε ξεκινήσει την καριέρα του με τους ψυχεδελικούς γκαράζ ρόκερ Random Blues Band στην δεκαετία του '60 στη συνέχεια συνεργάζεται με τον folk δημιουργό Michael Wendroff και γίνεται ακόμη πιο γνωστός για τις κιθάρες που έπαιξε στο έκτο αλμπουμ του Lou Reed με τίτλο "Coney Island Baby" (1975). Η καθιέρωση έγινε φυσικά με την συμμετοχή του σε δίσκους των Kiss και στο σόλο άλμπουμ του Paul Stanley τo 1978.


 
Τρίτος στην παρέα ο κιμπορντίστας, συνθέτης, ενορχηστρωτής και παραγωγός Doug Katsaros ο οποίος κυκλοφορούσε με το ψευδώνυμο "The Gling" o οποίος πριν γνωριστεί με τους υπόλοιπους, η κύρια ενασχόληση του ήταν οι  θεατρικές μουσικές παραστάσεις.
Οι Kiss ήταν το σημείο αναφοράς και για τους τρεις μουσικούς όμως ιδιαίτερα η συμμετοχή τους στο σόλο άλμπουμ του Paul Stanley τo 1978 ήταν το καθοριστικό γεγονός που ήρθαν ακόμη πιο κοντά και έκαναν όνειρα για μία καινούργια μπάντα από τους μετέπειτα Balance ενώ ο P. Castro ήταν ήδη φίλος με τον Ace Frehley.
Η πρώτη γνωριμία των τριών Balance σύμφωνα με τα λεγόμενα του Doug Katsaros προήλθε από μία κοπέλα και ένα πάρτυ το 1977 στη Νεα Υόρκη κθώς οι ηχογραφήσεις και η παρέα με μέλη των Kiss τους οδήγησε να αξιοποιήσουν ότι γνωριμίες να φτιάξουν μία καινούργια μπάντα ώστε να υπογράψουν συμβόλαιο με καποια δισκογραφική εταιρία.
Η αγάπη του Castro για τους Journey και τους Foreigner είχε επηρεάσει και τα άλλα δύο μέλη ενώ το μόνο που απέμεινε ήταν το όνομα της σχήματος. Για αυτό φρόντισε πάλι ο Castro, όταν μία μέρα έπαιζε με τους ενισχυτές και γύριζε τα volume δεξιά και αριστερά, δείχνοντας στους υπόλοιππους ότι η "ισοροπία" είναι το καλύτερο ηχητικό αποτέλεσμα οπότε και το "Balance" το κατάλληλο όνομα στο οποίο συμφώνησαν τα άλλα δύο βασικά μέλη της νεοσύστατης μπάντας.


 

Το γκρουπ συμπληρώθηκε με τον πολύπειρο ντράμερ Andy Newmark (Carly Simon, Sly and the Family Stone, David Bowie, Ronnie Wood), τον ταλαντούχο μπασίστα Willie Weeks (Rod Stewart, George Harrison, Stevie Wonder, Joe Walsh) ενώ υπήρχαν σκέψεις για ένα ακόμη μέλος στα πλήκτρα την  Bette Sussman, ο οποία όμως δεν έμεινε στο γκρουπ.
Παράλληλα άρχισε τη συγραφή νέων τραγουδιών και τη δημιουργία ενός δυνατού demo με την Portrait Records να υπογράφει μαζί τους και επιπρόσθετα να τους αναλαμβάνει ένα ισχυρό πρακτορείο μανατζεμεντ.
Bέβαια ένα απροσδόκητο πρόβλημα παραλίγον να χαλάσει τον ενθουσιασμό αφού οι υπεύθυνοι επικινωνίας της μπάντας ήταν απογοητευμένοι με την φαλάκρα του B. Kulick μιας και πίστευαν ότι χάλαγε το image των Balance. Κάποια στιγμή μπήκε ο πειρασμός της περούκας ώστε να ωραιοποιηθεί η κατάσταση όμως η ηχηρή απάντηση ήρθε από τον ίδιο τον Kulick που απλά αναφώνησε "ελάτε παιδιά μην κολλάτε  μουσική παίζουμε!" και το θέμα έληξε όμορφα και ωραία.
Την παραγωγή στο πρώτο άλμπουμ αναλαμβάνει ο Tony Bongiovi (ξάδερφος του Jon Bon Jovi), ο οποίος ήξερε άριστα τη χρήση των μηχανημάτων καθώς και ολου του εξοπλισμού βοηθώντας τα μέγιστα στην όλη διαδικασία ολοκλήρωσης του ντεμπούτου των Balance.
To μενού των ηχογραφήσεων περιλάμβανε μπόλικο ξενύχτι αφού πολλές φορές οι ηχογραφήσεις ξεκίναγαν στις 2 μετά τα μεσάνυχτα, με το βάρος να πέφτει στα φωνητικά.
Μαθημένοι στην σκληρή δουλειά όλοι οι μουσικοί που αποτελούσαν την μπάντα βοηθούμενοι από το session παρελθον τους και με τον άριστο επαγγελματισμός που τους διακατείχε ολοκληρώθηκε σε κλίμα γενικού ενθουσιασμού το πρώτο άλμπουμ των Balance.
Η δισκογραφική εταιρία, τους προέβαλε ως την east coast μελωδική απάντηση στους Toto και το 1981 κυκλοφορούν το πρώτο ομότιτλο άλμπουμ τους πιέζοντας τη μπάντα για ένα hit αρχικά με το "Breaking Away" και το "Hot Summer Nights" αλλά υπήρξαν και σκέψεις για το "Fly Through The Night" και "American Dream" που διέθεταν εκείνο το pop/rock χρώμα που θα μπορούσαν να κάνουν επιτυχία.


                         Nτεμπούτο με προβλήματα
Ο δίσκος ξεκινά χαλαρά με το "(Looking For The) Magic" με τα διπλά φωνητικά στο ρεφρέν να του δίνουν ένα ακόμη πιο μελωδικό χρώμα ενώ ακολουθεί το "I'm Through Loving You" που θυμίζει Asia πριν τους Asia(!!!). Εξαιρετική μπασογραμή από τον John Sielger με πανέμορφα πλήκτρα και φυσικά απίθανο ρεφρέν.
Το "Breakin' Away" κινείται σε πιο ποπ ρυθμούς και κατόρθωσε να φτάσει μέχρι το νο 22 των αμερικάνικων τσαρτ με τον Peppy Castro να δηλώνει ότι το έγραψε σε μόλις 20 λεπτά.
Το "No Getting Around My Love" έχει άρωμα από Toto σαν να είναι ο προάγγελος του "Rosanna" αφού δεν είχε καν τότε ηχογραφηθεί.
Το "Fly Through The Night" είναι ένα φανταστικό κομμάτι γεμάτο με ουράνιες μελωδίες, εκπληκτική ερμηνεία, έξυπνη prog ενορχήστρωση και το ρεφρέν συνδυάζει με μοναδικό τρόπο τις rocκ και soul φόρμες. Ένα αληθινό μελωδικό έπος!
To "American Dream" είναι εξίσου μία κορυφαία σύνθεση που ξεκινα σε ύφος μπαλάντας αλλα μετρατρέπεται με την προσθήκη βιολιών σε μία καταιγιστικη aor/rock μελωδία με το ρεφρέν να τα σπάει.
Το "Haunting" ρίχνει τους τόνους θυμίζοντας Billy Joel, αλλά το ρεφρέν ακούγεται ιδιοφυές και προτότυπο.
Το "Falling In Love" είναι μία κλασική αμερικάνικη μπαλάντα και έφτασε στο νο 58 των ΗΠΑ τσαρτ ενώ το "Hot Summer Nights" ανεβάζει τους aor ρυθμούς και το άλμπουμ κλείνει με το ροκέ "It's So Strange".
Balance εκείνη την περίοδο διψούσαν να βγουν στην σκηνή και να αποδείξουν την αξία τους ενώ ήδη είχαν συντελεστεί ορισμένες αλλαγες αφού το ρυθμικό υπόβαθρο των Andy Newmark (ντραμς), και  Willie Weeks (μπάσο) είχε αντικατασταθεί αρχικά από τον μπασίστα John Siegler που συμμετείχε και στο πρώτο άλμπουμ σε μερικά κομμάτια και από τον ντράμερ Chuck Burgi.
Επιπρόσθετα η θέση του μπασίστα ξανάλλαξε με τον Dennis Feldman να αναλαμβάνει τον μουσικό του ρόλο κ με τον ίδιο να συμμετέχει ενεργά στο δευτερο άλμπουμ της μπάντας.
Παράλληλα υπήρξαν απαιτήσεις από την δισκογραφική για δεύτερο δίσκο με αλλαγη μουσικής κατευθυνσης.
Ο D. Katasros εξομολογείται:
"Tους παρακαλούσαμε για μια τουρνέ και το μόνο που καταφέραμε ήταν να ανοιξουμε ένα show των Knack που μόλις είχαν κάνει την τεραστια επιτυχία με το "My Sharona". Το μόνο που καταφέραμε ήταν να ανοίξουμε δυο-τρεις συναυλίες των Hall and Oates και αυτό λόγω της φιλίας του P. Castro με τον Oates ενώ προλάβαμε και εμφανιστήκαμε για λιγοστά shows με τους Rossington-Coolins με τους οποίους, ούτε soundcheck δεν κάναμε και επίσης το συγκεκριμένο κοινό δεν ήταν το σωστό για εμάς και για τον ήχο μας. Μάλιστα ούτε ένα βίντεο κλιπ δεν μας έκαναν, μας θεωρούσαν παλιομοδίτες και δεν ήξεραν τι να κάνουν με την περίπτωσή μας".
 
 
 
                  Το δεύτερο και μοιραίο βήμα
Η πίεση στο συγκρότημα ήταν μεγάλη άμεσα για δεύτερο δίσκο ώστε να καλυφθεί και να ξεπεραστεί η αποτυχημένη διαχείρηση της προώθησης του άλμπουμ  από τους υπεύθυνους της δισκογραφικής και του management παρότι οι κριτικές ήταν θετικές για τους Balance με το περιοδικό Kerrang να τους αποθεώνει.
Οι Balance μπαίνουν για δεύτερη φορά στα περίφημα Power studios της Νέας Υόρκης με την καθοδήγηση ξανά του Tony Bongiovi και με ντράμερ τον Chuck Burgi (Brand X, Hall and Oates).
Ο ενθουσιαμός από τις καλές κριτικές είχε παραμείνει στο γκρουπ αν και υπήρχαν σοβαρά προβλήματα με την ευρύτερη αποδοχή τους. Μπορεί το management που τους υποστήριζε να είχε μεγάλα ονόματα στον καταλογό της (AC/DC, Aerosmith, Ted Nugent) όμως οι αλλαγές που έγιναν σε μία νύχτα στην CBS Records (η μητρική της Portrait) με 200 στελέχη να απολύονται (την ονόμασαν Black Friday) μείχε ως συνέπεια να επικρατήσει μία χαοτική κατάσταση και οι όποιες σοβαρές διασυνδέσεις και συνεργασίες υπήρχαν πήγαν στα αζήτητα.
Ο δεύτερος δίσκος κυκλοφορεί το 1982 και ονομάζεται "Ιn for the Count" και ξεκινά με το υπέροχο ομότιτλο κομμάτι, που περιέχει μία εμπνευσμένη ροκ μελωδία η οποία  απογειώνεται από την μαγευτική ερμηνεί του Castro ενώ το ορμητικό "Is it Over" συνεχίζει στο ίδιο συναρπαστικά με τον Kulick να σαρώνει.
Το "Slow Motion" είναι το αγαπημένο του παραγωγού Tony Bongiovi που το πρότεινε σαν πρώτο σινγκλ αλλά δεν ευδοκίμησε και ηχητικά είναι σε κλίμα Journey/Foreigner/Toto.
To "Undercover Man" μπαίνει δυναμικά με ένα heavy κιθαριστικό ριφ που θυμίζει τις μέρες που ο Kulick ήταν παρέα με τους Kiss και θυμίζει κάτι και από Judas Priest.
Στο "On My Honor" τα τύμπανα δίνουν έναν πιο ροκ ρυθμό και το ρεφρέν με τις Queen αναφορές να είναι παραπάνω από εμφανείς όπως και το "All the Way" που υπηρετεί το μεγαλείο της μελωδικής aor απλότητας.


 
To αργόσυρτο "Pull the Plug" είναι μία όντως περίεργη επιβλητική blues/rock σύνθεση, την οποία όπως δήλωσε αργότερα ο B. Kulick την λατρεύει και είναι απόλυτα κατανοητό αφού το κιθαριστικό του, παίξιμο στην συγκεκριμένη σύνθεση είναι μοναδικό.
Το "Bedroom Eyes" είναι κατι μεταξύ Styx και Toto και ίσως είναι η πιο αδύναμη στιγμή του άλμπουμ ενώ το "We can have it All" ξεκινά σε υφος ημιμπαλάντας και μεταλλάσεται σε μία χαρούμενη μελωδία με το ρεφρέν να ειναι επηρεασμενο από τους America συνοδευόμενο με ένα εξαιρετικό σόλο στα πλήκτρα.
Στην επανέκδοση από την Rock Candy τo 2006, το "Ιn for the Count" περιλαμβάνει το θαυμάσιο "Ride the Wave" και το πανέμορφο "She's alone Tonight" με τα πλήκτρα του Katsaros και την ερμηνεία του Castro να μας χαρίζουν έναν κορυφαίο δίσκο ειδικά σε όσους γοητεύονται από το μελωδικό ροκ ήχο.
To single που προωθηθηκε ήταν το "Undercover Man" χωρίς να κάνει κάτι το ιδιαίτερο και η μπάντα προσπάθησε για άλλη μια φορά να κάνει τουρνέ ώστε να "σώσει" εμπορικά το άλμπουμ, όμως από ότι φάνηκε οι Katsaros και Castro δεν το πολυήθελαν μιας και δεν πήραν τις χρηματικές συμφωνίες που επιθυμούσαν και προτίμησαν τα τηλεοπτικά jingles και τις ραδιοφωνικές διαφημίσεις από τις οποίες έβγαζαν πολύ περισσότερα χρήματα.
Κάποια στιγμή έφτασαν πολύ κοντά στο να δώσουν μία σειρά συναυλιώνστην Ιαπωνία, μιας και εκεί είχαν δημιουργήσει μεγάλο πυρήνα οπαδών αλλά πάλι κάτι συνέβη με τις συμφωνίες και αυτή η τουρνέ δεν πραγματοποιήθηκε ποτέ. Αντ' αυτού το "Ride The Wave", χρησιμοποιήθηκε για τη διαφήμιση αυτοκινήτων της Daihatsu!
Συνέπεια όλων αυτών των αρνητικών εξελίξεων μιας και η προοπτική για κάτι καλύτερο δεν φαινόταν στον ορίζοντα οι Balance αποφάσισαν να διαλυθούν.
 
                                  
             
                          Επανασύνδεση και φινάλε
To 2009 οι BALANCE επανασυνδέονται με την αυθεντική τριάδα και κυκλοφορούν το τρίτο τους και τελευταίο δίσκο ως σήμερα με τίτλο "Equilibrium".
Ο δίσκος περιέχει έντεκα melodic/hard rock συνθέσεις όχι φυσικά στο ύφος που τους αγαπήσαμε με τα δύο πρωτα άλμπουμ αλλά σε ένα πιο σύγχρονο ύφος γεμάτο ενέργεια, ακούραστη δεξιοτεχνία και ιδιαίτερες μελωδίες αν και ο Castro φαίνεται να τον έχει καταβάλει ο χρόνος.
Στα τύμπανα είναι ο Bret Chassen ενώ στο μπάσο μοιράζονται οι Bob Kulick, Bruce Kulick και Peppy Castrο.
Ξεχωρίζουν τo "Old Friends", το "Breathe" (φοβερό κιθαριστικό σόλο), το ιδιοφυές "What Have U Done" (άψογο σόλο πλήκτρα), το αριστουργηματικό "Winner Takes All",  το επικό "Liar" (τύμπανα εδώ παίζει ο Jesse Castro) και το aor/blues "Who You Gonna Love" αλλά και το θαυμάσιο "Rainbows End".
Στην γιαπωνέζικη έκδοση υπάρχει ένα επιπλέον κομμάτι το "The Edge".
Το 2014 μετά από 31 χρόνια live απραξίας εμφανίζονται για λιγοστές εμφανίσεις στην Σουηδία με τους Dan Larsson στο μπασο και τον Jonas Wikström στα τύμπανα.
 
 
Υ.Γ.1: O Βob Kulick συνεργάστηκε στην πορεία με τον Michael Bolton, Dianna Ross, Meat Loaf, τους Skull και W.A.S.P., Doro, Tim Ripper Owens και δυστυχώς στις 28 Μαίου του 2020 έφυγε από την ζωή.
- O Doug Katsaros είτε ως παραγωγός, είτε σαν ενορχηστρωτής, είτε σαν μουσικός συνεργάστηκε με μεγάλα ονόματα όπως ο Rod Stewart, Cher, BON JOVI, Sinead O 'Connor, AEROSMITH ενώ έχει βραβευθεί για τα θεατρικά μουζικαλ στο Broadway, "The Rocky Horror Show" και "Footloose".
- O Peppy Castro συνεργάστηκε στη πορεία με την Diana Ross, τη Laura Branigan, τον Michael Bolton με την Liza Minnelli, Ronnie Spector, Gene Simons solo, Ace Frehley solo, Joan Jett, Richie Havens, Aldo Nova και Darlene Love.
Το 2013 κυκλοφόρησε το solo άλμπουμ με τίτλο “Just Beginning” παρέα με τον φίλο του Joey Kramer (Aerosmith).
 
Υ.Γ.2: Οι Castro, Katsaros, Burgi και Feldman συναντήθηκαν δισκογραφικά ξανά στο άλμπουμ του Michael Bolton,με τίτλο "Everybody's Crazy" (1985) στο οποίο κιθάρα παίζει ο αδελφός του Bob Kulick, o Bruce Kulick.
 
Φώτης Μελέτης