10 πράγματα για τους Nashville Pussy, εν όψει του live στο “AN Club”
Monday

1Oct

Ποιός είπε ότι δεν έρχονται για live συγκροτήματα που βρίσκονται στην ακμή τους; Ποιός είπε ότι τώρα που τα εικονίσματα του ροκ ν’ ρολ αποχωρούν δεν έχεουν αφήσει μερικούς επάξιους αντικαταστάτες;
Ποιός θα ξαναπεί ότι μια γυναίκα δεν μπορεί να ροκάρει σαν άντρας; Όλα αυτά τα ρητορικά ερωτήματα πιθανότατα θα απαντηθούν με πολλά ντεσιμπέλ την Παρασκευή 5 Οκτωβρίου 2018, όταν οι Nashville Pussy, θα ανέβουν στη σκηνή του “AN Club”. Μια συναυλία στην οποία δεν πάμε χωρίς να είμαστε διαβασμένοι, τουλάχιστον στα 10 κύρια σημεία της μέχρι τώρα πορείας τους.  

1) Συστήθηκαν το 1997 στην Atlanta της Georgia, στο υποτροπικό περικάρδιο του αμερικάνικου νότου. Πήραν τ’ όνομά τους από την εισαγωγή που κάνει σαν ξελιγωμένος κόπρος o Ted Nugent στο οργασμικό του classic “Wang Dang Sweet Poontang”, έτσι όπως αποτυπώθηκε στα αυλάκια του “Double Live Gonzo”: “This is a love song ! An’ I Want to dedicate this to all the Nashville pussy !”

2) Αναθρεμμένοι με ηχητικό διαιτολόγιο πλούσιο σε ενισχυτές Marshall, κιθάρες Gibson ταυράκι, Jack Daniels νο 7 και αγνών προϊόντων καπνού από το γειτονικό Μεξικό και την Κούβα and weed, οι Nashville Pussy είναι το κακόφωνο γέννημα ενός ζευγαριού ενωμένου με τα δεσμά του γάμου: του γεννημένου στις 7 Μαίου του ’64 βρωμόστομου, παράφρονα καραφλοχαιτά hillbilly Blaine Cartwright (κιθάρα, φωνητικά, συνθέσεις) και της γεννημένης στις 5 Νοεμβρίου του ’68 ξανθιάς οδηγού φρέζας και περιστασιακά γυμνού μοντέλου σε σχολές καλών τεχνών Ruyter Suys (προφέρεται σαν Ρόϊντερ Σάϋζ), που αποδείχθηκε σύντομα παιδί θαύμα σ’ έναν εντελώς απροσδόκητο για κορίτσια πεδίο: του παιξίματος γρήγορης, σκληρής ηλεκτρικής κιθάρας. Προέκυψαν μετά τη διάλυση της μπάντας του Cartwright, που ονομαζόταν “Nine Pound Hammer”.

3) Έχοντας στη σύνθεσή τους, πέρα από την αχαλίνωτη Suys και τον δαιμονικό μπυροκοιλιά Cartwright, την ύψους 1,90 μπασίστρια Corey Parks και τον ντράμερ Jeremy Thomson, οι Nashville Pussy γρήγορα κέρδισαν την τοπική σκηνή, αφήνοντάς στο πέρασμά τους ανοιχτά στόματα και υπόπτως φουσκωμένα παντελόνια : Ένας θηλυκός Angus Young (με απείρως πιο θελκτικό παράστημα), δίπλα σ’ έναν νταλικιέρη στο μικρόφωνο να γαβγίζει βωμολόχες παροτρύνσεις και ιστορίες σεξ και βίας απ’ αυτές που ανταλλάσσουν οι υπόδικοι στις φυλακές του Texas για να τους πάρει ο ύπνος. Σαν οι AC/DC ν’ ανταλλάσσουν κλωτσιές και μπουνιές με τους Lynyrd Skynyrd, υπό το βλέμμα μιας σωσία της Wendy O’ Williams που προσπαθεί να υποδυθεί τη Nancy Wilson των Heart.

4) Μετά το προβλεπόμενο e.p., το ντεμπούτο τους άλμπουμ “Let Them Eat Pussy”, με τις δύο γυναίκες της μπάντας σε πορνό απεικόνιση του τίτλου στο εξώφυλλο, ξεκαθαρίζει ότι η συγκεκριμένη μπάντα είναι το ισοδύναμο μιας τσόντας με υπόκρουση σκηροπυρηνικό ροκ ν΄ρολ. Επί σκηνής, με τους ενισχυτές στο τέμα και τον κουασιμόδο Cartwright να γρυλλίζει μεθυσμένα, στήνεται ένα προκλητικό τσίρκο σεξ, όπου βυζιά πετάγονται έξω απ’ τα δερμάτινα σουτιέν, μπύρες χύνονται σε ανοιχτά στόματα και γλωσσόφιλα ανταλλάσσονται ανάμεσα στην κιθαρίστρια και τη μπασίστρια. Με το buzz να μεγαλώνει, η ανεξάρτητη Amphetamine Reptile αδειοδοτεί τη διανομή του από την πολυεθνική Mercury μέσα στο ’98, ενώ το κομμάτι "Fried Chicken and Coffee" προτείνεται για βραβείο Grammy στην κατηγορία “Best Heavy Metal Performance”.

5) Ερχόμενοι από το underground, χρησιμοποίησαν προς όφελός τους μια βασική τους αρχή : οι fans είναι ελεύθεροι να ηχογραφούν και να βιντεοσκοπούν κάθε τους εμφάνιση. Κάθε συναυλία τους άρχισε να θρυλείται ότι αποτελεί ένα γεγονός γεμάτο ενέργεια, ιδρώτα και σεξ απήλ ερασιτεχνικού πορνό.
6) Θεωρήθηκε υπόδειγμα κακόγουστου, χαμερπούς βλαχοκούδουνου ροκ ν’ ρολ που το λέει η καρδιά του, που ενώ δηλώνει αντισεξιστικό, καταλήγει να γίνει ακριβώς αυτό. Όμως εκείνοι δεν το έβαλαν κάτω, περιοδεύοντας ακούραστα και γράφοντας υλικό στην ίδια περίπου φλέβα. “Rub It To Death”, “Hate And Whiskey”, “The South’s So Fat to Rise Again”, “Before The Drugs Wear Off”, “Go Motherfucker Go” και τα τοιαύτα.

7) Είκοσι και πλέον χρόνια μετά τη σύστασή τους, έχουν παίξει πάνω από 1.000 συναυλίες σε πάνω από 40 χώρες κι έχουν περιοδεύσει με Motorhead, ZZ Top, Lynyrd Skynyrd, ως και Slayer, οι οποίοι γρήγορα δήλωναν fans τους. Μετά την Corey Parks (1996-2000, η οποία πρόσθεσε μια κρίσιμη διάσταση στην εμφάνιση της μπάντας, μεταμορφούμενη σε σιλικονούχο τούμπανο) έχουν αλλάξει άλλες τέσσερις μπασίστριες (Tracy Almazan [2000-2002], Katielyn Campbell [2002-2005)], Karen Cuda [2005-2014]. Η τωρινή – και κάπως πιο συμμαζεμένη σε σχέση με τις προηγούμενες- λέγεται Bonnie Buitrago και είναι μαζί τους από το 2014. Κατά δήλωσή της, φαν της μπάντας από το σχολείο, είχε μάλιστα μπει και μια – δυο φορές κρυφά στις συναυλίες τους, και όνειρό της να γίνει κάποτε μέλος τους, γι’ αυτό και πάλευε να μάθει μπάσο όσο πιο καλά μπορούσε. Ο τωρινός ντράμερ λέγεται Ben Thomas, πρώην τοπογράφος και  έχει πιάσει το νόημα : δίνει κι αυτός το δικό του show πίσω απ’ τα τύμπανα.

8) Η Suys Ruyter το 2009 βραβεύθηκε σε γκάλοπ του mainstream περιοδικού “Elle” (“12 Greatest Female Electric Guitarists").

9) Ο Lemmy, μετά από την περιοδεία του 2010, τους έδωσε κι επισήμως την ευλογία του, βαφτίζοντάς "America's last great rock 'n' roll band". Και δεν υπάρχει αμφιβολία ότι κάτι έχουν δει τα μάτια του.

10) Το προηγούμενο άλμπουμ τους, “Up The Dosage” (2014), θεωρείται από τους ίδιους το «δικό τους BACK IN BLACK». Στις 21 Σεπτεμβρίου του 2018 κυκλοφόρησαν το 7ο στούντιο άλμπουμ τους "Pleased To Eat You". Παραγωγή έχει κάνει ο περίφημος Daniel Rey (Ramones, White Zombie, Ronnie Spector, Raging Slab) και ηχοληψία ο David Barrick (Black Stone Cherry, The Kentucky Headhunters, Marshall Tucker Band).

Παναγιώτης Παπαϊωάννου

// Old Time Rock

// Live Favorites