Όλα για κείνους τους τελικούς  -  Από τον Πήτερ Γουίδ ως τον Ντουκαντάμ (Μέρος 1ο)
Υπάρχουν δύο ειδών καλοκαίρια. Αυτά που μπαίνουν με τον Ιούνιο φορτωμένο τηλεοπτικό ποδόσφαιρο κι εκείνα που λειτουργούν σαν αναγκαστική απεξάρτηση, όταν δεν υπάρχει ούτε Euro, ούτε Mundial. Από τότε που θυμάμαι τον εαυτό μου, όλα τα καλοκαίρια, και τα μεν και τα δε, έρχονται στην πραγματικότητα λίγες μέρες νωρίτερα από το τέλος της Άνοιξης.
Με τον τελικό των Πρωταθλητριών. Όταν όλες οι ομάδες ήταν 32 και κάθε ευρωπαϊκή χώρα είχε μόνο μία σ' αυτές. Όταν οι φιναλίστ είχαν συγκρουστεί ή αποφύγει μεγαθήρια μετά από που έμοιαζε περισσότερο με κλήρωση (κι όχι με ορισμό), είχαν κάνει επικές ανατροπές και είχαν σκληραγωγηθεί σε τέσσερις γύρους με νοκ-άουτ παιχνίδια, πριν φτάσουν στον μεγάλο τελικό.
Όταν οι ποδοσφαιριστές δεν έμοιαζαν με μποντυμπίλντερ και οι αναγνωρίσιμες μπάλες ήταν μόνο οι
Adidas (Tango, Azteca ή Etrusco). Όταν οι σπόνσορες στις φανέλες ήταν σπάνιοι και οι διαιτητές φορούσαν μόνο μαύρα από πάνω ως κάτω.  
 
Ο πρώτος μου τελικός, το '82, λίγο πριν το Μουντιάλ της Ισπανίας. Έχω περάσει ολόκληρο απόγευμα παίζοντας μπάλα σε ξερό συνοικιακό γηπεδάκι και με ενθουσιασμό περιμένω όλη την ημέρα να δω την Άστον Βίλλα και τη Μπάγερν. Για ένα παιδί που έβγαζε το δημοτικό διαβάζοντας «ΚΡΑΝΟΣ», η σύγκρουση είχε κάτι από σύμμαχοι κατά άξονα. Με άσπρα οι Άγγλοι, με ολοκόκκινα οι Γερμανοί, με το ξανθό κεφάλι του Ρουμενίγκε (παίχτη της χρονιάς το '81) να ξεχωρίζει. Ο Άγγλος τερματοφύλακας τραυματίζεται και μπαίνει αλλαγή ένα νεούδι, με το αστείο όνομα Σπινκ. Ο τύπος κατεβάζει ρολά, καθώς οι Γερμανοί σφυροκοπούν. Στα μισά περίπου του δεύτερου ημιχρόνου, το σκορ 0-0 και η Άστον Βίλλα φεύγει στην αντεπίθεση.

Ένας φαντεζί αγγλάρας με το 11 στην πλάτη και ξανθιά χαίτη ονόματι Τόνυ Μόρλεϋ φτάνει αριστερά της περιοχής και σεντράρει. Ο αξύριστος Άγγλος σεντερ-φορ με το «9» στην πλάτη, έχει τρυπώσει στα καρέ.

Ξεχωρίζει από την αρχή του αγώνα γιατί φοράει ένα μπορντώ - γαλάζιο τεννιστικό περικάρπιο. Η σέντρα κόβει την άμυνα σαν τηλεκατευθυνόμενη χαρακιά από τα πλάγια και το 9 σπρώχνει από το ύψος της μικρής περιοχής τη μπάλα στα δίχτυα του Γερμανού γκολκίπερ. Μπαίνει και ο ίδιος στα δίχτυα και πανηγυρίζει. Είναι ο Πίτερ Γουίδ (με "
e" στο τέλος). Η Άστον Βίλλα σηκώνει ένα τεράστιο ασημένο κύπελλο, ενώ πολλοί από τους παίχτες της φοράνε τις φανέλλες της Μπάγερν. Υ.Γ.: Το περικάρπιο ήταν τελικά τρίχρωμο μπορντώ - άσπρο - γαλάζιο, όπως διαπίστωσα αργότερα. Αλλά η «Saba» που είχαμε τότε στην κουζίνα μας είχε στα μάτια μου τα πιο αστραφτερά χρώματα στον κόσμο.
 
          1983. Ο τελικός στο Ολυμπιακό Στάδιο της Αθήνας, το «ομορφότερο στάδιο της Ευρώπης», όπως λέει εκείνες τις ημέρες το «Έθνος» (τις τελευταίες του 8 σελίδες με τ΄ αθλητικά τις ξεκοκαλίζω κάθε μέρα πριν ξεκινήσω το διάβασμα του σχολείου). Αντίπαλοι η τεράστια Γιουβέντους και το Αμβούργο. Πάλι οι Γερμανοί. Ριπλέϊ του συγκλονιστικού τελικού Ιταλία-Γερμανία του περσινού Μουντιάλ, με διαφορετικές φανέλες. Η Γιουβέντους με Ρόσι, Ταρντέλι, Τζοφ, Καμπρίνι, Τζεντίλε, Σιρέα, Μπέτεγκα - ο ασπρομάλλης - όλη την εθνική Ιταλίας, συν τους δύο σούπερ σταρ, Μπόνιεκ και Πλατινί. Κι απ' την άλλη, οι αχώνευτοι Γερμανοί του Αμβούργου. Χρούμπες (ο πλέον αξιομίσητος λόγω κοψιάς δεσμοφύλακα), Κάλτς, Γιάκομπς, Αουγκεντάλερ και λοιπά Άφρικα Κόρπς. Στον δεύτερο γύρο του Πρωταθλητριών είχανε λιώσει το Θρύλο με μια αδυσώπητη τεσσάρα μέσα στο Ολυμπιακό Στάδιο. Ακόμη θυμάμαι τις στολές της Γιούβε :
Ανοιχτός γιακάς, λεπτές ρίγες μαύρο - άσπρο, σηματάκι
Robe Di Kappa, μικρή σε σχήμα οικόσημου ιταλική σημαιούλα στο στήθος με δύο χρυσά αστεράκια από πάνω. Οι Γερμανοί πάλι ολοκόκκινοι -σαν τη Μπάγερν- με στολή Adidas, αυτή τη φορά με ένα άσπρο "ΗSV" στο στήθος.
Παρακολουθώ τον τελικό ανάμεσα σε μεγάλους, στο σαλόνι της θείας μου. Τσιγάρα και ποτήρια ουίσκι με βουναλάκια από ξηροκάρπια στο κοντοπόδαρο τραπέζι με το χοντρό κρύσταλλο. Από τα μακρινά πλάνα της ΕΡΤ φαίνεται πεντακάθαρα η διπλή σειρά διαζωμάτων του σταδίου, γεμάτα κόσμο. «Αναγνωριστικό παιχνίδι στα πρώτα λεπτά...», ακούγεται το Διακογιάννειο φλεγματικό ψεύδισμα. Ώσπου ο ελαφρώς καμπούρης Μάγκατ, πλησιάζει ελεγχόμενα τη δεξιά - όπως κοιτάμε την οθόνη - μεγάλη περιοχή, αποφεύγει ένα κούφιο ιταλικό τάκλιν και τραβάει μια βολίδα ίσια στο γάμα του Τζοφ, που γονατίζει ανήμπορος. Νεκρική Σιγή. Κανένας απ' τους μεγάλους μέσα στο σαλονάκι δεν υποστηρίζει Γερμανούς. Το δράμα αρχίζει μετά. Παιχνίδι χάλια. Οι Ιταλοί δεν μπορούνε καν να πλησιάσουν στο γερμανικό τέρμα.
 
Δεύτερο ημίχρονο, τα ίδια. Αρχίζει να λιγοστεύει ο χρόνος. Απόγνωση και τσαντίλα άνευ προηγουμένου. Δε γίνεται να μη μπορούνε να φτιάξουνε μια φάση! Κάποια στιγμή πιάνει ένας Γερμανός από τη φανέλα τον Πλατινί, τον πετάει κάτω μέσα στην περιοχή, τρέχει εκείνος στο διαιτητή, του φωνάζει στη μούρη. Φαίνεται και στο ριπλέϊ το τράβηγμα. Δεν αντέχω κι εγώ, «Αδικία, πεναλτάρα είναι» και κάτι τέτοια, αλλά τίποτα. Οι μεγάλοι κατεβάζουνε τα ουίσκια τους, το Αμβούργο παίρνει το μεγάλο ασημένο κύπελλο, η Γιουβέντους παίρνει τον πούλο (0-1) και 'γω ένα μάθημα να μην πολυπαθιάζομαι με τη μπάλα, γιατί έτσι και έρθει το αποτέλεσμα στραβά κι ανάποδα, άντε να συνέλθεις για κάτι μέρες. Έτσι νόμιζα δηλαδή, ότι το είχα πάρει το μάθημα.
 
1984 : Ρόμα - Λίβερπουλ, στη Ρώμη. Ο Θρύλος πάει χάλια στο πρωτάθλημα και έχω αρχίσει να ασχολούμαι με αγγλικό ποδόσφαιρο. Και οι δύο έχουν ομαδάρες, αλλά είμαι λίγο περισσότερο με Ρόμα. Οι Ιταλοί με τρακ, το «Ολύμπικο» γεμάτο, αλλά ακούγονται και τραγούδια των Άγγλων. Προηγείται ξαφνικά η Λίβερπουλ, με κοντινό σουτ του Φιλ Νηλ, μετά από αναμπουμπούλα στην περιοχή. Ισοφαρίζει λίγο μετά με στριφτή κεφαλιά ο μουστάκιας ο Προύτσο, μια φάτσα που μου φέρνει σε Αναστόπουλο στο λίγο πιο ψηλό. Τελικό 1-1, πάει στα πέναλτι. Ο Γκρόμπελαρ κάνει επίτηδες γκριμάτσες σα σπαστικός, σμπαράλια τα νεύρα των παικτών της Ρόμα. Κόντι και Γκρατσιάνι - τους ξέρω πάρα πολύ καλά από το Μουντιάλ - στέλνουν τη μπάλα με δύναμη στην εξέδρα. Το παίρνει η Λίβερπουλ.
Πάλι στεναχωρημένος. Τις ομάδες με κρύο αίμα έχω αρχίσει και δεν τις γουστάρω.
Λίγους μήνες μετά βγαίνουν βρώμες ότι η Ρόμα είχε, λέει, πληρώσει το διαιτητή στον ημιτελικό με τη Νταντή Γιουνάϊτεντ για να γίνει το 0-2 της Σκωτίας 3-0 στη Ρώμη. Την επομένη, τα σχολεία έχουν τελειώσει και πάω στο βιβλιοπωλείο του Σταυρόπουλου, κοντά στο θερινό σινεμά «ΡΕΞ» και φορτώνω βιβλία για το όλο το καλοκαίρι.

 
1985 : Η χρονιά του τέλους του Γυμνασίου, σ΄ έναν Μάϊο που συμβαίνουν πολλά και διάφορα. Μουσική, σινεμά, τα πρώτα ραντεβού, συζητήσεις με τις ώρες με καινούριους κολλητούς. Μετά το τέλος του Γυμνασίου κάτι σε χαιρετάει μια και καλή. Η ζωή από κει και πέρα μοιάζει πολύ με την ενήλικη. Θυμάσαι και καταλαβαίνεις περίπου τα πάντα.
 
Γιουβέντους στον τελικό, έχοντας αποκλείσει στον ημιτελικό τη Ρεάλ. Απέναντί της πάλι η Λίβερπουλ. Είμαι στη μέση. Από τη μία με ψιλοαπωθεί όλος αυτός ο αγγλικός σωβινισμός που βγάζουν τα περιοδικά «Match» και «Shoot», που τα παίρνω συχνά - πυκνά από το μόνο πρακτορείο που έχει ξένο τύπο, κάτι τετράγωνα μακριά απ΄ το σπίτι μου. Αν το διάβαζες τακτικά, θα πίστευες ότι οι Άγγλοι παίχτες είναι τουλάχιστον ημίθεοι και η Λίβερπουλ μάλλον το όγδοο θαύμα. Εδώ που τα λέμε οι κόκκινοι (με Crown Paints στη φανέλα για διαφήμιση) είχαν ακόμη παιχταράδες :
Ίαν Ρας, Φιλ Νηλ, Άλαν Κένεντι, Ρόνι Γουίλαν, Σάμμυ Λη, Κρεγκ Τζόνστον, Γκρέηαμ Σούνες, Κέννυ Νταλγκλις.
Από την άλλη, έχω σχεδόν υποκύψει σε μια θεωρία συνομωσίας που κερδίζει συνέχεια έδαφος, περί ντόπας των Ιταλών στο Μουντιάλ του '82 (όλη σχεδόν η Γιούβε έπαιζε στην εθνική) και καθόλου δεν μου έχει αρέσει η ιδέα νά' ναι κάτι τέτοιο αλήθεια. Αν τιμωρούνταν κάπως από την ίδια τη μπάλα δεν θα με πείραζε.
 
Εκείνη την εποχή δηλώνω ταγμένος με την ομάδα των αστεριών της Μάντσεστερ. Τρίχρωμη εμφάνιση (κόκκινη φανέλα Adidas με διαφήμιση μπροστά Sharp, άσπρο σορτσάκι και μαύρες κάλτσες), συγκλονιστική. Ομαδάρα, άσχετα αν δεν έπαιρνε στην Αγγλία τα πρωταθλήματα. Προπονητής ο με φάτσα Λυκειάρχη Ρον Άτκινσον. Μπέϊλυ τέρμα, Ραίη Γουίλκινς αμυντικό χαφ, Κέβιν Μοράν με το 5, Νόρμαν Γουαιτσάιντ ο Ιρλανδός ούτε 20 χρονών, Γκόρντον Στράχαν ο κοκκινομάλλης Σκωτσέζος με το 8, Γιέσπερ Όλσεν, το Δανό τσογλάνι με την κοφτή ντρίμπλα, ο θεός Μπράϊαν Ρόμπσον, αρχηγός με το 7 στην πλάτη, ο Φρανκ Στέϊπλετον με το 11 που πήρε τη θέση του υπεράτυχου Στηβ Κόππελ (σταμάτησε εξαιτίας τραυματισμού) και πάνω απ' όλους ο τεράστιος Μαρκ Χιουζ, ο Ουαλλός με τα δύο κανόνια για πόδια. Αυτούς γούσταρα. Γιουβέντους - Λίβερπουλ;
Δεν είμαι με κανέναν, αλλά είναι τελικός.
 
Έλα όμως που δεν τον βλέπει κανένας τον τελικό σε ζωντανή μετάδοση. Είμαι στο σπίτι ενός φίλου σε συνεύρεση πιο νέρντ κι απ΄το «Revenge Of The Nerds» και περιμένουμε να αρχίσει το ματς. Ξαφνικά, η Κέλλυ Σακκάκου ανακοινώνει στην τηλεόραση ότι έχουν γίνει τρομερά επεισόδια με νεκρούς στο Χέϋζελ ΤΩΝ Βρυξελλών και η μετάδοση «αναβάλλεται». Ανεβαίνουμε στην ταράτσα της πολυκατοικίας και κοιτάμε το Λουτράκι, μέχρι που βαριόμαστε και το διαλύουμε. Την άλλη μέρα μαθαίνουμε απ΄τις εφημερίδες για το 1-0 της Γιουβέντους. Την επομένη το βράδυ δείχνει και το ματς σε κονσέρβα. Το πέναλτυ είναι τόσο έξω από την περιοχή που σε βγάζει απ΄τα ρούχα σου. Και αυτός ο Μισέλ ο Πλατινί. Μόνο αυτός πανηγυρίζει σαν τρελλός για το κάλπικο πέναλτυ, ενώ το παιχνίδι είναι στο 60' και όλοι ξέρουν ότι έχουνε πεθάνει καμιά σαρανταριά στις κερκίδες...
 
1986. Πρώτη Λυκείου. Ο τελικός Πρωταθλητριών μία βδομάδα πριν τις γραπτές εξετάσεις, που για πρώτη φορά πρέπει να δώσουμε.
Έχω ζαρώσει δίπλα στο παράθυρο της κουζίνας. Βλέπουμε τον τελικό οικογενειακώς, μαζί μ' έναν μακρινό ξάδερφο, που το ότι η μπάλα είναι στρογγυλή το πληροφορήθηκε κουτσά στραβά απ' το σουμπούτεο. Μπαρτσελόνα εναντίον Στεάουα Βουκουρεστίου στη Σεβίλλη. Τίγκα από Ισπανούς το γήπεδο. Η Μπαρτσελόνα με Σούστερ και Άρτσιμπαλντ (τον ξέρω από την φοβερή Τότεναμ των προηγούμενων χρόνων, Αγγλικό ποδόσφαιρο κάθε απόγευμα Σαββάτου απ΄την ΕΤ-2 και τέτοια). «Θα' ρθει δύο μηδέν αυτή τη φορά», ανακοινώνω με μια ξερή δόση αυθεντίας. Η Στεάουα, ξεψυχισμένο αουτσάϊντερ εξ ανατολικού μπλοκ, παίχτες με φάτσες και κουρέματα αξιολύπητα. Η Μπαρτσελόνα παίζει μέσα στη Σεβίλλη, στην ουσία εντός έδρας. Σίγουρα τα δύο γκολάκια. Με το μυαλό μου.
 
Στο πρώτο ημίχρονο σκληρό και δυνατό παιχνίδι κέντρου. Στο δεύτερο τα πράγματα ζωηρεύουν στην αρχή, μέχρι το 60΄.
Μετά οι της Μπαρτσελόνα αρχίζουν εμφανώς να τα φτύνουνε, καθώς μυρίζονται ότι απέναντί τους δεν είναι τίποτα κουτσάλογα, αλλά 11 Ρουμάνοι καμικάζι με φανέλες αντίντας - μαϊμού, φτιαγμένες με ψυχαναγκαστική ζέση στα ντόπια τους εργοστάσια. Αρχίζω να νιώθω ότι κάτι απροσδόκητο ψήνεται, καθώς η Στεάουα (με Μπελοντέντιτσι μέσα, Ποπέσκου, Λάκατους και λοιπούς αγριεμένους) έχει ξεθαρρέψει και το παιχνίδι πάει για έκπληξη. Και όντως λήγει 0-0, τίποτα και στην παράταση και πάει στα πέναλτι. Και κει, μιλάει ο γίγας Ντουκαντάμ, ο τερματοφύλακας με την ολοπράσινη πράσινη στολή με τις διαγώνιες ρίγες, το ταταρικό μουστάκι και την κορμοστασιά - συνισταμένη Δημήτρη Κοκολάκη και Χαλκ Χόγκαν σε βαλκάνια εκδοχή. Καπακώνει τέσσερα σερί πέναλτυ και στέλνει την Μπαρτσελόνα στο βάραθρο, όλη την ποδοσφαιρική υφήλιο για βρούβες κι εμένα με τα μούτρα στο διάβασμα.

 
 
To be continued...
 
Παναγιώτης Παπαϊωάννου