Τhunder: Backstreet Ασύμφωνυ, επί ημερών Italia Novanta
Monday

22Jun

Τhunder: Backstreet Ασύμφωνυ, επί ημερών Italia Novanta

Δημοσιεύθηκε από:

22/06/2020

Κατηγορία: To Be A Rock And Not To Roll

3522
1η Iουλίου 1990. Στο σπίτι του Γιάννη στο Μετς, στρωμένοι για τον πρoημιτελικό του Italia Novanta, Αγγλία – Καμερούν, με σπόνσορα τη Χάϊνεκεν. Η Αγγλία έχει προκριθεί με μέτριες εμφανίσεις στο δεύτερο γύρο.
Στους 16 aπέκλεισε στο τελευταίο λεπτό της παράτασης το πολύ καλύτερο Βέλγιο, μ’ ένα γκολ απ’ τον Ντέϊβιντ Πλαττ, αυτόν με το αλογίσιο χαμόγελο του παλιού γάλλου ηθοποιού Φερναντέλ.
Το φάουλ απ’ το οποίο προήλθε το γκολ το χτύπησε με μαεστρικό φάλτσο ο άνθρωπος που είναι η ψυχή της Αγγλικής ομάδας. Ο τρελλάρας Gazza. 
Ο 23χρονος Πολ Γκασκόϊν, με το 19 στην πλάτη. Eλλοχεύον προγούλι – καθ’ ότι υπάρχει κάποια έφεση στο να καταπίνει δεκάδες pints- κόκκινο μπεμπέ μαγουλάκι, κούρεμα «καπελλάκι» και τεχνική που κανείς πλην του Γκλεν Χοντλ δεν έχει εμφανίσει στο νησί. Ταχύτητα, δύναμη, ντρίμπλα σε κίνηση, εκτελέσεις ακριβείας στα στημένα και πάνω απ’ όλα συνταρακτική πώρωση στο παιχνίδι του. Έχει γίνει ο φυσικός αρχηγός, αφ’ ότου ο Μπράϊαν Ρόμπσον, όπως έχει επισήμως ανακοινωθεί, «τραυματίστηκε στην προπόνηση» κι επέστρεψε στην Αγγλία.
 
«Για να δω, τί μπάζα έχεις κάνει πάλι, ρε αλήτη;»

 
Ο Γιάννης είναι το μόνο άτομο που γνωρίζω ν’ ακούει rock και metal και νά’ χει αποκτήσει πλήρη στεροφωνική πλάκα με cd player κι ενισχυτή, έχοντάς το μάλιστα εγκαταστήσει στο σαλόνι του πατρικού του. Δεύτερο έτος Α.Σ.Ο.Ε.Ε., οι δικοί του –δεν τους λες και φτωχαδάκια- έναν τον έχουν και δε φαίνεται να του χαλάνε χατήρι. Ανάμεσα στα cd τελευταίας εσοδείας, τα οποία αγοράζει τρία - τρία, βλέπω πάνω στο χαμηλό τραπεζάκι του σαλονιού με το παχύ κρύσταλλο Bruce Dickinson, Pink Cream 69, Gamma Ray και … ώπα. Εδώ είμαστε. Thunder, το “Backstreet Symphony”.
 
Toυς έχω διαβάσει στο τελευταίο τεύχος του Metal Hammer. Λονδρέζοι με ήχο της θρυλικής βρετανικότητας της δεκαετίας του ’70, Zeppelin, Free, Bad Company. Πήγανε, λέει η ομαδική τους συνέντευξη, στην Αμερική, σε μια σειρά από παρουσιάσεις για ανθρώπους εταιριών, μήπως και συγκινήσουν κανέναν τους και υπογράψουν συμβόλαιο διανομής για τη μεγάλη αγορά.
Σ’ ένα απ’ αυτά τα κλειστά πάρτυ επίδειξης, ενώ εκείνοι παίζουν πάνω στη μικρή σκηνή, βλέπουν ότι οι προσκεκλημένοι, τα κοστούμια των εταιριών, την έχουν πέσει στο μπουφέ και τις μοντέλες, μη δίνοντας σημασία στη μουσική τους. Τα παίρνουν λοιπόν κι αρχίζουν τα βρισίδια και τα σπασίματα, μέχρι που αναγκαστικά, το κακομαθημένο αυτό κοινό αναγκάστηκε να γυρίσει το κεφάλι και να δει, έστω από περιέργεια.
Πολλά βρετανικά σχήματα έχουν προσπαθήσει να πηδήξουν πάνω στο κύμα της δημοτικότητας του hard rock, όμως κανείς τους – με εξαίρεση τους Cult- δε μοιάζει ούτε ηχεί αυθεντικός. Μετά την έλευση των Guns N’ Roses, το αμερικάνικο sleaze/street/hair metal σαρώνει τα πάντα. L.A. Guns, Faster Pussycat, Skid Row, Poison, Circus Of Power, Danger Danger, XYZ, χαμός.
 
Ξέρω, όμως κι ένα κομμάτι τους. Και δεν ξεχνάω τη μέρα και την ώρα που το είδα στο MTV. Λέγεται “Dirty Love” και το έχω δει 23 Ιουνίου το απόγευμα. Η μπάντα τα σπάει χορεύοντας πάνω στα τραπέζια μιας άδειας, μικρής αίθουσας, ενώπιον μιας παρέας από ύποπτα περιποιημένες γκόμενες. Οι οποίες στην αρχή ενοχλούνται, όμως σιγά – σιγά, με το που βλέπουν τους αλητήριους να κλωτσάνε και να σπάνε, φτιάχνονται και μπαίνουν στη φάση, που καταλήγει σε μια αμετροεπή boogie κολασμένη παρτάρα.
Η πιο μπάνικη από τις ξανθιές γράφει με το κραγιόν πάνω σ’ ένα πλαστικό πιάτο ένα μήνυμα στον Danny Bowes, τον τραγουδιστή: “meet me in the back in 10 mins”. Η εξεταστική του 4ου εξαμήνου μαίνεται, όμως το Μουντιάλ έχει ξεκινήσει. Περιμένω, μ’ ανοιχτά παράθυρα και φραπέ ετοιμοπόλεμο ν’ αρχίσει το Κολομβία – Καμερούν, το πρώτο ματς των νοκ-άουτ για τους 16, όταν εντελώς αναπάντεχα, χτυπάει το κουδούνι. Πετάγομαι πάνω, πάω στο ματάκι. Δεν είναι δυνατόν. Η Ειρήνη. Με μια σακούλα στο χέρι και κάτι βιβλία στην αγκαλιά, να καρφώνει άτακτα τη μπίλια στη μέση της πόρτας. Ακόμη κι ευρυγώνια, δείχνει θαύμα.
 
«Ήρθα να διαβάσουμε μαζί Κοινωνιολογία του Δικαίου. Έχω Σημειώσεις. Και πήρα κι απ’ αυτά».
 

Όπου Ειρήνη, μια Μπάρμπαρα Στρέϊζαντ με κορμί μπαλαρίνας και περμανάντ «Ένα Αστέρι Γεννιέται», συμφοιτήτρια, διαμένουσα σε πλάζα Αγίου Παντελεήμονα. Η δε σακκούλα περιείχε έξι κουτάκια από το ελιξήριο του καλοκαιριού: Jim Beam με Cola, ασημένια συσκευασία, με λογότυπο και τα ρέστα, αγορασμένα από την ευφήμως ενήμερη κάβα της Βικτώριας, γωνία 3ης Σεπτεμβρίου και Χέϋδεν.
Ασφαλώς θα χάσω, όχι μόνο το Κολομβία - Καμερούν, αλλά και το βραδυνό Τσεχοσλοβακία – Κόστα Ρίκα. Αντί για Κοινωνιολογία του Δικαίου, καταλήγουμε να κάνουμε τρεις – τέσσερις επαναλήψεις στη λαγνειολογία του αδίκου.
Ευτυχώς, κάτι μέρες αργότερα, η Ειρήνη έδωσε το τελευταίο μάθημα και την έκανε για το πατρικό της – κάπου στη Μέση Γη – και η ιερότης της παρακολουθήσεως του Μουντιάλ της Ιταλίας θα συνεχιστεί απρόσκοπτα. Όμως εκείνοι οι limeys, οι Thunder, έχουν ήδη σημαδέψει τη στιγμή με πυρωμένο σίδερο.
 
https://youtu.be/B6EO7ybR3CE
 
Φαστ φώργουωρντ στα προημιτελικά. Ο Γιάννης του Μετς, με αυτάρεσκο χαμόγελο για το καινούριο του ηχητικό τέμπλο, ανοίγει την ένταση με το τηλεκοντρόλ και πατάει το play.
Το Shes So Fine μπαίνει δυνατά.  Οι τύποι δεν αστειεύονται. Ξερό, στακάτο, hard rock απ’ αυτό που γουστάρουμε. Το πνεύμα του Paul Rodgers κατοικεί στα πνευμόνια του Danny Bowes, όμως δεν μιλάμε για αντιγραφή, ούτε κατά διάνοια. Οι Αγγλάρες δεν είναι τίποτε καραγκιοζάκια τύπου Kingdom Come.
 

 
Οι κιθάρες είναι καθαρές, κοφτερές, χωρίς φτιασίδια, Jeff Beck – Clapton – Page, στο φουλ. Στο “Dont Wait For Me” οι τρίχες σηκώνονται κάγκελο, Luke Morley και Ben Matthews καρφώνουνε ίσια στην καρδιά. Το Higher Ground, προκύπτει αδιανόητα ανεβαστικό, η μπότα χτυπάει στο στομάχι – να που ο ενισχυτής και το cd δικαιώνονται, σα νά’ μαι ένα βήμα μακριά απ’ το σανίδι που πατάνε οι Thunder – και με στέλνει να κάνω εξομοίωση εμβόλου κινητήρα αγωνιστικού της Ντεϋτόνα, καθήμενος στον δερμάτινο καναπέ, με τα πόδια να βαράνε ρυθμικά το μωσαϊκό.
 
 «Για ξαναρίχτο αυτό», αιτούμαι με χαρτόσημο και τα σχετικά. Ο Γιάννης γνέφει επιδοκιμαστικά και πατάει με την άνεση ταχτυδακτυλουργού το κουμπάκι.

“I don't wanna spend my whole life in this town, I can feel it driving me away
Baby you and me were meant for higher ground, we've got to steal away”

 
Εντελώς παράδοξο που με το cd δε χρειάζεται να σηκωθούμε ν’ αλλάξουμε πλευρά. Μετά το ολοσδιόλου ζεπελινικό “Until My Dying Day”, ακούμε το ορμητικό “Backstreet Symphony” κι αμέσως μετά μια power ballad που σε τραντάζει συθέμελα και στο ρεφραίν αθύρματα κι αισθήματα, τα κάνει όλα ίσωμα.  
 
«That's when love walked in through my door
That familiar feeling I had once before
love walked in through my door
And it felt so strange
Like a long lost friend that hadn't changed
Giving me hope again”

 

 
 «Γάααμησε», συνοψίζω, καθώς ορισμένα πράματα δε γίνεται να τα πεις κι αλλιώς. Ο Γιάννης πατάει το pause. «Εδώ που τα λέμε… αυτό είνaι βασικό. Πρέπει να βρούμε και καμιά γκόμενα να πηδήξουμε». Αυτή την ξαφνική χρήση του πληθυντικού, την ξέρω, είναι απόχη, απόπειρα αιχμαλωσίας της διάθεσης του συνομιλητή. Σα να μου φαίνεται ότι ξέρω που το πάει ο ποιητής. «Δε μου λες, εκείνη τη συμφοιτήτριά σου, την Ειρήνη, τη Μπάρμπαρα Στρέϊζαντ, ρε… Πώς θα γίνει να την γνωρίσουμε;».
 
Τον είχα πάρει μαζί μου σ’ ένα πάρτυ συμφοιτητών σε μεζονετόσπιτο στα νότια των βορείων προαστείων, πάει κανάς μήνας. Εκεί την είχε δει. Κι από τη στιγμή που πήρε πρέφα ότι η Ειρήνη με γνώριζε, μου τά’ χε ζαλίσει – σα να μη φτάνανε κάτι ξενερουά Seal και Groove Is In The Heart που βαράγανε απ΄τα ηχεία, όλο το βράδυ – «γνώρισέ μου τη» και «γνώρισε μου τη». Κρύωσε βέβαια όταν παρατήρησε ότι αυτό δε γινότανε, καθώς ένας χαχολοειδής ξανθομπάμπουρας, κοψιά καρμπόν με του Μπο απ’ τους Ντιουκς, την είχε βουτήξει και την πήγαινε μαν του μαν όλο το βράδυ. «Εγώ παιδιά είμαι 3ο έτος Ιατρική» μας συστήθηκε κάποια στιγμή, λες κι ο Τράουτμαν τον είχε παρασημοφορήσει το μαλάκα μία φορά παραπάνω από το Τζώνυ το Ράμπο, για τις αποστολές του στο Βιετνάμ.
 
«Τίν’ αυτό το κυρίζι, ρε μαλάκα;»
 
Εκείνο το βράδυ στο πάρτυ η αλήθεια είναι ότι η Ειρήνη ήτανε για να μαζεύεις σαγώνι απ’ το πάτωμα, με το εφαρμοστό ραντέ φόρεμα στο γρασιδί πράσινο της Εθνικής Ιρλανδίας και το και καλά ντροπαλό, μη μου άπτου στυλάκι.
Εγώ μπορεί να τό’ξερα, από κείνο το απρόοπτο απόγευμα του γύρου των 16 και την κάποια προϊστορία του, ότι δεν ήτανε και τόσο φυσικό, αλλά η μόστρα της, η άτυπη ειδίκευσή της, να ψαρεύει από τα πολλά λιγούργια που τη μαρκάρανε το κατάλληλο. Όμως δεν υπήρχε περίπτωση στο Γιάννη να το πω, να τον στεναχωρήσω. Ούτε να κάνω εκείνο που στη γκάμα των ενδοαρσενικών κωδικών ήτανε το πιο σκληρό κι ακαριαίο: να τον συνεφέρω απότομα, με το να κομπάσω λέγοντάς του τί είχε συμβεί. Μου τό’χανε κάνει κι εμένα κι ήξερα.
Έχει μια ψύχρα που δεν αντέχεται, δεν είν’ ωραίο, πως το λένε. Πετάω κάτι αόριστο, «πού να ξέρω, ρε μαλάκα που μένει και πού μπορείς να την βρείς, ε»; Καλύτερα η όρεξη του Γιάννη και η αλήθεια να παραμείνουν σε αφανή ασυμφωνία. Backstreet Ασύμφωνυ.
 
Ευτυχώς, δε χρειάζεται να προσποιηθώ για πολύ, αφού αρχίζει ο προημιτελικός. Ο Ντέϊβιντ Πλαττ βάζει πάλι την Αγγλία μπροστά με καρφωτή κεφαλιά και φεύγει στον πανηγυρισμό με μάτια και δόντια ορθάνοιχτα, σαν τον Ταζ πού’ βαλε το δάχτυλο στην μπρίζα.
Με ψυχραιμία κι αυτοπεποίθηση, οι Καμερούνιοι κερδίζουνε μέτρα. Μπαίνει μέσα αλλαγή το άλογο του πολέμου, ο 38χρονος Ροζέ Μιλά. Ζητάει μπάλα, μπαίνει στην περιοχή, έρχεται ο Gazza με φόρα, τον ανατρέπει. Πέναλτυ, 1-1. Ο Μιλά, με μαγικό τρόπο, ανεβάζει μέσα σε λεπτά όλη την ομάδα. Κρατάει, μοιράζει στον Εκέκε, 2-1, οι Άγγλοι κουτουλάνε και το Καμερούν το γυρίζει, με τους παίχτες του να χορεύουν και το πλήθος στο Σαν Πάολο της Νάπολι να εκστασιάζεται από τη διαγραφόμενη νίκη των αδύνατων κατά των δυνατών. Όμως η άτσαλη Καμερούνια άμυνα, η πώρωση του Γκασκόϊν, η εκρηκτικότητα και μαζί η πανουργία του Λίνεκερ αποφέρουν στην Αγγλία δύο πέναλτυ. 2-2, δέκα λεπτά πριν το τέλος και το ματς πάει παράταση. 3-2 λίγο μετά, με το δεύτερο πέναλτυ ψιλομούφα και το πέσιμο του Λίνεκερ να είναι για πρώτου ανδρικού. «Τί Ντάνιελ Ντέϊ Λιούϊς, αριστερό μου πόδι και παπάργια».
 

 
Οι πεντακοσάρες φιάλες Χάϊνεκεν έρχονται απ’ το ψυγείο ζευγαρωτές, μαζί με εμαγέ μπωλ ευμεγέθες, φουλ στα κυματιστά πατατάκια Lay’s – δε βρίσκω σε τί κερδάνε τα κλασσικά Τσακίρις, αλλά είναι εξίσου εθιστικά – ενώ ξαναμπαίνει σε repeat το “Backstreet Symphony”.
Η Αγγλία, αδυναμία και των δυονών μας, είναι στον ημιτελικό του Μουντιάλ, για πρώτη φορά μετά το ’66, που δεν τό’χουμε φυσικά, δει, μόνο διαβάσει. Ακούμε το ένα κομμάτι πίσω από τ’ άλλο, τσουγκρίζοντας και πίνοντας απ’ το μπουκάλι. Γερό, γνήσιο, κανονικό hard rock χωρίς φιοριτούρες.
Θα πρέπει να έχουμε ξεπαστρέψει μια ιλαρχία Χάϊνεκεν όταν επιχειρηματολογούμε για ότι το “Girl’s Going Out Of Her Head” σημαίνει κάτι πονηρό, ομόφωνα διακριβώνοντας ότι το “An Englishman On Holiday” σίγουρα για το μουρλάρα τον Gazza θα πρέπει να έχει γραφτεί. «Tottenham παίζει, ένας απ’ τους Thunder δε γίνεται να μην είναι Τότεναμ, ρε μαλάκα !». Σύμφωνα με το απελπιστικά μικρό φυλλαδιάκι του cd που το πιάνω στα χέρια μου με διακριτική απέχθεια σαν πολύχρωμη χαρτοπετσέτα, ο στίχος πάει έτσι :
 
“I had a fight with this German guy- I saw him give my little girl the eye
While he was trying hard to be so cool, I hit him with a stool
Oh yes, alright, I'll be going all night
Gonna drink 'til they take me away
I'm an Englishman on holiday”.

 
Κι έλα τώρα που στον ημιτελικό, μετά από τρεις μέρες στο Τορίνο, οι Αγγλάρες αντιμετωπίζουν τους αχώνευτους Γερμαναράδες, που παίζουν, όπως πάντα, χωρίς να νιώθουνε μία. Με Μπρέμε, Κόλερ, Μπούχβαλντ, Αουγκεντάλερ, η μπάλα αυτή τη φορά δεν φτάνει στον Λίνεκερ. Δεύτερο ημίχρονο και το φάουλ του Μπρέμε χτυπάει στον μαυρούλη Τόνι Πάρκερ, παίρνει ύψος και κρεμάει τη γριά μουριά τον Σίλτον, που δεν προλαβαίνει να πισωπατήσει έγκαιρα για να το αποσοβήσει.
Όμως ο Πάρκερ, παρά το περίλυπο κουταβίσιο βλέμμα του, δεν κωλώνει. Λίγο πριν το τέλος, κάνει ακόμη μια κλασσική βρετανική γιόμα. Η μπάλα σκάει μεσ’ την περιοχή, οι Γερμανοί μπερδεύονται και ο Λίνεκερ κάνει κοντρόλ με το μηρό και τη στέλνει μέσα. Ο Gazza, δείχνει το ρηπλαίϋ,  τρέχει να αγκαλιάσει τον Πάρκερ και τον δείχνει, φωνάζοντας Thats the way I likeIt !!!”. Παράταση.
 
Όταν ο Κρις Γουώντλ σημαδεύει τη ρίζα του δοκαριού μ’ ένα γεμάτο συρτό σουτ, λέω, πάει, την πατήσαμε. Ο Gazza, αφηνιασμένος, στη γραμμή του πλαγίου, ορμάει με τις τάπες και ρίχνει κάτω τον Γιούργκεν Κόλερ, ως ένας κανονικός “Englishman On Holiday”. Βλέπει κίτρινη. Συνειδητοποιώντας ότι αν περάσουν, θα χάσει τον τελικό, κλαίει απ’ τα νεύρα. Ο Λίνεκερ γυρίζει προς τον πάγκο και κάνει νόημα στον Μπόμπυ Ρόμπσον «προσέξετε τον, δεν τον βλέπω καλά». Πράγματι, η τύχη είναι με τους αχώνευτους. Στα πέναλτυ, ο Γουώντλ, για να συγχωρέσει άγνωστου ποιού τις αμαρτίες στέλνει την Αντίντας Ετρούσκο στο Θεό και ο πωρωτικός αρχηγός, ο Στιούαρτ Πηρς, το 3 της Νόττιγχαμ Φόρεστ, που δεν χάνει πέναλτυ ποτέ, σουτάρει άτεχνα, αψυχολόγητα στο κέντρο, στα γόνατα του Μπόντο  Ίλγκνερ, που γίνεται ήρωας.
 
Παρά τα αίσχη του διαιτητή Κοντεσάλ και το ότι οι αχώνευτοι θα κατακτήσουν τελικά το Μουντιάλ χάρις σ’ ένα κάλπικο πέναλτυ που αυτός με κατάδηλη προθυμία θα υποδείξει σε βάρος των κομμάντος Ντιέγκο Μαραντόνα, οι Αγγλάρες θα γυρίσουν στο Λονδίνο επευφημούμενοι ως θριαμβευτές. “The best team of in the history of competitions abroad”.
 
Και το καλοκαίρι του 1990 θα συνεχιστεί απέραντο, αμετανόητο και πλήρες από έρωτες με μπικίνι. Όσο για τους Thunder θα ζήσουν κι αυτοί κάποιους από τους πιο συναρπαστικούς μήνες όλης της καρριέρας τους εκείνο το καλοκαίρι, καθώς θα ανοίξουν το φεστιβάλ του Donington, σ’ ένα επικών διαστάσεων sleaze rock ‘n’ roll combo, μαζί με Poison, Aerosmith και Whitesnake. Όλα έμοιαζαν να τους πηγαίνουν πρίμα. Πράγματι έγιναν το πρώτο βρετανικό συγκρότημα, με καθαρά βρετανικό ήχο, που έδειχνε ότι μπορεί να σταθεί δίπλα στα αμερικάνικα. Με το δεύτερο δίσκο και μερικές σωστές κινήσεις, θα χτυπούσανε εύκολα ένα εκατομμύριο κόπιες και στην Αμερική. Πού να ξέρουν – και πού να ξέρουμε – ότι κάποιοι ετοιμάζονταν να μας φορέσουν έναν αυτοκτονικό απ’ το Σηάτλ ως τον επόμενο ροκ σωτήρα.
 

 
Υ.Γ. 1: Όλες αυτές οι σκηνές, ο Γκασκόϊν να κλαίει στον ημιτελικό, ο καλπασμός του Στιούαρτ Πηρς, το άγρυπνο μάτι του Λίνεκερ, το “Dirty Love” ν’ ακούγεται από γκέττο μπλάστερ μεθυσμένων Άγγλων τρεις και μισή το πρωί πάνω στην πλατεία των Φηρών της Σαντορίνης λίγες βδομάδες μετά το τέλος του Μουντιάλ και χίλιες άλλες εικόνες από κείνο το καλοκαίρι, από τότε που η μουσική ακόμη ήταν ζωντανή και γεννούσε όνειρα και αισιοδοξία, πέρασαν μπροστά από τα μάτια μου το Σάββατο το βράδυ της 19 Μαίου 2018, στη συναυλία των Thunder στο Gagarin.
 
Ο πληθυσμός των 600-700 που βρεθήκαμε εκεί, ήμασταν λίγο - πολύ γνωστοί μεταξύ μας. Γνωστοί από χρόνια, τόσα περίπου όση κι η ηλικία εκείνου του τρομερού ντεμπούτου τους, του “Backstreet Symphony”, που έσκασε αρχές καλοκαιριού του ’90, παραμονές εκείνου του ξεθωριασμένου στις μνήμες των πολλών Μουντιάλ. Όλοι με τα σημάδια του χρόνου πάνω μας, σακκούλες κάτω απ’ τα μάτια, άσπρα τα μαλλιά και μια σχεδόν συνομωτική, βιωματική πεποίθηση ότι αυτοί που θα ανεβούν στο σανίδι ως headliners είναι «δικοί μας άνθρωποι». Δεν είναι κανένα μεγαθήριο, είναι όμως από τα γκρουπ που μας κράτησαν, που μας διατήρησαν κάπως τους κώδικες επικοινωνίας στα άνυδρα χρόνια της εναλλακτικής κλαψομπανιέρας μέσα στην οποία κολύμπησε το ροκ της δεκαετίας του ‘90. Άλλο ένα από τα γκρουπ που δεν περιμέναμε ποτέ να δούμε, κι όμως τόσα χρόνια ακούγαμε και παρακολουθούσαμε. Οι Thunder, live μπροστά μας.
 

Τους αγκαλιάσαμε εξαρχής και κείνοι, εισπράττοντας αυτήν την τόσο ειδικού βάρους για την ζωντανή ροκ επικοινωνία προδιάθεση, μας απέδωσαν τα μέγιστα. Σφιχτοδεμένο, ζωηρό, απολαυστικό σετ με εκτεταμένες εκτελέσεις που χώρεσαν μέσα τους όλη την ενέργεια του Gagarin. Η φωνή του Bowes εντυπωσιακή –  ο 57χρονος από το West Ham του Λονδίνου παραμένει ακόμη και σήμερα. ένας από τους ελάχιστους επάξιους διαδόχους του Paul Rodgers. Όταν, δε, έχεις παίξει, μεταξύ άλλων, δύο φορές στο Donington [1990, 1992] ξέρεις πώς να βγαίνεις μπροστά και να καθοδηγείς ένα πιστό και ανοιχτόκαρδο κοινό. Ο μαέστρος και συνθέτης σχεδόν όλων των μικρο-ύμνων της μπάντας Luke Morley με την κυπαρισσί ζερβοχέρα Gibson να απολαμβάνει κάθε νότα, ο Brian James πίσω απ’ τα τύμπανα, σαν ταχυδυναμική φωτοτυπία του Φιλ Κόλλινς. Όλοι τους, πρωταγωνιστές.
 
Οι εκκενώσεις συναισθήματος υπερκέρασαν ακόμη και κάτι σποραδικές μουρμούρες για τον ήχο, αφού η δύναμη των τραγουδιών είναι δεδομένη και η εκτέλεσή τους ήταν τόσο ενθουσιώδης που σε ενέπλεκε ούτως ή άλλως. Ακόμη κι αν δεν είχες μελετήσει τη δισκογραφία, ακόμη κι αν ήσουν 28, ακόμη κι αν δεν πρόλαβες καθόλου τον τρελλο-Gazza να οργώνει το Sant’ Elia του Κάλιαρι. Μια κλασσική, ξεροκέφαλα στέρεη βρετανική μπάντα που το εννοεί, όπως το εννοούσε πάντα, που μοιράζεται την ευθεία, ηλεκτρισμένη της πραμάτεια, δικαιώνοντας την πορεία και την ύπαρξή της. H μέθεξη στα “Dirty Love”, “Higher Ground”, “Love Walked In” και “Don’t Wait For Me” δεν αφήνει περιθώρια για αμφιβολίες. Όσοι πραγματικά μετράνε, θα βρουν τον τρόπο να γίνουν και καλύτεροι με τα χρόνια.

 

Ο Danny Bowes, κοντοκουρεμένος με το μαλλί άσπρο, αν δεν τό’ξερες, αν δεν άκουγες τη φωνή, θα τον έκανες και βιβλιοθηκάριο σε δανειστική βιβλιοθήκη members only στο Shepherd’s Bush, χαμογελά συνεχώς, διάπλατα. Το χαμόγελό του μεταδοτικό και στο τέλος της βραδιάς, όλοι οι μεσηλικίζοντες ανήλικοι γνωρίζουμε το λόγο, αφού όλοι μας φοράμε περίπου το ίδιο. Οι Thunder έχουν γράψει μια χούφτα τραγούδια που δε θα φύγουν ποτέ από την πρώτη πλευρά του soundtrack της ζωής μας.
 
Υ.Γ. 2:  Ο Γιάννης, τελικά, βρήκε «γκόμενα να πηδήξει». Αυτή που βρήκε, φαίνεται του άρεσε τόσο πολύ, που την παντρεύτηκε κιόλας. Και προόδευσε. Ραγδαία. Ήταν σύμβουλος σε όλες σχεδόν τις κυβερνήσεις που μας έβαλαν στα μνημόνια, μεταξύ 2012 και 2014. Την τελευταία φορά που κόντεψα να πέσω πάνω του στο δρόμο, τον τραβολογούσε αγκαζέ μια κυρία που έκανε μπαμ ότι δεν ήταν η γυναίκα του. Έκανε ότι δε με είδε. Definitely, a dirty love refugee.
 
Υ.Γ. 3: Η Ειρήνη, θρυλείται ότι παντρεύτηκε τον Μπο από τους Ντιουκς, που τελικά έγινε κτηνίατρος. Η ίδια ακολούθησε ένα νομικό επάγγελμα με ελάχιστη κινητικότητα – απ’ αυτά που όταν σηκώνεσαι από την καρέκλα να χαιρετήσεις, σηκώνεται μαζί σου κι η καρέκλα – και εγκαταστάθηκε σε γραφείο κάπου στη Μέση Γη. Έκαναν τέσσερα παιδιά και η ευτυχία τους ήταν τέτοια που κανείς δεν ασχολήθηκε ποτέ μαζί τους ξανά. Definitely, not a dirty love aficionado.
 
Παναγιώτης Παπαϊωάννου