
Tears Are Not Enough: H Καναδική εκδοχή του "We Are The World’’
Tην περίοδο 1983-1985, έλαβε χώρα ένας καταστροφικός λιμός στην Αιθιοπία, με τραγική συνέπεια τον θάνατο 1.200.000 ανθρώπων και τον εκτοπισμό από τις εστίες τους άλλων 2.500.000, ενώ 400.000 αναγκάστηκαν να εγκαταλείψουν την χώρα. Σύμφωνα με τους ιστορικούς, τα αίτια ήταν ποικίλα, από πολιτικά (κακή διαχείριση της οικονομίας, εμφύλιος πόλεμος, δικτατορικό καθεστώς ) έως και κλιματολογικά(παρατεταμένη ξηρασία).
Υπήρξε μια από τις συγκλονιστικότερες στιγμές εκείνης της δεκαετίας και κινητοποίησε ένα παγκόσμιο κίνημα βοήθειας από διεθνείς οργανισμούς αλλά και μεμονωμένα από άλλα κράτη, προκειμένου να ανακουφιστεί ο σκληρά δοκιμαζόμενος λαός της Αιθιοπίας, χωρίς βεβαίως να εστιάζει στις βαθύτερες παθογένειες. Αυτό όμως είναι ένα άλλο θέμα που δεν αφορά την παρουσίασή μας. Η παγκόσμια ανταπόκριση είχε φυσικά όπως ήταν αναμενόμενο και πολύ ισχυρό καλλιτεχνικό αντίκτυπο με αποτέλεσμα την ενεργοποίηση των ανακλαστικών διάσημων μουσικών καλλιτεχνών και παρεπόμενα τα διάσημα μέχρι και στις μέρες μας event. H θρυλική διπλή συναυλία ‘’Live Aid’’ στη Philadelphia των ΗΠΑ και στο Λονδίνο του Ηνωμένου Bασιλείου έγραψε ιστορία. Ακόμη οι ΗΠΑ με το ‘’We Are The World’’ και η Μ. Βρετανία με το Do Thet Know Its Christmas’’, με μπροστάρηδες την ελίτ των Αμερικανών και των Βρετανών αντίστοιχα καλλιτεχνών, συγκέντρωσαν χρήματα για την ανακούφιση των παθόντων συμβολικά, αλλά το ουσιαστικό ήταν ευαισθητοποίησαν την κοινή γνώμη στον πλανήτη. Ασφαλώς εδώ δεν πρέπει να ξεχνάμε και την εξαιρετική κίνηση με το supergroup "Hear N Aid’’ αποτελούμενο από 40 εκλεκτά ονόματα της metal και hard rock σκηνής με εμπνευστή και οργανωτή τον Ronnie James Dio, που μας έδωσε το υπέροχο "We Are Stars’’. Μια λιγότερο γνωστή ιστορία αυτής της υπόθεσης είναι η καναδική μουσική συμβολή που προστέθηκε στις παραπάνω κινήσεις και δυστυχώς επισκιάστηκε, ενώ κάθε άλλο παρά ασήμαντη ήταν. Η ιστορία ξεκίνησε to 1985 όταν ο Quincy Jones, κινητήριος δύναμη και ιθύνων νους πίσω από τους USA for Africa και τη σαρωτική επιτυχία του ‘’We Are The World’’, τηλεφώνησε στον διάσημο Καναδό μουσικό παραγωγό David Foster, από τις μεγαλύτερες μορφές στη παγκόσμια μουσική σκηνή, και του ζήτησε να δημιουργήσει κάτι αντίστοιχο με Καναδούς καλλιτέχνες. Ο Jones αντίστοιχα είχε γράψει το "We Are The World’’(λέγεται μάλιστα ότι έβαλε στον Foster να ακούσει το τραγούδι από το τηλέφωνο) , ως απάντηση στο βρετανικό "Do They Know Its Christmas’’ με εμπνευστή τον Bob Geldoff, το οποίο ως κίνηση είχε προηγηθεί από όλους, το 1984. Ο Geldoff είχε κατορθώσει να συγκεντρώσει πολλά εκατομμύρια δολάρια για τον σκοπό της ανακούφισης του λιμού της Αιθιοπίας. Ο Jones θεωρούσε ότι στην ενέργεια των Αμερικανών καλλιτεχνών, έπρεπε οπωσδήποτε να προστεθεί και μια ανάλογη από τον Καναδά, ένα αντίστοιχο τραγούδι το οποίο θα συμπεριλαμβανόταν στο άλμπουμ ‘’We Are The World’’. Aπό Θεία Πρόνοια, θα έλεγε κανείς, ο Foster είχε ήδη έτοιμο το ‘’καλούπι’’ μιας μελωδίας, από ένα τραγούδι που είχαν ηχογραφήσει οι καλοί του φίλοι και καταξιωμένοι παραγωγοί Paul Hyde και Bob Rock (ναι! ο παραγωγός μεταξύ άλλων του ‘’Dr Feelgood’’ των Motley Crue και του ‘’Black Album’’ των Metallica) μάλιστα με τίτλο που ταίριαζε ‘’κουτί ‘’ στην περίσταση: "Tears Are Not Enough’’. Aπό εκεί και πέρα οι εξελίξεις ήταν ταχύτατες, καθώς τα χρονικά περιθώρια ήταν αρκετά στενά, έχοντας περίπου στη διάθεσή του ο Foster περίπου δέκα μέρες για να παραδώσει ένα ολοκληρωμένο εγχείρημα. Την οργάνωση όλου του project ανέλαβε ο ικανότατος καλλιτεχνικός μουσικός manager Bruce Allen, στου οποίου το studio πήγε μια μέρα του Φεβρουαρίου του 1985 ο Foster, προκειμένου να δουλέψουν πάνω στο τραγούδι. Ο δημιουργικός οίστρος ήταν τέτοιος που μέσα σε δύο ώρες περίπου είχαν ετοιμάσει ήδη όχι απλά ένα demo, αλλά σχεδόν ένα ολοκληρωμένο τραγούδι. Η σημασία της παρουσίας του Bruce Allen ως οργανωτή, ήταν πρωτίστως ότι είχε εξαιρετικές διασυνδέσεις και έχαιρε ιδιαίτερης εκτίμησης από τους περισσότερους μουσικούς αστέρες του Καναδά. Ο πρώτος και καλύτερος που επιστράτευσε δεν ήταν άλλος από τον Bryan Adams, του οποίου ήταν και manager. O Adams έφερε στην ομάδα τον παραγωγό του και στενό συνεργάτη, τον περίφημο Jim Valance. Και οι δυο συνέβαλαν καθοριστικότατα στη δημιουργία και τελική μορφοποίηση και αποκρυστάλλωση του στιχουργικού μέρους του τραγουδιού. Από την άλλη, χάρη στον Allen πάντα, τα μεγάλα ονόματα ξεκίνησαν να εντάσσονται στο μεγαλεπίβολο μουσικό σχέδιο. Έχουμε και λέμε για αρχή και μόνο τους εξής: Johny Mitchell , Neil Young, Kim Mitchell, Gordon Lightfoot, Burton Cummings, Geddy Lee (Rush) και Corey Hart. Θέλετε και άλλους? Τα ονόματα είναι πολλά, αλλά αξίζει τον κόπο να τα αναφέρουμε, oι οποίοι συμμετείχαν είτε ως ντουέτα, είτε στα ομαδικά φωνητικά:
Mike Reno (Loverboy), Aldo Nova, Alan Thicke, Dean Mc Taggart, Frank Mills, Andy Kim, Catherine Mc Clenahan, Tommy Hunter, Tom Cohrane, Sylvia Tyson, Wayne St John, Martha Johnson, Oscar Peterson, Graham Shaw, Ian Thomas, Leroy Sibbles, Robin Duke, Lyona Boyd, Paul Anka, Marc Jordan, Martha Johnson, Paul Shafer, Bruce Murray, Brian Good, Gordon Deppe, Collina Philips, Ainalem Tebeje, Sharon Lee Williams, Jane Sibbery, Richard Manuel, Carol Baker, Alfie Zappakosta, Ronnie Hawkins, Murray Mac Laughlan, Carol Pope, Lisa Dal Bello,Veronice Belivau, Robert Chaleboi, Claude Dyboi, Salome Bey, Marc Holmes, Lorraine Segato. Προσθέστε και από πλευράς ηθοποιών τον αλησμόνητο John Candy, τον Eugene Levy καθώς και την Catherine O Hara. Από πλευράς παραγωγής και οργάνων, έχουμε τον Foster που ήταν ο κύριος παραγωγός αλλά συνέβαλε και στα πλήκτρα, ο Jim Valance βοηθός παραγωγού, μηχανικός ήχου και έπαιξε drums, δύο μέλη των Loverboy, οι Paul Dean και Doug Johnson σε κιθάρα και synthesizer αντίστοιχα. Επίσης οι Bob Rock, Humberto Gatica, Geof Turner, Hayward Parott έδωσαν τα φώτα τους σαν μηχανικοί ήχου. Τέλος η ομάδα ολοκληρώνεται με τους David Sinclair (Straight Linew/Body Electric)στην ακουστική κιθάρα και τον Steven Denroche στη γαλλική κόρνα. Το να συγκεντρωθούν όλα αυτά τα μεγάλα ονόματα δεν ήταν και ότι πιο εύκολο, καθώς όπως ο Bruce Allen λέει ξεκάθαρα: ’’Η Ανατολική και η Δυτική Ακτή του Καναδά δεν ταιριάζουν και ιδιαίτερα μουσικά, ήταν η πρώτη φορά που τους φέρναμε όλους μαζί’’. Όσο για τον απαιτητικό χώρο που χρειαζόταν για την ηχογράφηση ο Allen μαζί με τον Michael Godin της A & M Records, επέλεξαν τα Manta Studios στο Toronto, ένα μέρος απολύτως κατάλληλο, προκειμένου να χωρέσει πολύ κόσμο και κατάφεραν να το κατοχυρώσουν ύστερα από επικοινωνία με τον ιδιοκτήτη τους, τον Andy Hermant, o οποίος δέχτηκε ευχαρίστως. Η μεγάλη μέρα της ηχογράφησης ήταν η Κυριακή 10 Φεβρουαρίου του 1985. Παρά το γεγονός ότι ήταν μια εξαιρετικά παγωμένη καναδική μέρα, πλήθος θαυμαστών είχαν συγκεντρωθεί για να δουν την προσέλευση των μουσικών αστέρων. Η αγωνία του Foster να επιτύχει το εγχείρημα και να τηρηθούν οι προθεσμίες ήταν τέτοια, που την προηγούμενη νύχτα κοιμήθηκε ελάχιστα. Τελικώς όλα πήγαν "ρολόι’’. Το τραγούδι ξεκίνησε με τη φωνή του παλαιότερου και πλέον αξιοσέβαστου καλλιτέχνη, του Gordon Lightfoot, να λέει με ψυχή τον εναρκτήριο στίχο: ’’As everyday goes by...’’ και από κει και πέρα όλοι έδωσαν με φιλότιμο τον καλύτερο εαυτό τους. Σε ένα πόστερ έξω από το studio ήταν γραμμένη από τον ίδιο τον Foster η φράση ‘’Leave your egos at the door’’, προς γνώση και συμμόρφωση και το μήνυμα ελήφθη από όλους. Το αποτέλεσμα ήταν ανώτερο των προσδοκιών. To supergroup που απαρτιζόταν από τουλάχιστον 50 μουσικούς από όλο τον Καναδά ονομάστηκε "Northern Lights’’.
Xαρακτηριστικό του ζήλου που διακατείχε τους συντελεστές προκειμένου να ολοκληρωθεί το έργο, είναι η περίπτωση του Bruce Cockburn, ενός σημαντικού καλλιτέχνη που αδυνατούσε να είναι παρών φυσική παρουσία στην ηχογράφηση διότι βρισκόταν στο Αμβούργο για χάρη του οποίου ο Bruce ταξίδεψε μέσω τεσσάρων ανταποκρίσεων ούτως ώστε να ηχογραφήσει τη φωνή του και να την εντάξει στο τραγούδι. To ‘’Tears Are Not Enough’’ συμπληρώνει αυτό που έλειπε από την Αμερικανική και την Βρετανική προσπάθεια. Εστιάζει με απλότητα στην ουσία του προβλήματος: Tα δάκρυα δεν είναι αρκετά, ποτέ δεν ήταν, αυτό που λύνει προβλήματα είναι η δράση και η πράξη. Κάποιοι ανέφεραν, κριτικάροντας τους Βρετανούς και τους Αμερικανούς, ότι το μεν "Do They know Its Christmas’’ διακρινόταν από την νοοτροπία της Βρετανικής Αποικιοκρατίας, ενώ το δε "We Are The World’’ έδινε την αίσθηση της αφελούς ‘’αμερικανιάς’’ , και ίσως να μην είχαν και άδικο. Υπάρχει και μια παράπλευρη ενδιαφέρουσα ιστορία για το τραγούδι που αφορά ειδικά τον Foster και τον σκηνοθέτη Joel Schumacher. Ήταν εκείνο τον καιρό που ο συνθέτης δούλευε με τον Schumacher πάνω στο soundtrack της διάσημης μετέπειτα Brat Pack ταινίας "St Elmos Fire’’ και ο Foster του είχε προτείνει να χρησιμοποιήσει στην ταινία και το συγκεκριμένο τραγούδι ως instrumental μελωδία, ο σκηνοθέτης όμως το απέρριψε και μάλιστα με άκομψο τρόπο. Όταν όμως το "Tears Are Not Enough’’ πήρε φήμη ως charity song, o Schumacher άλλαξε γνώμη και είπε στον Foster ότι θα ήθελε να το συμπεριλάβει. Ήταν τότε η σειρά του συνθέτη και παραγωγού να αρνηθεί πλέον, κάτι που σύμφωνα με τον Foster ‘’τσάντισε ‘’ τον σκηνοθέτη. Ενώ πράγματι το όλο project συγκέντρωσε όντως την αφρόκρεμα του καναδικού μουσικού στερεώματος, υπήρχαν ωστόσο κάποια ηχηρά και ισχυρά ονόματα που, για διάφορους λόγους, δεν πήραν μέρος σε αυτό. Ο Leonard Cohen έδινε προγραμματισμένη συναυλία στην Κοπεγχάγη στη Δανία τη μέρα της ηχογράφησης. Ο Rick Emmet, frontman των Triumph, που επίσης είχε προσκληθεί, είχε περιοδεία στις ΗΠΑ. Ο Bill Henderson, frontman των Chilliwack και κιθαρίστας, αρνήθηκε να συμμετάσχει, διότι δεν του έδιναν την ευκαιρία να παίξει το σόλο με τον τρόπο που εκείνος ήθελε. Ο Randy Bacman, των Βachman Turner Overdrive, ισχυρίστηκε ότι δεν τον προσκάλεσαν καν να συμμετέχει. Tέλος, ο country τραγουδιστής Stomping Tom Connors, είχε πάρει την απόφαση να απέχει από καλλιτεχνικές δραστηριότητες, ως κίνηση διαμαρτυρίας ενάντια στην πολιτική της τότε καναδικής κυβέρνησης σε θέματα πολιτισμού. Το γενικό response υπήρξε μόνο θετικό και σε συμβολικό, αλλά και σε ουσιαστικό και πρακτικό επίπεδο.
Το "Tears Are Not Enough’’ έφτασε αστραπιαία το νούμερο 1 των Καναδικών charts, έγινε τριπλά πλατινένιο και συνέβαλε στο να συγκεντρωθούν καταρχήν 3.200.000 καναδικά δολάρια υπέρ της Αιθιοπίας. Το ακόμα πιο συναρπαστικό όμως ήταν η αγνή ανταπόκριση των απλών Καναδών πολιτών, οι οποίοι προσέφεραν χρήματα, πραγματικά με όλη τους την καρδιά. Σύμφωνα μάλιστα με τον τότε υπουργό Εξωτερικών του Καναδά Joe Clark, o ίδιος είχε λάβει στο γραφείο του αμέτρητες επιταγές αλλά και μετρητά . Από αυτή την κίνηση, συγκεντρώθηκαν περίπου άλλα 150 εκατομμύρια δολάρια, τα οποία διοχετεύθηκαν μέσω της UNICEF και του Διεθνούς Ερυθρού Σταυρού στην ταλαιπωρημένη χώρα, ενώ ένα 10% διετέθη για βοήθεια σε άπορους του ίδιου του Καναδά. Ιδιαίτερη μνεία θα πρέπει να γίνει στην όλη προσφορά του Bryan Adams στο project, καθώς η όλη του συμπεριφορά καταδεικνύει ότι συμμετείχε με την ψυχή του. Ο Adams δεν στάθηκε μόνο στη συμμετοχή του στο καλλιτεχνικό σκέλος, αλλά πραγματοποίησε πολλά ταξίδια στην Αφρική, δείχνοντας έμπρακτα πόσο τον είχε αγγίξει αυτή η κατάσταση. Επίσης του δόθηκε η τιμή να ερμηνεύσει το τραγούδι στη μια από τις δυο συναυλίες του Live Aid, εκείνη που έλαβε χώρα στη Philadelphia των ΗΠΑ. To δίκαιο είναι, το "Tears Are Not Enough’’ να μη μένει στη σκιά των του αντίστοιχων ‘’συγγενικών’’ προσπάθειών, του αμερικανικού και βρετανικού, αλλά να έχει περίοπτη θέση στη μουσική και όχι μόνο ιστορία, και αυτό, με το πέρασμα των χρόνων φαίνεται πώς γίνεται έστω και σιγά σιγά. Εξάλλου ο πρώτος Δυτικός δημοσιογράφος, που ανέδειξε το θέμα διεθνώς, ήταν Καναδός, ο Brian Stewart του CBC Television. Στη σημερινή εποχή, ευτυχώς για την Αιθιοπία, εκείνη η τραγωδία της κρίσης του λιμού, αποτελεί πολύ μακρινό παρελθόν, και μάλιστα η συγκεκριμένη χώρα είναι πλέον από τις ταχύτερα αναπτυσσόμενες οικονομίες της Αφρικανικής ηπείρου. Κινήσεις όπως το "Tears Are Not Enough’’ αποδεικνύουν περίτρανα, ότι η Τέχνη, πέρα από όλα τα άλλα, έχει τεράστιες δυνατότητες να ενεργοποιεί τη σπίθα της Ανθρωπιάς, που κάθε ένας από εμάς διαθέτει μέσα του. Η Ainalem Tebeje, φοιτήτρια από την Αιθιοπία, που σπούδαζε δημοσιογραφία στον Καναδά το 1985 και την είχαν προσκαλέσει να συμμετάσχει στην ηχογράφηση του τραγουδιού τιμής ένεκεν, συνόψισε την ουσία του θέματος σε μια πολύ επιτυχημένη φράση: "Το κοινό ταυτίζεται συναισθηματικά πολύ περισσότερο με τις διασημότητες παρά με τους πολιτικούς’’.
Δημήτρης Πολίτης
Ροή
