
Tokyo Blade: "Time Is the Fire"
Το πόρισμα βγήκε: οι Tokyo Blade όχι απλώς έχουν επιστρέψει αλλά σκοπεύουν να μας καθίσουν στο σβέρκο για τα καλά. Ό,τι δε πρόλαβε ο Alan Boulton και το υπόλοιπο gang στη χρυσή εποχή της μουσικής που παίζουν, «τρέχουν» να το κάνουν πράξη τα τελευταία 15 χρόνια μετά και την επανεμφάνιση με το “Thousand Men Strong” του 2011.
Η συντριπτική πλειοψηφία των επανενωμένων σχημάτων – μεγάλων ή μικρών - του NWOBHM στον 21ο αιώνα το μόνο που κατάφερε είναι μερικές τουρνέ προς χάριν της νοσταλγίας, άντε και κάποιο άλμπουμ καρπός του στιγμιαίου ενθουσιασμού. Μέχρι εκεί όμως, μέχρι να χαθούν στη λήθη των διαφωνιών, των συγκρούσεων και εν τέλει της αδιαφορίας των μελών που τις περισσότερες φορές δεν ήταν καν τα ιδρυτικά.
Τουναντίον οι Tokyo Blade δε το έβαλαν κάτω. Χαράζουν την πορεία της νέας εποχής παίρνοντας κατεύθυνση αντίθετη με μια χαρακτηριστική συνέπεια και αξιοπρέπεια στις κυκλοφορίες τους. Το κυριότερο είναι πως δεν απαρτίζονται από ούτε καν ένα νέο πρόσωπο. Συνεχίζουν σα μόλις να τελείωσαν τις ηχογραφήσεις του “Night of the Blade” εκεί πίσω στο 1984, έχοντας την άκρατη επιθυμία να τα κάνουν όλα σωστά αυτή τη φορά. Βρήκαν τη νέα και οριστική τους ταυτότητα με το να… επιστρέψουν στις ρίζες τους. Ήδη από το 2011 έχουν κυκλοφορήσει 5 δίσκους, με τον αυθεντικό τραγουδιστή (Alan Marsh) να τους πλαισιώνει το 2017. Το τελευταίο τους πόνημα τοποθετήθηκε στα ράφια στις αρχές της χρονιάς που διανύουμε έχοντας σκοπό να δώσει συνέχεια στο ποιοτικό σερί που τρέχει κυρίως με την έλευση του αρχικού τραγουδιστή, αποδεικνύοντας πως υπό σωστές συνθήκες η λεπίδα του Τόκυο όχι απλώς δε στόμωσε αλλά κόβει επικίνδυνα.
Και για να συνεχίσουμε με την ατμοσφαιρική ταυτότητα της χώρας του ανατέλλοντος ηλίου, το “Μεγάλο Κύμα” του Χόκουσαι θα έβαζα μπροστά για να σκιαγραφήσω σε κάποιον που δε γνωρίζει την πορεία των γερόλυκων οι οποίοι παλεύουν με αδάμαστα κύματα εδώ και πάνω από 40 χρόνια με τα on και τα off τους. Κι όμως έφτασαν αισίως στο 12ο τους άλμπουμ (14 αν προσθέσεις και τα 2 “εκτρώματα” στα μέσα των 90’s), σπουδαίο επίτευγμα από μόνο του. Ξεκινώντας την ακρόαση αμέσως συμπεραίνουμε πως η μπάντα δεν έχει ξεφύγει από τις πρόσφατες καλές της συνήθειες. Παραδίδουν εξαιρετικά δείγματα hard & heavy μουσικής ακροβατώντας από τη μία στους συναδέλφους των πρώτων βημάτων τους και από την άλλη σε μπάντες του αμερικάνικου hard rock (βλέπε Dokken). Εξάλλου το βρετανικό σχήμα ποτέ δεν αρνήθηκε την κλίση στο να γράφει και τέτοιου είδους κομμάτια. Ποιος μπορεί να ξεχάσει το “Someone to Love” ή το “Reckless”.
Στο έτος 2025 προτιμώ το πιο heavy και σκοτεινό τους προσωπείο διανθισμένο από ρυθμούς των μεσαίων ταχυτήτων. Θα συμφωνήσουμε πως γούστα είναι αυτά αλλά εδώ πέρα το κυριότερο είναι πως οι Tokyo Blade δεν παρέχουν συρραφές σκόρπιων ιδεών και στοιχείων. Άψογη ενορχήστρωση, όμορφα hooks, ουσιαστικά solos από τους Boulton - Wiggins, μεστή με σύγχρονο ύφος παραγωγή και τη φωνή του Alan Marsh σε υψηλά επίπεδα πείθουν ότι έχουν ακόμα βενζίνη στο ντεπόζιτο και φωτιά στην καρδιά κι ας προσπαθεί να τους λυγίσει ο χρόνος όπως κάνει με όλους μας. Μάταια, το “Time is the Fire” παρότι δεν είναι προδιαγεγραμμένο για κάτι θρυλικό, δεν απογοητεύει. Ένα επίσης θετικό είναι πως σε σχέση με τις πρόσφατες δουλειές το “Time is…” παρουσιάζεται πιο κατασταλαγμένο, μια ένδειξη που υποδηλώνει πως ο χρόνος μπορεί να λειτουργεί και υπέρ τους τελικά.
Ωστόσο η παλιοπαρέα θα μπορούσε να κρατήσει και κάτι στην άκρη για όταν θεού θέλοντος αποφασίσει να ξαναμπεί στο στούντιο. Σε μειονέκτημα εξελίσσεται η μεγάλη διάρκεια του νέου δίσκου και ο μεγάλος αριθμός των συνθέσεων πολλών εκ των οποίων στα 6 λεπτά (Man on the Stair, Going with the Flow, The Six Hundred). Κάποιοι μπορεί να μη φτάσουν καν στο οκτάλεπτο “Ram” (με θεματολογία τον βασιλιά της Αιγύπτου Ράμση) που είναι και αυτό που ρίχνει την αυλαία.
Η δίψα για να δισκογραφήσουν και να δώσουν στον κόσμο υλικό αντάξιο της ποιότητάς τους, είναι δεδομένη και το “Time is the Fire” μπορεί να μην αγγίζει τις ένδοξες εποχές αλλά είναι ό,τι καλύτερο θα μπορούσε να γράψουν κάτι τύποι που έχουν βαρύ παρελθόν αλλά τα γόνατά τους δε λένε να λυγίσουν. Έχοντας πάψει να προσπαθούν να οσμιστούν την εκάστοτε εποχή με σεβασμό στον εαυτό τους παίζουν αυτό που ειλικρινά γουστάρουν. Κι αν ο δίσκος για τον οποίο γίνεται λόγος διέπεται από κάτι, τότε αυτό είναι η όρεξη.
Αναντίρρητα όποιος “σκοντάψει” πάνω του όχι μόνο δε θα χάσει αλλά θα του δοθεί και το έναυσμα για να «σκάψει» στην εποχή που ήθελε τους Tokyo Blade ένα από τα δυνατά χαρτιά της σκληρής μουσικής. Οι υπόλοιποι που γνωρίζουν τι εστί Tokyo Blade και ήδη απολαμβάνουν τις τελευταίες δουλειές, αναμένεται να προσθέσουν μια ακόμα φωτεινή σελίδα στο κεφάλαιο Tokyo Blade.
ΥΓ. Kudos που επιτέλους από το “Fury” του 2022 επανήλθε με μια σύγχρονη και συγχρόνως επική προσέγγιση στα εξώφυλλα η μασκότ τους, ο Σαμουράι πολεμιστής.
Γράντης Γεώργιος
Ροή

Mammoth WVH: Nέο τραγούδι και βίντεο κλιπ

The Dead Daisies: Δείτε το νέο βίντεο κλιπ

Alliance: "Before Our Eyes"
