27/01/2025
Η δεκαετία του ‘90 δε θα μπορούσε να μπει ιδανικότερα για τους Motley Crue. Μετά από ένα θριαμβευτικό "Dr. Feelgood" (1989) και μια περιοδεία στην όποια τα έπαιξαν, τα έσπασαν και τα ήπιαν όλα, ανανέωσαν το συμβόλαιό τους στην Elektra έναντι 25 εκατομμυρίων δολαρίων σε ένα από τα μεγαλύτερα μέχρι τότε deal της αγοράς.
Και κάπου εκεί συνέβη αυτό που συνέβη σε πολλές πολύ επιτυχημένες μπάντες: αφού τα έχουμε πετύχει όλα, ξεκινάμε να τρωγόμαστε για να περάσει η ώρα. Έτσι χωρίς λόγο ο Vince Neil αποτέλεσε παρελθόν χωρίς μέχρι σήμερα κάποιος να έχει βεβαιώσει αν τον σούταραν ή αν τα βρόντηξε.
Η ουσία είναι ότι μαζί με το δύσκολο έργο της διαδοχής του Feelgood, προέκυψε και η γνωστή επιχείρηση "δίκοπο μαχαίρι" αντικατάστασης frontman. Μέχρι να αποφασιστεί ότι ο διάδοχος θα ήταν ο John Corabi και να αρχίσει να προβάρεται και να ηχογραφείται το νέο υλικό, είχαμε φτάσει ήδη στο 1994.
Ήταν κάτι παραπάνω από σίγουρο λοιπόν ότι το άλμπουμ που ονομάστηκε απλά "Motley Crue" θα ήταν κομβικό για τη καριέρα της μπάντας αλλά και πολύ διαφορετικό από ότι είχαν κάνει πριν.
Πράγματι η μπάντα απέκτησε μεγαλύτερο "βάθος" αφού ο Corabi ήταν εξαιρετικός τραγουδιστής με blues επιρροές, τεχνικά καλύτερος του Neil αλλά και τίμιος songwriter και ρυθμικός κιθαρίστας.
Η δημιουργικότητα εκτινάχθηκε στα sessions με πολλά αξιόλογα κομμάτια να μην καταφέρνουν να συμπεριληφθούν στο άλμπουμ αλλά να τα συναντάμε σε single b-sides αλλά σε ένα επιπλέον EP που κυκλοφόρησε την ίδια εποχή. Η παραγωγή του "Motley Crue" ήταν κρυστάλλινη -έργο Bob Rock- με καταπληκτικό ήχο στις κιθάρες αλλά και στα drums του Tommy Lee. Η όλη ατμόσφαιρα του άλμπουμ όμως αντανακλούσε έντονα αυτό το υπερβολικό άγχος να ακουστεί η μπάντα relevant με την τότε καθολική μόδα του grunge/alternative rock. Κανένας βέβαια δε περίμενε να ακούσει 80s sleaze rock στη διαπασών αλλά είναι αυτή η ισορροπία του παλιού με το νέο και η κατάλληλη προώθηση του άλμπουμ που θα δημιουργούσε τον τέλειο συνδυασμό για να έρθει η εμπορική επιτυχία με ταυτόχρονη αποδοχή από τους παραδοσιακούς fans.
Αυτό το "άγχος" ακούμε στο ‘Uncle Jack’ το οποίο ξεχειλώνεται στο 2ο μισό του με αργόσυρτα instrumental μέρη που θυμίζουν μποτιλιάρισμα στη Κηφισίας. Παρόμοια αργοπορία και συνθετική αμηχανία ακούμε και στα "Till Death Do Us Part" και "Dropping like flies".
O Corabi δασκαλεύεται να τραγουδά πολύ χαμηλά και ενώ καταφέρνει να κάνει καλά αυτό που του ζητείται, οι φωνητικές του ικανότητες φαίνονται πολύ περισσότερο στα πιο παραδοσιακά κομμάτια του άλμπουμ "Loveshine" και "Driftaway" όπου είναι σαφώς πιο απελευθερωμένος.
Ένα χρόνο μετά από την καταιγιστική πρώτη τους εμφάνισ...
Ξεκίνησαν τα όργανα! Η Άνοιξη μπαίνει με τραγούδια κα...
Νέο δίσκο κυκλοφορούν οι Σουηδοί Perfect Plan στις 28 Φεβρου...
Νέο σόλο άλμπουμ κυκλοφορεί στις 28 Φεβρουαρίου ο τραγο...
Το Release Athens 2025 υποδέχεται τον Παύλο Παυλίδη, το Σάββατο ...