Και συμπληρώνει ο Vaughn αναφέροντας πως: "Ήταν περίπου η εποχή που κυριαρχούσε το άλμπουμ, "Whitesnake 87" και αυτό επηρέασε το στυλ μουσικής και της εικόνας μας με οποιονδήποτε τρόπο. Δεν μπορούσες να ανοίξεις την τηλεόραση χωρίς να δεις την Tawny Kitien ή τον Rudy Sarzo να γλείφει το μπάσο του. Το αστείο με όλα αυτά είναι ότι η εικόνα επισκίασε το ταλέντο.
Τελικά, οι μπάντες υπέγραφαν συμβόλαια επειδή έμοιαζαν με τον ρόλο που θα υποδυθούν και δεν είχαν σημασία αν είχαν καλά τραγούδια ή όχι. Οι Whitesnake φυσικά, τα είχαν όλα και έπρεπε να τα μιμηθείς με κάποιο τρόπο. Για να είμαι ειλικρινής, θα έλεγα ότι το τραγούδι "Wings" ξεκίνησε ως μια προσπάθεια να ακουστούμε σαν τους Whitesnake. Συνολικά, νομίζω ότι επηρεαστήκαμε πολύ περισσότερο από τους Bon Jovi, αλλά όταν συναντηθήκαμε για πρώτη φορά το όραμά μου ήταν να εξελίξουμε τους εαυτούς μας σε Night Ranger".
Ψάχνοντας λοιπόν οι Tyketto ένα καλό δισκογραφικό συμβόλαιο έκαναν καθημερινά πρόβες ενώ έπαιζαν σε διάφορα κλαμπ "δένοντας" το σχήμα και παράλληλα έγραφαν τα δικά τους τραγούδια. Το 1990 τους αναλαμβάνει το μάνατζμεντ των White Lion, (Loud N Proud) και στην τελική οντισιόν παίζουν ένα σετ πέντε τραγουδιών σε ένα μεγάλο στούντιο ήχου μπροστά σε ελάχιστα άτομα συμπεριλαμβανομένου, του μάνατζερ τους, Mary Gormley αλλά και του θρυλικού John Kalodner, ο οποίος όταν ολοκληρώθηκε το σετ, δήλωσε ενθουσιασμένος από την φωνή του Vaughn και είπε ότι θα πρέπει να υπογράψουν αμέσως συμβόλαιο.
H συναρπαστική φωνή του Vaughn που μάγεψε μέχρι και τον Kalodner αλλά και που έδωσε το εισιτήριο για να πραγματοποιήσουν μία αξιόλογη πορεία οι Tyketto κρύβει μία ωραία ιστορία από το παιδικά του χρόνια με τον Danny να αποκαλύπτει:
"Νομίζω ότι η πρώτη φορά που κάποιος αποφάσισε ότι θα έπρεπε να τραγουδάω ήταν στο δημοτικό σχολείο. Ήμουν ένα σοβαρά υπερκινητικό παιδί, με μια δυνατή, τσιριχτή υψηλή φωνή που μόλις είχε μεταφερθεί με υποτροφία από ένα δημόσιο σχολείο της Νέας Υόρκης σε ένα πολύ αποκλειστικό ιδιωτικό σχολείο στην ανατολική πλευρά της πόλης. Ξαφνικά περιτριγυριζόμουν από ένα εντελώς διαφορετικό είδος ανθρώπου. Αυτά ήταν τα παιδιά του πλούτου και των προνομίων, και ήμουν πολύ εκτός τόπου. Για να αντισταθμίσω, έτρεχα περισσότερο και έκανα ένα θέαμα του εαυτού μου.
Ένας δάσκαλος μακριά σκεπτόμενος αποφάσισε ότι ο καλύτερος τρόπος για να διοχετευθεί όλη αυτή η ενέργεια και ο θόρυβος ήταν να με βάλει σε ένα επιπλέον μάθημα το οποίο ήταν η χορωδία. Ήμουν ακριβώς στην ηλικία που μπορούσα να εκτιμήσω ότι ήμουν σε ένα δωμάτιο με πολύ περισσότερα κορίτσια από τα αγόρια και ήμουν σε θέση, υπό επίβλεψη, να είμαι τόσο δυνατός όσο ήθελα να είμαι!
Το λάτρευα και μέσα σε μόλις ένα μήνα περίπου, τραγουδούσα το πρώτο μου σόλο σε μια εκκλησία. Ονομάστηκε "Pie Jesu" και το σόλο γράφτηκε αρχικά για τους καστράτες (ευνουχισμένοι ερμηνευτές) των παλιών χορωδιών των αγοριών στην αναγέννηση. Θυμάμαι ότι ήμουν πολύ μικρός και ξαφνικά τραγουδώντας ολομόναχος και βλέποντας όλους τους γονείς να σέρνουν το λαιμό τους για να δουν από πού ερχόταν αυτός ο ήχος. Το κέντρο της προσοχής, ήμουν! Και από τότε ποτέ δεν κοίταξα πίσω".

ALBUMS
"Don't Come Easy" (1991):
Με την βοήθεια της πανίσχυρης Geffen Records, του John Kalodner και του διάσημου παραγωγού Richie Zito (Heart, Bad English, Poison, κ.λπ.) οι Tyketto κυκλοφορούν τον παρθενικό τους δίσκο που αποτελεί ένα μικρό διαμάντι στον χώρο του αμερικάνικου μελωδικού hard rock. Σχεδόν όλα τα κομμάτια, είναι ένα και ένα, με την σαγηνευτική φωνή του Danny Vaughn να σε απογειώνει, σε κάθε σύνθεση. Ο δίσκος ξεκινά με το μνημειώδες "Forever Young" όπου η περίφημη εκπομπή του MTV, Headbanger’s Ball το έκανε δημοφιλές στο ευρύ κοινό. Ο Vaughn αναφέρει μία μικρή ιστορία για τον ροκ ύμνο της μπάντας:
"Κάθε δίσκος έχει το πρόβλημά του και αυτό ήταν δικό μας. Το "Forever Young" ήταν ο λόγος που μας υπέγραψαν. Όμως οι άνθρωποι της δισκογραφικής προσπαθούσαν να μας επιβάλλουν μία νέα εκτέλεση σε σημείο να μας αναγκάσουν να το ξανακάνουμε περίπου 12 φορές και μας το έστελναν πίσω. Ευτυχώς όμως, ο παραγωγός μας, ο Richie Zito, είχε βαρεθεί και συνειδητοποίησε ότι κάναμε το λάθος να τους ρωτήσουμε αν ήταν εντάξει. Την τελευταία φορά, τους το στείλαμε την πρώτη εκδοχή που το είχαμε ηχογραφήσει και το δέχτηκαν αποδεικνύοντας πόσο ανόητοι ήταν που όλο το προηγούμενο διάστημα απέρριπταν την αρχική εκδοχή του κομματιού".
Όσο για τους στίχους του "Forever Young" ο Vaughn προσθέτει πως:
"Απλά θέλαμε να γράψουμε έναν ροκ ύμνο που θα περιλαμβάνει ένα καθολικό μήνυμα και θα αφορά όλους μας. Προσπαθούσαμε πολύ σκληρά να γίνουμε σαν τους Bon Jovi εκείνη τη περίοδο".
Έπειτα ακολουθεί μία σειρά καθηλωτικών συνθέσεων, αρχικά με το αριστουργηματικό "Wings" που είναι βασισμένο σε μία υπέροχη μελωδία και έπεται το aor/ hard rock "Burning Down Inside" που περιλαμβάνει ένα φοβερό ρεφρέν με την φωνή του Danny Vaughn να φτάνει στα ουράνια. Το "Seasons" ξεκινά λυρικά, με κυρίαρχες τις ακουστικές κιθάρες και στην συνέχεια εξελλίσσεται σε ένα μικρό δυναμίτη με τους Tyketto να μεγαλουργούνκαι ενορχηστρωτικά ενώ οι ρυθμοί πέφτουν στην συνέχεια με την θαυμάσια μπαλάντα "Standing Alone". Το "Standing Alone" σύμφωνα με τον Danny ήταν από τα πιο αγαπημένα κομμάτια των οπαδών και το θεωρεί από τις πιο συγκινητικές μελωδίες που έχει τραγουδήσει. Το "Lay Your Body Down" κινείται ανάμεσα σε Bon Jovi και Whitesnake ενώ το "Walk On Fire" έχει μία αχρείαστη ακουστική εισαγωγή και "διορθώνεται" στην συνέχεια με την μπάντα να ροκάρει στο ύφος που την αγαπήσαμε. Το "Nothing But Love" έχει ένα άψογο Bon Jovi-ικό ρεφρέν. Το "Strip me Down" κάνει μία πανέξυπνη εισαγωγή με την φυσαρμόνικα (παίζει ο Danny Vaughn) να χρωματίζει όλη τη σύνθεση συνοδευμένα από δυναμικά κιθαριστικά κοψίματα από τον Brooke St James συνεπικορούμενα από τον ντράμερ Michael Clayton και την δεξιοτεχνική απόδοση του μπασίστα Jimi Kennedy. Το άλμπουμ κλείνει με έναν ακόμη hard rock ύμνο το "Sail Away". Στην επανέκδοση του 2009 από τη Rock Candy Records υπάρχει μία επιπλέον εξαιρετική σύνθεση με τίτλο "Walk Away"
"Strength in Numbers" (1994):
Η ατυχία της συγκεκριμένης κυκλοφορίας ήταν ότι συνέπεσε στο απόγειο της grunge πραγματικότητας, με συγκροτήματα όπως οι Nirvana, οι Pearl Jam και οι Soundgarden ήδη να κυριαρχούν στέλνοντας στο περιθώριο μπάντες όπως οι Tyketto σε σημείο να τους εγκαταλείψει και η δισκογραφική τους εταιρία. Το μόνο θετικό ήταν ότι η Geffen τους επέτρεψε να πάρουν το υλικό τους και να το κυκλοφορήσουν σε άλλη δισκογραφική εταιρία. Παρόλη την αρνητική συγκυρία και την αλλαγή μπασίστα όπου ο Jaimie Scott αντικατέστησε τον Jimmy Kennedy, το "Strength in Numbers" έκανε αίσθηση. Όλος σχεδόν ο δίσκος αποτελείται από καλοφτιαγμένες hard rock δημιουργίες με προσεγμένες μελωδικές γραμμές και την φωνή του Danny Vaughn, να προσδίδει ένα γοητευτικό αποτέλεσμα. Φανταστικό ξεκίνημα με το καταιγιστικό ομότιλο κομμάτι και έπεται το δαντελωτό "Rescue Me". Απέραντος λυρισμός με το "The End Of The Summer Days" ενώ το "Ain't That Love" είναι σύνθεση του μπασίστα James Lomenzo (White Lion) με τα πλήκτρα του Paul Mirkovich (Janet Jackson, Cher, Nelson Whitesnake) να δίνουν ένα πρόσθετο southern χρώμα στο κομμάτι ενώ το "All Over Me" θυμίζει Aerosmith και το "Meet Me In The Night" τους Bon Jovi. To "Inherit The Wind" δυναμικό και επιβλητικό και η υπέροχη μπαλάντα "Standing Alone" (που υπάρχει και στον ντεμπούτο της μπάντας) κλείνει συναισθηματικά το "Strength in Numbers".
"Shine" (1995):
To τρίτο άλμπουμ των Tyketto έχει μία σημαντική αλλαγή αφού στο μικρόφωνο βρίσκεται ο Steve Augeri (Tall Stories, μετέπειτα Journey) στη θέση του Danny Vaughn, ο οποίος άφησε το συγκρότημα για να φροντίσει τη σύζυγό του, η οποία έπασχε από καρκίνο. Οι συνθέσεις και ο ήχος της μπάντας είναι προσαρμοσμένος στην grunge ήχο εκείνης της εποχής με την σημαντική διαφορά όμως ότι στο "Shine" κυριαρχεί περισσότερο το feeling των '70s θυμίζοντας μπάντες όπως τους Led Zeppelin, Mountain και Grand Funk ενώ δεν λείπουν και οι αναφoρές στους Mr. Big. Ξεχωρίζουν τα, "Jamie", "Radio Mary" (απίθανα δεύτερα γκόσπελ φωνητικά και επιρροές από Black Crowes), το "Let It Go" (θυμίζει The Cult), το αργόσυρτο μπλουζιάρικο "Long Cold Winter" και το ομότιτλο τραγούδι. Επίσης το κορυφαίο κομμάτι του άλμπουμ είναι η εκπληκτική μπαλάντα "I Won't Cry" σε ύφος Purple Rain (Prince) που απογειώνεται από το θαυμάσιο κιθαριστικό σόλο του Brooke St. James και την συγκλονιστική ερμηνεία του Steve Augeri.
Προσωπικά θεωρώ το "Shine" ότι είναι υποτιμημένο άλμπουμ μιας διότι μπορεί να μην κυριαρχούν εκείνα τα μελωδικά στοιχεία των προηγούμενων δίσκων όμως αν ακούσετε το "The Ballad Of Ruby" και το απίθανο φανκοειδές "High" θα διαπιστώσουν και οι πιο δύσπιστοι πόσο σπουδαία αλλά και συνάμα αδικημένη μπάντα είναι οι Tyketto.
Οι Αμερικανοί hard rockers βλέποντας ότι η ανταπόκριση κοινού και των αντζέντηδων έπεφτε κατακόρυφα διαλύθηκαν το 1996 μετά το άλμπουμ “Take Out & Served Up Live” και τα μέλη της μπάντας πήραν ξεχωριστούς δρόμους.
Το 2004, οι Tyketto έκαναν μία περιοδεία επανασύνδεσης με την αρχική τους σύνθεση και το 2007 ανανέωσαν το ραντεβού της επανασύνδεσης δηλώνοντας ότι αυτή ήταν η "τελευταία φορά" (πόσες φορές το έχετε ακούσει άραγε) που τα αρχικά τέσσερα μέλη, ή οποιοδήποτε άλλο line up, θα έπαιζαν ποτέ με το όνομα Tyketto. Παράλληλα το συγκρότημα κυκλοφόρησε το "The Last Sunset – Farewell 2007" που αποτελείται από επανεκτελέσεις δικών τους τραγουδιών, που είχαν κυκλοφορήσει προηγουμένως και ακυκλοφόρητα τραγούδια από διάφορα demo. Παρ όλες τις ανακοινώσεις όμως οι Tyketto και το 2008 συνέχισαν να εμφανίζονται ζωντανά σε "Hard In Rio 2", επιλεκτικά σε ευρωπαϊκές πόλεις και στο περίφημο Firefest ενώ και τις επόμενες χρονιές υπήρξαν σποραδικές συναυλίες.
"Dig in Deep" (2012):
Το συγκρότημα συνέχισε τη δράση του κάνοντας κατά διαστήματα περιοδείες μέχρι που με την αυθεντική σύνθεση (Vaughn, St James, Clayton, Kennedy) κυκλοφόρησαν το 2012 το τέταρτο άλμπουμ τους, “Dig in Deep”, στο οποίο ο κιθαρίστας Brooke St James εμφανίστηκε για τελευταία φορά. Το 2012 η μπάντα προσπαθεί να κάνει ένα δυναμικό comeback κυκλοφορώντας τέταρτο στούντιο άλμπουμ και επιστρέφοντας στο μικρόφωνο ο Danny Vaughn. Οι συνθέσεις ακολουθούν την hard rock πεπατημένη χωρίς να ενθουσιάζουν οι περισσότερες αλλά ακούγονται καλοδουλεμένες και δυνατές.
Τραγούδια που ξεχωρίζουν είναι το εκρηκτικό "The Fight Left In Me", το "Faithless" τα μελωδικά "Evaporate" και "Monday" καθώς και το ομότιτλο πιασάρικο "Dig in Deep". Γενικά το "Dig in Deep" είναι μία μέτρια κυκλοφορία που δεν δείχνει το πραγματικό συνθετικό ταλέντο της μπάντας.