Ricky Medlocke (Blackfoot, Lynyrd Skynyrd): 10 αγαπημένα τραγούδια

26/02/2025

Κατηγορία: Rocktime Songs

3354

Κατά μια έννοια μπορούμε να πούμε πως ο Φλεβάρης και συγκεκριμένα το δεύτερο μισό του είναι υπόθεση των Lynyrd Skynyrd. Πως; Γιατί; Στις 17 του μήνα έχει τα γενέθλια του ο Ricky Medlocke.

 

Ένα δεκαήμερο αργότερα τον ακολουθεί ο Johnny Van Zant που μπαίνει στα 65 του χρόνια. Εμείς όμως θα έχουμε την τιμή να ασχοληθούμε με το πρώτο όνομα, τον θηριώδη Ινδιάνο, τον άνθρωπο που το DNA του κρατάει από τις φυλές των Λακότα Σιού και Τσερόκι και που στα μέσα του μήνα που μας αποχαιρετάει σιγά σιγά, έγινε 75 ετών.
Ο Medlocke βέβαια δεν είναι γνωστός για τις ινδιάνικες ρίζες αλλά κυρίως γιατί έχει ένα εξαιρετικό ταλέντο σα μουσικός και που κάποιες  δεκαετίες παραπάνω από όσες περπατάω σε αυτό τον κόσμο, το εξασκεί και το εξελίσσει με θαυμαστό τρόπο.
Έχει γράψει πολλά τραγούδια, έχει συμμετάσχει συνθετικά σε ακόμα περισσότερα και στο τέλος της ημέρας αυτά είναι που «μιλάνε» στα αυτιά μας. Είπα λοιπόν να πονοκεφαλιάσω ευχάριστα και να διαλέξω μια δεκάδα τραγουδιών στα οποία ο εορτάζοντας υπέγραψε με την πένα του. Πατήστε το Play, βάλτε στο γυαλί κανένα εύκαιρο μπερμπονάκι και αφήστε τη ψυχή σας να ευφρανθεί.
Ξεκινάμε…

Highway Song (1979)
Ωραία αρχή στη συνθετική διαδρομή του επιβλητικού Ινδιάνου με το πληρέστερο και για πολλούς καλύτερο κομμάτι των Blackfoot.
Με τους Blackfoot ο Medlocke συστήθηκε για τα καλά σε ένα ευρύ κοινό όχι μόνο αυτό του southern rock αλλά εν γένει της rock μουσικής στην απέναντι άκρη του Ατλαντικού. Δικαιωματικά το «Τραγούδι του Αυτοκινητόδρομου» κατέχει το ρόλο του δικού τους «Free Bird», οικοδομημένο πάνω στα πρότυπα της μεγάλης επιτυχίας των αδελφικών Lynyrd Skynyrd. Αν και σκοπός μου είναι να ξεγλιστρώ αποφεύγοντας τις ταμπέλες παντός είδους, δύσκολα διαφωνώ με το συγκεκριμένο παραλληλισμό. Θα αποτελέσει το έταιρο single του «Strikes», του δίσκου που το 1979 «χτύπησε» σα την κόμπρα του εξωφύλλου και ήταν η αρχή ενός καλού σερί ποιοτικών κυκλοφοριών. Από εκείνο το σημείο και έπειτα δε τους έβγαζε τίποτα από το χάρτη της νότιας πλευράς του rock.  
Όσο για το «Highway Song», τον ύμνο μηχανόβιων, φορτηγατζήδων και πολλών άλλων «blue collar» ανθρώπων που ο δρόμος είναι η ζωή τους ηθελημένα ή και μη, συνελήφθην, που αλλού, στο δρόμο εν μέσω μια περιοδείας. Μπορείς να ταυτιστείς με όποια λεωφόρο επιθυμείς ωστόσο στο «Highway Song» Route 81 που έχει πορεία προς το New Jersey έχει τον πρωταγωνιστικό ρόλο. Σε κάποιο χιλιόμετρό του ο Rickey ξεκίνησε να το «χτίζει» αραχτός στο tour bus και μέχρι να φτάσουν στο Winchester της Βιρτζίνια άρχισε να το παίζει δειλά δειλά, χρησιμοποιώντας τίτλους τραγουδιών από τα προηγούμενα άλμπουμ τους για στίχους!!

"Left Turn on a Red Light" (1979)
Θα μπορούσε κάλλιστα να «διπλώσει» με το «Highway Song» ως το δεύτερο single του «Strikes». Το «Left turn on a Red Light» έμεινε σαν το κρυφό χαρτί του τρίτου δίσκου των Blackfoot ο οποίος κακά τα ψέματα ξεχειλίζει από τέτοια κομμάτια (και αρκετές διασκευές). Δε ξεφεύγουμε από τους ανθρώπους της διπλανής πόρτας αλλά και του ταξιδιάρικου feeling στο στιχουργικό τομέα με τον ήρωα του «Left turn…» να βρίσκεται σε ένα σταθμό τρένων κρατώντας στο χέρι ένα εισιτήριο δίχως επιστροφή, νιώθοντας μοναξιά και αναπολώντας με έναν αέρα μετάνοιας το παρελθόν με τη σύντροφό του και τις ξέγνοιαστες ημέρες της νιότης. Η κιθάρα που σε εισάγει στο τραγούδι θέτει τον τόνο και τα συναισθήματα που θα σε συνεπάρουν αν και στη συνέχεια γίνεται πιο groovy και κλασσικοροκάδικο. Μια ακόμα σύνθεση που εξάρει την ερμηνευτική ικανότητα του Medlocke όπως και την κιθαριστική του δεινότητα.

"Diary of a Working Man" (1981)
Τι να πρωτοδιαλέξεις από το πιο βαρύ - στα southern rock πλαίσια πάντα – δισκογραφικό πόνημα των Blackfoot; Πάντως το «Diary of a Working Man» είναι αυτό που ξεχωρίζει λίγο παραπάνω. Κι αν το «Highway Song» είναι το «Free Bird», το τρίτο στη σειρά τραγούδι του «Marauder» για πολλούς fans είναι το δικό τους «Stairway to Heaven». Δεν απέχει πολύ από την αλήθεια ειδικά αν αφήσεις να σε αγκαλιάσουν τα φωνητικά του «παιχνιδίσματα» σαν ένα Robert Plant από το Τζάκσονβιλ. Τα χαρτιά που έχει κρυμμένα στο μανίκι ο Medlocke δεν φαίνεται να έχουν τέλος. Ονειρικό στην ακουστική του μεν, εφιαλτικό στιχουργικά δε με τον άνθρωπο της κατώτερης τάξης που παλεύει καθημερινά για ένα κομμάτι ψωμί να βλέπει όλα του τα όνειρα να πνίγονται από ανθρώπους υποθετικά προνομιούχους κάνοντάς τον να ξυπνάει ουρλιάζοντας στη σκληρή πραγματικότητα. Εμπνευσμένο από τον εορτάζοντα και βασισμένο πάνω σε ένα φιλμ που παρακολουθούσε όταν το τέλος του τον άφησε με ένα πυροβολισμό και μια μαύρη οθόνη κάνοντάς τον να αναρωτιέται αν ο τραγικός ήρωάς αυτοκτονεί ή διαπράττει φονικό (σχεδόν το ίδιο με διαφορετικές συνέπειες).

"Teenage Idol" (1983)
Το «Siogo» του 1983 θα αποτελέσει το τέλος του σερί όπου οι Blackfoot «σκόραραν» κομματάρες κατά ριπάς. Στο επόμενο «Vertical Smiles» του 1984 προσπάθησαν λίγο πιο ξεδιάντροπα να καθίσουν με τη νεολαία της εποχής, αντάλλαξαν τα Τζακ Ντάνιελς τους με μερικά Μαρτίνι και αυτό είχε ως συνέπεια να παραγίνουν κάτι που δεν ήταν εξ’ αρχής (80’s και AOR). Αντιθέτως το «Siogo» είναι ο τέλειος συνδυασμός ανάμεσα στο παρελθόν και το τότε παρόν.
Επί της ουσίας θα αποτελέσει το λαμπρό κύκνειο άσμα της πρώτης και πασίγνωστης περιόδου τους, τουλάχιστον έτσι θέλω εγώ να το θυμάμαι. Όταν η προώθηση για το «Marauder» έφτανε στο τέλος της οι Blackfoot είχαν ήδη αποφασίσει να γίνουν κουιντέτο. Έτσι με την παρουσία του Ken Hensley και της ικανότητας που είχε στο να παράγει σουξέ, έγραψαν τραγούδια που παίζονται ακόμα και τώρα στις rock αίθουσες. Το πιο βασικό είναι το «Teenage Idol». Μόνο μη πέσετε πάνω στο βιίντεοκλίπ του. Στο πεντάλεπτο που διαρκεί απλά κλείστε τα μάτια ή σπριντάρετε προς την τουαλέτα. Κατά τ’ άλλα η radio friendly αύρα του δε θα σας αφήσει όλη μέρα χωρίς να τραγουδήσετε έστω και μισή φορά το ρεφραίν του.



"Crossfire" (1983)
Το Hammond του Hensley γλυκίζει την ατμόσφαιρα ακόμα ενός τραγουδιού που είναι ένα crossover της σκληράδας του κλασσικού rock και της βελούδινης υφής του AOR. Κάτι τέτοιες συνθέσεις στο «Siogo» πάντα μου θύμιζαν μια ακόμα παραγνωρισμένη μπάντα της εποχής, τους Axe. Επιβλητική και εδώ η φωνητική δύναμη του Medlocke. Η χροιά του στο «Crossfire» τόσο καθαρή αλλά και αντρίκια συγχρόνως. Αναμφισβήτητα μπαίνει στη λίστα των αξιομνημόνευτων τραγουδιών τόσο του υψηλόσωμου κιθαρίστα/τραγουδιστή όσο και της δισκογραφίας των Blackfoot χωρίς κάτι το αξιέπαινο στιχουργικά με τον Medlocke να τραγουδάει για γκομενοπεριπέτειες, ίσως και τις δικές του.

"Driving Fool" (1983)
Πιο έντονα διατυπωμένη τη διασταύρωση ανάμεσα στα southern με τα πιο «σκληρά» χρόνια των Blackfoot, την πετυχαίνουμε στο δαιμονισμένο και τρεχαλατζίδικο «Drivin’ Fool». Εδώ η μπάντα του Medlocke μόνο σα… χαζή δε τρέχει, προσφέροντας στον ακροατή έναν πυραυλοκίνητο ύμνο για ιδρωμένες νύχτες πίσω από το τιμόνι. Φυσικά το γυναικείο στοιχείο δε λείπει από τις στιχουργικές στροφές αν και το μήνυμα στο τέλος της ημέρας είναι πως ο δρόμος μας καλεί όποιος κι αν περιμένει στο κρεβάτι για να σε καληνυχτίσει ή να σε καλημερίσει.



"Still Unbroken" (2009)
Το 1996 ο Rick Medlocke κλείνει τον κύκλο που άνοιξε για πολύ λίγο στις αρχές των 70’s. Μπαίνει στις τάξεις των Lynyrd Skynyrd και παίρνει θέση στα «φτερά» τους για τα καλά αυτή τη φορά. Είναι μέλος τους μέχρι και σήμερα. Συνέπραξε με τους υπόλοιπους «κωλόβλαχους» της πιο γνωστής southern μπάντας ever σε μερικά από τα πιο γνωστά σύγχρονα τραγούδια του rock από τον Αμερικάνικο Νότο. Ο βασικότερος εκπρόσωπος δεν είναι άλλος από το «Still Unbroken», η κορωνίδα των Skynyrd στη δεύτερη και όπως δείχνουν όλα τελευταία περίοδό της διαδρομής τους.
Το βασικό single του «God & Guns» δε σου αφήνει και πολλά περιθώρια, δίνοντας ένα στίγμα του attitude που έχουν οι Skynyrd ύστερα από όλες τις περιπέτειες που έχουν περάσει και τους έχουν σκληρύνει αντί να τους μαλακώσουν. Τους κάνουν αδιάσπαστους. Η βασική του ιδέα ήταν παραχωμένη σε κάτι κασσέτες του Gary Rossington πριν ακόμα και απ’την εποχή του «Vicious Cycle» του 2003. Συγκεκριμένα γράφτηκε ύστερα από το θάνατο του Leon Wilkeson (2001) όταν ο Huey Tommason των Outlaws πάσαρε το βασικό σκελετό της σύνθεσης στη μπάντα. Medlocke, Van Zant και Rossington το ανέλαβαν και το μετέτρεψαν σε ένα commercial «τέρας» που χρησιμοποιήθηκε μέχρι και στο WWE.

"Floyd" (2009)
Ένα από τα κρυφά όπλα της 13ης δισκογραφικής κυκλοφορίας των Skynyrd είναι αναμφίβολα το «Floyd» και υπογραμμίζει την τάση της θρυλικής μπάντας να εκσυγχρονιστεί και να ακουστεί σαν ένα σχήμα που πήρε σάρκα και όστα στον 20ο αιώνα αλλά με την εμπειρία δεκαετιών. Θα μπορούσε να είναι μέρος οποιουδήποτε «Red Dead Redemption» soundtrack και απ’ όσο έχω διαβάσει έχει σταθερή θέση στην playlist των gamers του παγκόσμια φημισμένου καουμπόικου παιχνιδιού. Δε μπορούμε να παραβλέψουμε επίσης πως φλερτάρει ανοιχτά με το stoner και την ατμοσφαιρική, σχεδόν ψυχεδελική πλευρά του. Η ατμόσφαιρα έρχεται να γίνει ακόμα πιο βαριά όταν διαβάζεις την ιστορία πίσω από το «Floyd» όπου αναφέρεται σε έναν ένοχο για φόνο κατά την αστυνομία αλλά αθώο κατά την κρίση του κόσμου που στο τέλος δίνει ψεύτικες πληροφορίες στους εκπροσώπους του Νόμου ώστε να φυγαδεύσει τον αντι-ήρωα.

"Unwrite That Song" (2009)
Ίσως η αγαπημένη μπαλάντα των Skynyrd του 2000. Είναι μελιστάλαχτο και πηγαίνει όσο δε πάει στη ρομαντική πλευρά της τεράστιας και φίσκα στο χρήμα αγοράς της country μουσικής, εξοργίζοντας μια μερίδα των σκληροπυρηνικών οπαδών του Skynyrd Nation που όμως ποτέ δε θεώρησε και αυθεντικό το αγαπημένο τους σχήμα από τα 80’s και έπειτα. Παρολ’ αυτά όπως λέει και ο Ronnie Van Zant «οι Lynyrd Skynyrd απέχουν από τη βασική έννοια του γκρουπ. Είναι απλά ένα μάτσο φίλοι που παίζουν την αγαπημένη τους μουσική» και στην προκειμένη φάση της μπάντας δεν υπήρξε στις τάξεις της ούτε ένα ξένο σώμα που να «νοθεύει» το τελικό αποτέλεσμα.   

"One Day at a Time" (2012)
Ένα ακόμα κομμάτι που είχε ως αφετηρία την ιδέα κάποιου καλλιτέχνη εκτός της μπάντας όταν ο Marlon Young, κιθαρίστας του Kid Rock προσέφερε στη βασική τετράδα των συνθετών την αρχική ιδέα του «One Day at a time». Όταν θυμίζεις στους παλιούς Skynyrd τις παλιές καλές εποχές δύσκολα θα σου απαντήσουν αρνητικά. Έτσι και έγινε με μια από τις top συνθέσεις του «Last of a Dyin’ Breed» του 2012, του δίσκου που για να αντισταθμίσεις την επιτυχία του πρέπει να ταξιδέψεις πίσω στo 1977 και την εποχή του «Street Survivors».

Γιώργος Γράντης