Magnum: "The Serpent Rings"

24/02/2020

Κατηγορία: Κριτικές

2469

Ο 72χρονος Tony Clarkin δε σταματά στιγμή να φτιάχνει καινούρια μουσική. Για 42 χρόνια είναι ο αποκλειστικά υπεύθυνος για το σύνολο του υλικού των Magnum, από τα demo ως την τελική μορφή του, σε καθένα από τα 21 άλμπουμ τους.

 

«Κάθε φορά που ολοκληρώνεται ένα άλμπουμ, ξεκινώ αμέσως να συλλέγω ιδέες για το επόμενο». Αυτός έχει αποδειχθεί ότι είναι για την περίπτωσή μου ο ιδανικός τρόπος δουλειάς εξηγεί την παραγωγικότητά του ο Clarkin.    
O ίδιος, μαζί με τον συνομήλικό του Bob Catley είναι πλέον ένα από τα μακροβιώτερα δίδυμα στο ροκ, οι μόνοι που έχουν παίξει σε κάθε ηχογράφημα των Μagnum. Αυτή τη φορά, μαζί τους είναι πάλι ο Rick Benton στα πλήκτρα και ο ντράμερ Lee Morris, όχι όμως ο Al Barrow που ήταν μαζί τους από το 2001. Επικαλούμενος υπερφορτωμένο πρόγραμμα, ο Barrow εγκατέλειψε για να έρθει στη θέση του, μετά από σύσταση του Tobias Sammet των Anantasia, ο Dennis Ward (ο οποίος μεταξύ άλλων έχει συμμετάσχει Pink Cream 69, Place Vendome, Unisonic).
Tα έντεκα νέα τραγούδια του “The Serpent Rings” του είναι στη φλέβα όσων μας έχουν δώσει από το 2004 και μετά. Καλοδουλεμένο, επιβλητικό heavy rock, με συμφωνικά πλήκτρα, μελωδίες που γεμίζουν άνεμο την ψυχή. Το μονογενές μίγμα των Magnum, όπως ακριβώς το θέλει η δυάδα Clarkin – Catle. «Χάρις την εταιρία με την οποία συνεργαζόμαστε εδώ και χρόνια (σ.σ.: από το 2004 η γερμανική SPV), απολαμβάνουμε πλήρη καλλιτεχνική ελευθερία. Οι άνθρωποί της αντιλαμβάνονται πόσο σημαντικό είναι αυτό για μας. Δεν είχαμε πάντα αυτή τη μεταχείριση. Ειδικά κατά τη δεκαετία του ’80, μας πίεζαν να κάνουμε τον ήχο μας όσο πιο ποπ γινόταν, καθώς ο στόχος ήταν οι μεγαλύτερες πωλήσεις. Ακόμη και με όλη την επιτυχία που είχαμε, το απεχθανόμουν», λέει ο Clarkin.
Το Where Are You Eden είναι ένα μοντέρνο “Vigilante” με κάτι από Kashmirικό αγκομαχητό, το “You Cant Run Faster Than Bullets” και το πικρό και καταγγελτικό Not Forgiven συναυλιακά φτιαγμένα, ενώ το ομώνυμο απλώνεται μεγαλεπόβολο πάνω σε στρώματα από πλήκτρα, σαν ένα fantasy σάουντρακ. Το “House Of Kings”, ένα από τα καλύτερα κομμάτια του άλμπουμ, προχωρά περήφανο και στη μέση λύεται σ’ ένα απολαυστικό τζαζ ξέφωτο, για να επιχρωματιστεί στο τέλος από κάτι παραμορφωμένα πνευστά. Κανείς δεν μπορεί να πει ότι ο Clarkin δεν κάνει ακριβώς αυτό που θέλει, ότι οι Magnum δεν βρίσκονται, με τους δικούς τους όρους εκεί που επιθυμούσαν. Και οι δύο πλευρές τους υπάρχουν εδώ. Τόσο η ονειρική (βλ. The Great Unknown”), η ηρωϊκή (The Last One On Earth) όσο και η πιο προσγειωμένη: Το Madman Or Messiah με τη ρέουσα μελωδία μιλά για τους μεσσίες του τύπου Charles Manson που παγιδεύουν τους ακολούθους σε ανομολόγητες πράξεις, ενώ το “Man” έχει θέμα την απληστία του ανθρώπου και την αχαριστία του απέναντι στη φύση.
Όσο κι αν η φωνή του Catley δεν έχει την ένταση και το εύρος των προηγούμενων δεκαετιών, η εμπειρία του και η ειλικρίνει αστην ερμηνεία του – στοιχεία που είχαμε την ευκαιρία να διαπιστώσουμε και δια ζώσης την τελευταία βραδιά του Νοεμβρίου του ’18 στο «ΚΥΤΤΑΡΟ», εκπληρώνουν το στόχο των τραγουδιών. Πομπώδη, παραδοσιακά πεντάλεπτα κατά μέσον όρο μικροέπη, που δεν ξεφεύγουν, δεν καταναλώνονται, προχωρούν σα γέρικα σκαριά πολεμιστών προ την κορυφή του λόφου και μπήγουν τη σημαία περήφανα στην κορυφή του. Οι Magnum δεν απευθύνονται σε μη μυημένους στον ήχο τους και με κάθε δίσκο τους μετά το 2004 επιμελούνται το μήνυμα αυτό να ακούγεται με την πρώτη. Ακούτε Magnum, λίγο περισσότερο βαρείς, ονειρικούς ή λίγο πιο hard rock, πάντως αυτούς, τους ίδιους, τους θεράποντες μιας βρετανικότητας ανοξείδωτης. Μέρος της οποίας είναι και το εξώφυλλο, πάλι του Rodney Matthews, με το artwork του οποίου η δισκογραφία τους είναι συνώνυμη.
 
Παναγιώτης Παπαϊωάννου