Phil Collins: "In The Air Tonight"

31/01/2020

Κατηγορία: Rocktime Songs

12402

Σκηνή πρώτη : Πέμπτη 15 Iανουαρίου 1981, στην εκπομπή “Top Of The Pops” του BBC1. Ένας συνεσταλμένος 30χρονος, με κάπως φαρδύ μέτωπο, ευγενική μύτη, clean cut πουκάμισο με κουμπάκι στο γιακά, γκρι αμάνικο πουλοβεράκι και λευκά All Star κάθεται ενώπιον του κοινού για να παρουσιάσει το σινγκλ της πρώτης του προσωπικής δουλειάς.

 

Το προσκεκλημένο κοινό πολύχρωμων κλακαδόρων τον παρακολουθεί με αμηχανία. Δεν έχει δίπλα του μπάντα, φωτισμούς, ή ξηρό πάγο.
Μοναδικό εφόδιό του ένα
synthesizer της Roland, με προγραμματισμένους όλους τους ήχους. Καθώς πλησιάζει το ενσωματωμένο στο συνθ μικρόφωνο και ξεκινά τον πρώτο στίχο της μελωδικής γραμμής, τα πόδια του παίζουν νευρικά με τις αόρατες μπότες των τυμπάνων. Ο τύπος είναι πριν απ΄όλα ντράμερ.
Στις 7 Φεβρουαρίου του 1981, το ίδιο σινγκλ φθάνει μια ανάσα από την κορυφή των singles στη Βρετανία (έξι μήνες αργότερα, US#19). Ο συνθέτης και ερμηνευτής του λέγεται Phil Collins.


Tο παιδί από το Chiswick του Δυτικού Λονδίνου που ξενυχτούσε με τους ήχους της Stax και της Motown, ο νεαρός που βρισκόταν πίσω από τους περιπετειώδεις ρυθμούς των εγκεφαλικών Genesis, ο ντράμερ που μετατόπισε το επίκεντρο της σκηνικής παρουσίας στο βάθος της σκηνής, γινόμενος ο πλέον ανέλπιστος συνθέτης, τραγουδιστής και ηγέτης τους μετά την αποχώρηση του Peter Gabriel, είχε μόλις κυκλοφορήσει το πρώτο του προσωπικό lp με τίτλο “Face Value”.
Με τη βοήθεια του παραγωγού Hugh Padgham, o οποίος κάτι μήνες πριν είχε σχηματοποιήσει τον ήχο και του τρίτου σόλο lp του Peter Gabriel, ο Collins κατευθύνεται προς έναν ξερό, λιτό ήχο, με κάτι απ΄την ατμόσφαιρα του Eno, με κλινικές μελωδίες από συνθεσάϊζερ και σε σημεία, με τον ρυθμικό τόνο, τις λεπτές σόουλ φωνητικές πινελιές και τα πνευστά της Motown που από την εφηβεία εξακολουθεί να κυριαρχεί στο κεφάλι του. Περισσότερο απ΄όλα όμως ο Collins είναι σχολαστικός με τον ήχο των κρουστών.
Γιατί ο άνθρωπος είναι φύσει και θέσει ντράμερ. Ο συνδυασμός συνθετικών ήχων από
drum machine και πρωτόλειων loop από δίσκους με πραγματικά ντραμς καθώς και η ενίσχυσή τους με όλα τα διαθέσιμα τεχνικά τρυκ, ώστε ο ρυθμικός κρότος τους να ακούγεται ξερός, ακριβής, αποστειρωμένος κι όπου χρειαζόταν βαθύς και με ανάδραση, υπήρξε πρωτοποριακός και τον ακολούθησαν άπειρα ηχογραφήματα τα επόμενα χρόνια. Ήταν ο ήχος των τυμπάνων του ’80.
Σκηνή δεύτερη:
H Λάνα, το περπατημένο κωλ γκερλ, μπάζει τον 16χρονο Τζόελ στον υπόγειο σιδηρόδρομο. Οι γονείς του λείπουν ταξίδι, αυτός την έχει ψαρέψει από πονηρή αγγελία και κείνη πέραν του ότι έχει μυριστεί ψητό (ο μικρός διαβιοί σε επαυλάρα), τον ζαχαρώνει και πραγματικά. γι΄αυτό τού’χει τάξει να του μάθει μερικά ωραία πράματα (“Lets make love in a real train). Επιβιβάζονται λοιπόν στη νυχτερινή διαδρομή του υπόγειου και, ενώ μπαίνει υπόκρουση το ίδιο κομμάτι, ξεκινούν να μπαλαμουτιάζονται υπό τα βλέμματα ταλαίπωρων hobo και αποσβολωμένων μεσηλίκων. Καθώς τα ηλεκτρονικά τύμπανα ανεβάζουν παλμούς το λάγνο ζεύγος ρίχνει ένα από τα πιο μυσταγωγικά καθιστά στη νεώτερη ιστορία του σινεμά.  Λάνα η Ρεμπέκκα Ντε Μορναί, Τζόελ ο Τομ Κρουζ και η ταινία -«ΑΚΑΤΑΛΛΗΛΗ ΚΑΤΩ ΤΩΝ 15»- οι «Σκοτεiνές Μπίζνες Ενός Πρωτάρη». Μέσα του ’84.


Σκηνή τρίτη:
16 Σεπτεμβρίου 1984, Πρώτη προβολή ενός δίωρου πιλοτικού επεισοδίου της καινούριας αστυνομικής σειράς του τηλεοπτικού δικτύου NBC. Ο ντετέκτιβ Ρικάρντο Ταμπς έχει ξεγελάσει τις αρχές του Μαϊάμι. Είναι ένας αστυνομικός του τμήματος εγκλημάτων κατά της περιουσίας από τη Νέα Υόρκη και παριστάνει τον πράκτορα του F.B.I. σε ειδική αποστολή, μόνο και μόνο για να καταφέρει να συλλάβει ο ίδιος το φονιά του αδελφού του, έναν μεγαλοβαρώνο των ναρκωτικών ονόματι Καλντερόν. Όμως η ταυτότητά του αποκαλύπτεται από τον Σόνυ Κρόκετ, τον μυστικό αστυνομικό του τμήματος Ηθών του Μαϊάμι που κυκλοφορεί στον υπόκοσμο ως «Μπερνέτ», διεισδύοντας στα κυκλώματα της ντρόγκας, στήνοντας συλλήψεις και κατάσχοντας δεκάκιλα σκόνη τη φορά. Τώρα οι δυό τους είναι αναγκασμένοι, σε μια συμμαχία που ξεκινά αναγκαστικά, να τρέξουν μέσα στη νύχτα με τη μαύρη Τεσταρόσσα του Κρόκετ για να παίξουν την τελευταία πράξη του σκηνικού. Να συλλάβουν τον Καλντερόν.
Ο Ταμπς τσεκάρει την κοντόκαννη και ο Κρόκετ προσπαθεί να βάλει σε τάξη τις σκέψεις του, αφού μόλις πριν λίγες ώρες έχει ανακαλύψει ότι ο επί χρόνια φίλος και συνεργάτης του, Σκότι, τα πιάνει από τον Καλντερόν για να τον ενημερώνει για τις κινήσεις του Ηθών.
Η νυχτερινή ένταση, με την Φερράρι να τρέχει μέσα στη ζεστή νύχτα της Φλόριντα και τα προφίλ των δύο
partners βλοσυρά, με τον καθένα χαμένο στις δικές του σκέψεις, υπογραμμίζεται πάλι απ΄αυτό το κομμάτι. Πρόκειται για μια κρίσιμη στιγμή στην τηλεοπτική ιστορία των ‘80s, καθώς, με αποκορύφωμα τη συγκεκριμέμνη σεκάνς, το -κλασσικό σήμερα- πρώτο επεισόδιο του “Miami Vice”, με τίτλο “Brother’s Keeper” σημειώνει τεράστια επιτυχία. Το πλάνο εκείνο, με ένα «σύγχρονο» κομμάτι mainstream rock ρεπερτορίου να ντύνει την πλοκή μιας «καινούριας» σειράς, ήταν καταλυτικό για το πρωτότυπο μίγμα δράσης, στυλ και μουσικής που υπαινισσόταν ότι μπορούσε να προσφέρει η συγκεκριμένη σειρά. Το ίδιο το επεισόδιο θα βραβευθεί με Emmy και η σειρά θα κρατήσει για πέντε σαιζόν, σημαδεύοντας για πάντα το οπτικοακουστικό και ενδυματολογικό στυλ των ‘80s.
Παρ΄ότι πέντε χρόνια παλιό, το κομμάτι με τον τίτλο “In The Air Tonight”, θα περιληφθεί στο επίσημο soundtrack της τηλεοπτικής σειράς που θα κυριαρχήσει στους καταλόγους του Billboard το χειμώνα ’85 προς ’86.
Σκηνή τέταρτη:
13 Ιουλίου 1985, στο στάδιο “JFK” της Φιλαδέλφεια, πάνω που έχει δύσει ο ήλιος. Ο Phil Collins, πλέον πολυπλατινένιος σόλο καλλιτέχνης και παραγωγός, o μόνος που καταφέρνει να οδηγεί τα σόλο lp του αλλά και αυτά των Genesis σε μια σχεδόν εκνευριστική ακολουθία από hit single, κάθεται πίσω από το πιάνο, με 90.000 ζευγάρια μάτια δια ζώσης και κάτι εκατομμύρια ακόμη μέσα από τους δέκτες όλης της υφηλίου καρφωμένα πάνω του και προλογίζει: This is the other song I know on the piano.
Λίγες ώρες νωρίτερα, έχει παίξει το ίδιο κομμάτι στο Wembley του Λονδίνου, έχει πάρει το Concord κι έχει διασχέσει τον Ατλαντικό, εκείνη την ημέρα που όλος ο κόσμος έγινε μια σκηνή.
O Phil Collins, όσο κι αν ήδη από τη μέση της δεκαετίας του ’80 φορά το στίγμα του «ροκ σταρ της μεσόκοπης νοικοκυράς» είναι ένα ραδιοφωνικό και δισκογραφικό καθεστώς. Η μουσική του παίζεται παντού, ενώνοντας ανίερα το κάποτε ρηξικέλευθο παρελθόν του prog rock με τη στυγνή slick pop της εποχής. Το κομμάτι ακούγεται πίσω, μπροστά και ενδιάμεσα από τα πάντα και η διαφήμιση της μπύρας Michelob (’87) είναι ένα ελάχιστο δείγμα.  


Ο Collins ούτε που φανταζόταν ότι ο δίσκος που έγραψε το ’79 σε μια περίοδο κατάθλιψης, με το κάθε του κομμάτι μια απεγνωσμένη έκκληση στην τότε γυναίκα του που τον παράτησε να γυρίσει πίσω, θα περιείχε το πιο καθοριστικό τραγούδι της καρριέρας του. Ένα σκοτεινό μονολόγημα για την προαίσθηση μιας έντασης σαρκοβόρας, που προκύπτει μόνο ανάμεσα σε ανθρώπους που έχουν αγαπηθεί έντονα, το In The Air Tonight” περιέχει μερικές από τις πιο ελλειπτικές κι αμφίσημες στροφές στην νεώτερη ποπ ιστορία.
"Well if you told me you were drowning,
I would not lend a hand
I've seen your face before, my friend,
but I don't know if you know who I am
 
Well I was there and I saw what you did
I saw it with my own two eyes
So you can wipe off that grin
I know where you've been
It's all been a pack of lies"

 
H εκφορά τους αυτοσυγκρατούμενη έως υπνωτική, δεν μπορείς ποτέ να είσαι σίγουρος αν υπερισχύει σ΄αυτήν ένα τόσο στέρεο που έχει καταστεί άψυχο μίσος, μια βαθιά πίκρα ή μια απειλή που παγώνει το αίμα (“…but Ive been waiting for this moment for all my life).
Η δομή του τρακ υπήρξε τόσο επιδραστική και υποβλητική (από την απατηλή, εύθραυστη κατατονία έως την έκρηξη σαν κεραυνό και μετά σε μια αποφασιστική, μυώδη έξοδο με fade out, όπου η φωνή επικαλείται παραδομένη τα θεία), ώστε ακόμη κι ο ίδιος ο Collins μπήκε στον πειρασμό να την μιμηθεί με ποικίλα αποτελέσματα (“I Don’t Care Anymore”, “Mama”, “Take Me Home”). Για το δε κομβικό σημείο του drum break, καθώς τα χρόνια περνούσαν γράφονταν και ειπώνονταν απροσμέτρητα διθυραμβικά σχόλια.
Σκηνή τελευταία:
1 Νοεμβρίου 2006, στο Σ.Ε.Φ.. Ένας μεσόκοπος ποπ σταρ, από πάνω ως κάτω σε ιερατικά μαύρο outfit με κομμένο γιακά, με το κρανίο κοντοξυρισμένο γύρω απ΄το οποίο είναι μαεστρικά τυλιγμένο ένα μικρόφωνο υψηλής ευκρίνειας, έχει οδηγήσει την πληθωρική υπερμπάντα που τον συνοδεύει να παίξει επί μιάμιση περίπου ώρα, όλες τις επιτυχίες του. Εκτός από μία. Ο Daryll Stuermer ακουμπά κοφτά τις τις χορδές σε μια γνώριμη μονοχορδία, που δίνει χώρο στην γνώριμη απειλητική ambience. Η σκηνή σ΄ένα άκρως παγιδευτικό των αισθήσεων ηλεκτρικό μπλε, ενώ λευκοί προβολείς διασταυρώνονται σαν λεπίδες.
Ο Phil Collins ανεβαίνει αργά τη μεταλλική σκάλα που οδηγεί προς το θεωρείο του stage, πορεύεται αργά προς το ντραμ κιτ και κάθεται πίσω από τα τύμπανα, δευτερόλεπτα πριν φτάσει η στιγμή της κορύφωσης.
Το κοινό εκρήγνυται, καθώς οι μπαγκέτες κατεβαίνουν με ακρίβεια που κόβει την ανάσα.

Πάλι αυτό το break. Ξανά και ξανά. Συγκλονιστικό κάθε φορά.
Oh Lord, οh Lord. 

Παναγιώτης Παπαϊωάννου