Οι Αμερικανοί Damn Yankees δημιουργήθηκαν το 1989 και για την ακρίβεια μιλάμε για ένα super group αφού αποτελούνταν από τον Tommy Shaw (Styx, solo) στην κιθάρα και τα φωνητικά, τον Jack Blades (Night Ranger) στο μπάσο και τα φωνητικά, τον “τρελαμένο” Ted Nugent (Amboy Dukes, solo) στις lead κιθάρες και τον Michael Cartellone (ex Accept, Lynyrd Skynyrd) στα τύμπανα.
Η ιδέα για την δημιουργία του γκρουπ προϋπήρχε από τα μέσα των ‘80s, αφού οι μουσικές διαδρομές των Shaw και Nugent είχαν διασταυρωθεί αρκετές φορές στο παρελθόν και είχαν κάνει αρκετά jam sessions παρέα.
Όταν αμφότεροι και οι δύο τους είχαν ολοκληρώσει τις υποχρεώσεις τους με τις solo κυκλοφορίες τους (ο πρώτος με το εκπληκτικό “Ambition” του 1987 και ο δεύτερος με το πολύ μέτριο “If You Can't Lick 'Em...Lick 'Em” του 1988) αποφασίζουν να κάνουν πράξη αυτό που όλο και ανέβαλαν συνεχώς. Κάπου τότε ήταν που στο παιχνίδι μπαίνει και ο Jack Blades, ο οποίος μόλις είχε αποχωρήσει από τους Night Ranger και ήταν ήδη γνωστός και φίλος και των δυο τους.
O Shaw προτείνει να ενταχθεί στην μπάντα και ο Michael Cartellone, ο ντράμερ με τον οποίο συνεργαζόταν στις solo δουλειές του κι έτσι οι Damn Yankees είναι πλέον γεγονός. Το όνομα της μπάντας προήλθε προφανώς από το διάσημο 50’s μιούζικαλ του Broadway και στα τέλη της δεκαετίας μπαίνουν στο στούντιο με παραγωγό τον Ron Nevison (Ozzy Osbourne, Kiss, Europe, Firehouse). Το ομώνυμο ντεμπούτο της μπάντας κυκλοφορεί στις αρχές του 1990 και το αποτέλεσμα είναι άκρως εκπληκτικό.
Δέκα hard rock δυναμίτες, ο ένας καλύτερος από τον άλλον. Οι συνθέσεις ανήκουν στους Shaw/Blades/Nugent και από το άλμπουμ ξεχώρισαν τα singles “Coming Of Age”, “Come Again”, “Bad Reputation”, το ομώνυμο και φυσικά η δυναμική μπαλάντα “High Enough”, το πιο αναγνωρίσιμο ίσως τραγούδι των Damn Yankees. Ένας AOR ύμνος που παίζεται συνεχώς μέχρι και σήμερα στα rock clubs και που ξεχωρίζει για το άψογο δέσιμο των φωνών του Tommy Shaw και του Jack Blades αλλά και για τη κιθαριστική δουλειά του ούτως η άλλος “παιχταρά” Ted Nugent.
Στην ουσία ο δίσκος αυτός ανέστησε την καριέρα του Nugent που τα τελευταία χρόνια είχε πάρει την κάτω βόλτα. Για τους υπόλοιπους, ήταν ένας ακόμα θρίαμβος στην σταθερά πετυχημένη πορεία τους. Ο δίσκος τελικά έγινε διπλά πλατινένιος σκαρφαλώνοντας μέχρι και την 13η θέση του Billboard 200, ενώ το “High Enough” έφτασε στην τρίτη θέση του Billboard 100. Ακολούθησε μια πετυχημένη τουρνέ μαζί με τους Bad Company όπου οι Damn Yankees εκτός των τραγουδιών του άλμπουμ έπαιζαν και κομμάτια από Styx, Night Ranger και Ted Nugent για να συμπληρώσουν το σετ. Λίγο αργότερα, οι Shaw και Blades συνεργάζονται με τον τότε πρώην τραγουδιστή των Motley Crue, Vince Neil στην ηχογράφηση του κομματιού “You’re Invited But Your Friend Can’t Come” για τις ανάγκες του soundtrack της ταινίας “The Encino Man” και λίγους μήνες αργότερα κάπου στα μέσα του 1992, ηχογραφούν το διάδοχο του “Damn Yankees” με τίτλο “Don’t Tread”.
Ο δίσκος ελαφρώς κατώτερος από τον προκάτοχό του αλλά πάντα σε υψηλά συνθετικά επίπεδα έγινε τελικά πλατινένιος αφού έβγαλε την μεγάλη επιτυχία “Where You Goin’ Now”, το “Mister Please”, καθώς και το τρομερό “The Silence Is Broken” κομμάτι που συμπεριλήφθηκε στο soundtrack της ταινίας δράσης “Nowhere To Run” με τον Jean Claude Van Damme. Ακόμα, το ομότιτλο κομμάτι τραγουδισμένο από τον Blades, ακούγονταν κατά την διάρκεια των Ολυμπιακών Αγώνων της Βαρκελώνης, γεγονός που ανέβασε ακόμα περισσότερο την δημοτικότητα του γκρουπ. Ακολουθεί εκτεταμένη περιοδεία και κάπου τότε ήταν που άρχισαν οι προστριβές μέσα στο συγκρότημα.
Ο Nugent ήθελε να ακολουθήσει διαφορετική μουσική κατεύθυνση από τους Shaw και Blades, στην πραγματικότητα όμως ήταν η αφορμή για να εγκαταλείψει τους Damn Yankees για να αφοσιωθεί και πάλι στην solo καριέρα του μιας και η μουσική του ήταν και πάλι αρεστή στο ευρύ κοινό. Υπάρχει όμως και μια φήμη που θέλει τον Nugent να εγκαταλείπει το γκρουπ λόγω διαφοράς πολιτικών(!) απόψεων με τους Shaw και Blades. Έτσι και έγινε και το 1993 μετά από μια σύντομη αλλά τόσο πετυχημένη πορεία, οι Damn Yankees διαλύονται.
Ο Ted Nugent ηχογραφεί και πάλι σαν σόλο καλλιτέχνης, ο Michael Cartellone εισχωρεί στους γερμανούς Accept για να ηχογραφήσει μαζί τους το “Predator” και οι Shaw-Blades κυκλοφορούν σαν ντουέτο πια το 1995 το “Hallucination” το οποίο αν και περιείχε κάποια καλά κομμάτια όπως το “I’ll Always Be With You”, δεν υποστηρίχτηκε σχεδόν καθόλου από την εταιρεία (Warner) και πήγε άπατο. Έτσι οι Shaw και Blades επιστρέφουν στους Styx και Night Ranger αντίστοιχα, στις μπάντες δηλαδή που άνηκαν πριν τους Damn Yankees.
Σε μια περίοδο απραξίας για τους Styx και τους Night Ranger, το 1998 οι Shaw και Blades συναντιούνται ξανά με τον Nugent για να ηχογραφήσουν το τρίτο άλμπουμ των Damn Yankees με τον υποτιθέμενο τίτλο “Bravo” κάτι το οποίο δεν έγινε ποτέ. Μόνο κάποια jam sessions που μετουσιώθηκαν σε τραγούδια και κυκλοφόρησαν στις μετέπειτα σόλο δουλειές του Shaw και του Nugent.
To 2007 οι πάντοτε καλοί φίλοι και συνεργάτες Shaw και Blades ηχογραφούν ένα δεύτερο άλμπουμ σαν ντουέτο με τίτλο “Influences” το οποίο περιείχε διασκευές σε κομμάτια που ενέπνευσαν τους ίδιους στα νιάτα τους.
Λίγο αργότερα σε μια κοινή περιοδεία των Styx και Night Ranger, οι Shaw και Blades ανεβαίνουν στην σκηνή για να ερμηνεύσουν το “High Enough” και οι πρώτες φήμες για το reunion των Damn Yankees άρχισαν να διαρρέουν στους κύκλους των οπαδών του μελωδικού ροκ. Ένα χρόνο αργότερα σε συνέντευξή του ο Jack Blades απάντησε ότι είναι πολύ πιθανό τα μέλη των Damn Yankees να επανενωθούν και να γράψουν νέο υλικό. Πολύ πρόσφατα, στα μέσα Ιανουαρίου του 2010, οι Damn Yankees ανέβηκαν στην σκηνή του NAMM (National Association of Music Merchants) και ερμήνευσαν τα “High Enough”, “Coming Of Age” και το “Cat Scratch Fever” του Ted Nugent.
Ακόμα δεν ξέρουμε εάν το κεφάλαιο Damn Yankees έχει κλείσει οριστικά αφού οι φήμες για επανασύνδεση το τελευταίο διάστημα κυκλοφορούν έντονα.
Το σίγουρο είναι ότι προσέφεραν στο χώρο δύο δίσκους γνήσιου μελωδικού hard ροκ που μέχρι σήμερα θεωρούνται αξεπέραστοι.