Όταν ξεκίνησα τα πρώτα βήματά μου στον σκληρό ήχο, ήμουν γύρω στα 13 μου. Iron Maiden και ξερό ψωμί. Πέρα βρέχει άπ' τ' αμπέλι, για τους τρέχοντες δίσκους τότε, το παρελθόν του heavy rock / metal . Είναι να μην μπει το νερό στο αυλάκι, όμως; Ο Matt Heafy τότε, ωστόσο ξεκινούσε στα 17 του, την δισκογραφική του πορεία, άργησα πολύ και αδικαιολόγητα αλλά τουλάχιστον 15 χρόνια μετά, μυρίστηκα τι έπαιζε με τους Trivium. Πότε δεν είναι αργά ...
Οι Αμερικανοί Trivium, με ορμητήριο το Orlando της Florida απ'το 1999 και δώθε υπηρετούν με συνέπεια το heavy metal , παρά το γεγονός ότι σνομπαρίστηκαν αρκετά, απ΄το κοινό και χαρακτηρίστηκαν μέχρι και κλώνοι των Metallica. Όταν ως νοοτροπία όμως, κυριαρχεί η μουσική κι όχι η παραγωγή και η ''καθαρότητα'' των δίσκων, μπορείς να περιμένεις πολλά από δαύτους. Trivium , σημαίνει εισαγωγική διδακτέα ύλη, κυρίως σε μεσαιωνικό πανεπιστήμιο σχετική με σπουδές επί της γραμματικής, της ρητορικής και της λογικής. Όπου , κατα το γκρουπ, οι ''σπουδές" γίνονται επί του metalcore, του melodic death metal και του thrash metal , αντίστοιχα στη μουσική τους. Κι απ'το 2003 που κυκλοφόρησαν το ''Ember To inferno'' ως σήμερα αυτό κάνουν. Με ένα εκατομμύριο πωλήσεις δίσκων διεθνώς, μπορεί να πει κανείς ότι ναι μεν πάνε καλά αλλά δεν είναι και μεγαθήρια. Σχεδόν. Γιατι, ζούμε σήμερα την ψηφιακή εποχή...
Όπως και η αφεντιά μου έτσι κι αυτοί, λατρεύουν τους Iron Maiden, χωρίς τους οποίους η μπάντα δεν θα υπήρχε, κατά τον Matt Heafy (κιθάρες , κύρια φωνητικά ), τους Metallica (λογικό) , τους πρότερους In Flames (βλέπε The Jester Race) αλλά και τους Machine Head, με τους οποίους περίόδευσαν στις αρχές της καριέρας τους και η επίδρασή τους ήταν καταλυτική στον ήχο τους. Και κάπως έτσι εγένετο η μουσική τους Οδύσσεια...
Στις χαραυγές του 2000, το τότε τρίο ανακαλύπτει η γερμανική Lifeforce και τους υπογράφει συμβόλαιο για να μπουν στο στούντιο. Οι κ.κ. Matt Heafy , Brent Young (μπάσο) και Travis Smith (τύμπανα) αδράττουν την ευκαιρία , αλλά το αποτέλεσμα δεν ήταν αξιολόγο. Το '' Ember To Inferno '', ένας cult μεν, αλλα προβλέψιμος στη ροή του δίσκος, με αδυνατες και συνηθισμένες συνθέσεις πίανει άπατο. Ο Heafy ήταν καλός αλλά, δεν μπορούσε μόνος του, ο Young δεν είχε αυτό το κάτι για να βγάλει το ''θηρίο'' μέσα απ΄τον Smith κι ο τελευταίος προσπαθούσε φιλότιμα αλλά όχι επαρκώς.
Ο δίσκος παράγει τρία αγαπημένα κομμάτια για τους οπαδούς, το "Pillar Of Serpents'' , το ομότιτλο και το ''Falling To Grey'', ενδεικτικά και προτεινόμενα για τον καθε ακροατή, που θέλει ιστορικά να ασχοληθεί με τη δισκογραφία του γκρουπ.
Στην περιοδεία που ακολούθησε, λαμβάνουν χώρα τεκτονικές αλλαγές. Ο Young αποχωρεί και στη θέση του μπαίνει ο Paolo Gregoletto (μπάσο, δεύτερα καθαρά φωνητικά), δημιουργική αντιπολίτευση των Heafy / Beaulieu στη μπάντα και ο Heafy βρίσκει στο πρόσωπο του Corey Beaulieu (κιθάρες, δεύτερα screaming φωνητικά) το έτερο μουσικό του ''ήμισυ''. Το νερό μπαίνει στ'αυλάκι και μένει να αποδειχθεί η αξία τους, παγκοσμίως . Το ''Ember To Inferno'' θα γνωρίσει δύο επανακυκλοφορίες, μία το 2004 και μία το 2016, ώστε να επανασυστηθεί στο κοινό και με προσθήκες που υποδήλωναν τι ετοιμαζόταν τότε για τον επόμενο δίσκο τους, συμβολικό στην πορεία τους κατόπιν.
Με τη λήξη της περιοδείας για την υποστήριξη του ντεμπούτου τους, οι Trivium μπαίνουν στο στούντιο, υπό την αιγίδα πλέον της Roadrunner Records πλέον για να ηχογραφήσουν τον δεύτερο δίσκο τους. Ως τετράδα, πλέον, στο ίδιο μοτίβο με το ‘’Ember To Inferno‘’ και με νέες ιδέες στο σακούλι , πετυχαίνουν να αποτυπώσουν την ενέργεια και το ταλέντο τους σε ένα αμάλγαμα τραγουδιών που αφήνει το στίγμα του σε μια ολόκληρη γενιά. Το "Ascendancy", άπ’ την αρχή ως το τέλος μεταδίδει στον ακροατή αυτό το κάτι που έλειπε απ’ το "Ember To Inferno" και συντελεί ώστε το γκρουπ να αναγνωριστεί, ως ανερχόμενο και πολλά υποσχόμενο σε σημείο να διχάσει τους οπαδούς του σκληρού ήχου, με χαρακτηριστική την έκφραση τους ως νέων κλόνων των Metallica από μερίδα του metallers .
Άποψη που ενστερνιζόμουν κι εγώ για χρόνια, ώστε να τους σνομπάρω. Τι να μου πει τότε η πρώτη τους εμφάνιση στο νούμερο 151 των αμερικανικών charts και το γεγονός ότι έγινε χρυσό το "Ascendancy" στην Αγγλία, χωρίς καν να μπει στην πρώτη 75αδα των αγγλικών charts;;; Η μπάντα όμως δεν περίμενε στ’αυγά της, τύπους σαν εμένα. Κι έπιασε αμέσως δουλειά.
Στις περιοδείες που ακολούθησαν συμμετείχε στην κύρια σκηνή του Download Festival του 2005, στο Ozzfest της ίδιας χρονιάς και τα video που γύρισε είχαν συχνή παρουσία στο MTV, βοηθώντας αργότερα στην εδραίωση της . Άλλωστε τι είχαν ζηλέψουν κομμάτια σαν τα "Pull Harder On The Strings Of Your Martyr" , "A Gunshot To The Head Of Trepidation", "Like Light To The Flies" και το ‘’Dying In Υour Arms‘’ από τυχόν συνοδοιπόρους τους; Μάλλον, τίποτα. Κι όμως, όσο το γκρουπ έχτιζε σιγά σιγά τη βάση των οπαδών του, τόσο δούλευαν και οι haters στο έργο τους. Και το γκρουπ τους έδωσε βούτυρο στο ψωμί τους με την κυκλοφορία το 2006 του αμφιλεγόμενου ''The Crusade'' . 'Ενας δίσκος πιο κοντά σε thrashmetal, αλλά για πρώτη φορά και σε progressive metal μονοπάτια, μουσικό στυλ που θα εντρυφούσαν πιο έντονα αργότερα στην πορεία του.
Διαβάζοντας τότε μια δισκοκριτική του ''The Crusade'' σε κάποιο έντυπο, η άποψη μου για την μπάντα εδραιώθηκε: μόνο ο μουσικός Καίαδας τους έπρεπε . Χώρις να μπώ καν στον κόπο να τους ακούσω και ποτέ. Δεν μου είχε πει ποτέ και κανείς, να είμαι πιο προσεκτικός στην κρίση μου, να δοκιμάζω πριν απορρίψω. Τι καταλάβαινα όμως τότε, στα 17 μου; Οι Trivium πάλι δεν μάσησαν. Με μερική χρήση 7-χορδών κιθάρων και 5-χορδών μπάσων, για τις ανάγκες του δίσκου, για πρώτη φορά, και πλήρη απόρριψη των brutal φωνητικών , δίνουν στο κοινό ένα δίσκο ανορθόδοξα ευχάριστο στην ακρόαση, με τραγούδια σαν το ''Entrance Of The Conflagration'', ''Anthem ( We Are The Fire )'' και το μοναδικό τους instrumental στη δισκογραφία τους, ομότιτλο τραγούδι, να μυρίζουν Metallica με έντονο το προσωπικό στυλ. Το υλικό του δίσκου εμφανίζεται σε μουσικά video games τότε, φτάνει στο νούμερο 25 του Billboard 200 και τους ενώνει με δύο από τα ινδάλματά τους στην ακολουθούμενη περιοδεία: τους Iron Maiden και τους Metallica ενώ έπαιξαν ξάνα στην μεγάλη σκηνή του Download Festival . Από εκεί και πέρα έχασα τα ''ίχνη'' τους. Αλλά φευ, έχει ο καιρός γυρίσματα.
Κι όντως είχε: Γιατί όταν άκουσα τον τέταρτο δίσκο τους, το "Shogun" του 2008 , έστω και 10 χρόνια μετά, ήξερα πλέον ότι δεν μπορούσα να τους αγνοήσω. Το πρωτότυπο υλικό του, ήταν καταιγιστικό, όπου κάθε τραγούδι είχε και κάτι να σου τραβήξει την προσοχή δεν ήξερες κυριολεκτικά τι σε περίμενε στη γωνία. Ίσως , να ευθυνόταν ο νέος παραγωγός, ο Nick Raskulinecz, ίσως η νέα ορχηστρική προσέγγιση με βαρία χρήση των 7-χορδων κιθάρων και του 5-χορδου μπάσου που τους έλυνε τα χέρια, ίσως η εστιασμένη προσέγγιση όπου το μελωδικό thrash /progressive ( με επιστροφή των brutal φωνητικών ) στοιχείο με βάση το δεύτερο , είχε τον πρωταρχικό ρόλο και τους πήγαινε πολύ ; Δεν ξέρω ακόμα. Άλλα , όταν το άκουσα ένα ήξερα. Οι 300. 000 πωλήσεις του παγκοσμίως και η εμφάνιση του δίσκου στο νούμερο 23 του Billboard 200, ήταν η δικαίωση τους.
Επιτομή στη δισκογραφία των Trivium, το "Shogun", γνώρισε την κριτική αποδοχή και είχε άρωμα Ελλάδας: πολλά εκ των τραγουδιών τους ήταν εμπνευσμένα στιχουργικά από την ελληνική μυθολογία (αλλά και από την ιαπωνική παράδοση, κατάλοιπο της καταγωγής του Heafy), με έντονο το μεταφορικό λυρισμό. Βλέπε, ''Torn Between Scylla And Charybdis'' , για παράδειγμα.
Χωρίς να υπολείπονται και τα κλασικά τους ''Down From The Sky", ''Τhroes Of Perdition'' αλλά και το επικό, ομότιτλο. Ωστόσο τα προβλήματα στη σύνθεση τους άρχισαν για την μπάντα στην επερχόμενη μεγάλη περιοδεία, αναφορικά με τους drummer. Χωρίς να δώσει εξηγήσεις ο Travis Smith ο οποίος είχε ''ντύσει ''ρυθμικά άριστα τους δίσκους τους (με κορυφή το Shogun), ως τότε και ήταν και εκ των βασικών συνθετών του γκρουπ, έφυγε στα μισά της.
Έκτοτε, ως σήμερα, οι drummer έρχονταν και έφευγαν , σαν να ήταν καταραμένη η θέση . Αντικαταστάτης του ήταν ένας παλιός γνωστός του Paolo Gregoletto και drum-tech της μπάντας, ο Nick Augusto. Με αυτόν, οι Trivium μπήκαν ξανά στο στούντιο, με τη λήξη της περιοδείας και ταυτόχρονα στην ψηφιακή εποχή των μέσων κοινωνικής δικτύωσης. Ο επόμενος δίσκος του γκρουπ, το ''In Waves'' του 2011, τους βρίσκει πίσω σε παλιά μονοπάτια.
Βασισμένος σε metalcore αλλά και heavy metal φόρμουλες, είχε περισσότερα να δώσει από άποψη ποσότητας , παρά ποιότητας . Πολλά απ'τα τραγούδια του έμοιαζαν περσσότερο με filler, παρά με υλικό που τους ταίριαζε. Έτσι , ακόμα κι αν ο δίσκος κατέλαβε την υψηλότερη θέση ως τότε, στα αμερικανικά charts , στο νούμερο 13, ''θάφτηκε'' απ'τους κριτικούς. Χαρακτηριστική άποψη αυτή της βρετανικής εφημερίδας ''The Guardian'', η οποία εξάντλησε την αυστηρότητά της στην κριτική της και έδωσε στο δίσκο 2 στα 5 αστέρια. Λογικό , αν κρίνει κανείς ότι οι συνθέσεις, δεν πλησίαζαν σε ποιότητα , τους προηγούμενους δίσκους τους κι ο Augusto όσο φιλότιμα κι αν προσπαθούσε του έλειπε η συνθετική ικανότητα και το ''συναίσθημα'' του Smith. Ωστόσο, ξεχώρισαν κάποια τραγούδια κι έμειναν στα live set τους , όπως το '' Capsizing The Sea / In Waves '', το ''Black'' και το ''Built To Fall''.
Τέλος, η ειδική έκδοση του δίσκου περιείχε, και μια διασκευή στο ''Slave New World '' των Sepultura , αλλά και υλικό που εμφανίστηκε στο πολυαγαπημένο video game , God Of War III ώστε η κυκλοφορία τους να ενισχύσει το πολύπλευρο προφίλ της μπάντας .
Παραμονές του νέου δίσκου τους, μια φωτογραφία με τον Matt Heafy να κάθεται σε έναν καναπέ με τον David Draiman, τραγουδιστή των Disturbed, προκάλεσε αντιδράσεις από τον κόσμο του σκληρού ήχου, με κυρίαρχη άποψη τη συμμετοχή του δεύτερου στον επερχόμενο δίσκο των Trivium. O Gregoletto, το επιβεβαίωσε, ως προς τη θέση του παραγωγού και το αποτέλεσμα ήταν εντυπωσιακό. Το ''Vengeance Falls'' του 2013 , σαφώς ανώτερος ποιότικα από τον προκάτοχο του, είχε την υπογραφή του Draiman , όπου η επιρροή του ήταν καταλυτική στον ήχο και την απόδοση του γκρουπ . Όσο δυνατά κι αν ήταν ωστόσο τραγούδια, όπως το ''Vengeance Falls'' , το '' Strife '' και το '' Wake ( The End Is Nigh)'', ''βρώμαγαν'' Disturbed. Κι αυτό ξένισε πολύ τους οπαδούς, οι οποίοι ήθελαν κάτι πρωτότυπο κι αυθεντικό από την μπάντα. Μολαταύτα, άρεσε στους κριτικούς και ο δίσκος, σκαρφάλωσε ως και το νούμερο 13 των Billboard 200, διευρύνοντας το κοινό των Trivium . Στην περιοδεία που ακολούθησε, ο Nick Augusto , θα έφευγε από την μπάντα και θα τον αντικαθιστούσε ο Mat Madiro , ο οποίος θα συμμετείχε στις ηχόγραφήσεις του επόμενου δίσκου .
Η έκπληξη του '' Silence In The Snow '' του 2015 ( νούμερο 19 στα αμερικανικά charts ), ήταν η πλήρης απουσία brutal φωνητικών , γεγονός που περιόριζε τη δυναμική της μπάντας. Κι αυτό γιατί ο Heafy κατέστρεψε την φωνή του , στην περιοδεία του προηγούμενου δίσκου και παρακολουθούσε εκ νέου μαθήματα φωνητικών με καθοδηγητή τον Ron Anderson, ώστε να την αποκαταστήσει.
Έτσι ο δίσκος, αναγκαστικά, πήγε προς παραδοσιακά heavy metal μονοπάτια , ώστε να αποκομίσει το γκρουπ κάτι από το ανερχόμενο τότε ρεύμα του New Wave Of American Traditional Heavy Metal. Αυτή τη φορά, υπό το δικό τους πρίσμα.
Το αποτέλεσμα ήταν χορταστικό αλλά όχι απαραίτητα και ποιοτικό. Ο Madiro ήταν σαφώς ανώτερος στα τύμπανα, του Augusto αλλά η μπάντα έδειχνε έξω από τα νερά της παρά την αποδοχή κοινού και κριτικών. Ήταν ευχάριστη, αυτή η αναγκαστική αλλαγή, μα δεν ήταν οι Trivium , αυτοί καθ'αυτοί. Κι εδώ ξεχώρισαν τραγούδια , όπως το '' Snowfall / Silence In The Snow '', '' The Ghost That's Haunting You'' και το ''Until The World Goes Cold'', τα οποία προτείνονται ανεπιφύλακτα στον ακροατή. Ο Madiro θα έφευγε στην επερχόμενη περιοδεία και θα τον αντικαθιστούσε ο Paul Wandtke αλλά ούτε κι αυτός θα στέριωνε για πολύ. Με τη λήξη της, ο Alex Bent κάθεται τελικά στα τύμπανα κι αρχίζουν οι ηχογραφήσεις του πρόσφατου '' The Sin And The Sentence''.
Και ω του θαύματος! Το ''The Sin And The Sentence'' του 2017, τινάζει τα μυαλά των ακροατών του, με εντυπωσιακό τρόπο. Τα brutal φωνητικά επιστρέφουν , η μπάντα είναι σε απίστευτα κέφια , χάρη στο νεοφερμένο Bent , ο οποίος παραδίδει μαθήματα ρυθμικής τεχνικής και φτάνει στο σημείο να παραδώσει ένα all-around τεχνικό δίσκο όπου κανείς δεν μπορεί να αμφισβητήσει το υλικό του.
Ο δίσκος παράγει ως και 7 (!) singles, σκαρφαλώνει στο νούμερο 23 των αμερικανικών charts και πλήθος από live shows γίνεται sold-out πριν καν αρχίσουν. Χαρακτηριστικός της πορείας των Trivium, έχει λίγο από κάθε περίοδό τους , οι οπαδοί ικανοποιούνται το ίδιο και οι κριτικοί και το μέλλον φαντάζει ρόδινο για το γκρουπ. Και κάπου εδώ, η επαφή μου με την μπάντα ξεκίνησε σοβαρά . Χάρη σε τραγούδια σαν το ομότιτλο , το '' Beyond Oblivion '', το ''The Wretchedness Inside'', το οποίο ο Matt Heafy είχε γράψει για μια άλλη μπάντα αλλά τελικά το κράτησε για τους Trivium, το ' Endless Night'' αλλά και το ''Thrown Into The Fire''. Με αυτοπεποίθηση και τσαμπουκά το γκρουπ, επανασυστήνεται στο κοινό με το ''The Sin And The Sentence'' και φαίνεται πια πως η μουσική ωριμότητα είναι ο οδηγός τους για το μέλλον. Και είναι ακόμα νέοι ηλικιακά.
Συνοπτικά, η μουσική των Trivium είναι ένα ηθικό δίδαγμα για τον ακροατή και ταυτόχρονα μια αποκάλυψη για τον σκληρό ήχο. Και με τον Heafy, να αποκτά δίδυμα και να παραχωρεί τη θέση του αυτές τις μέρες στον Howard Jones, μένει να φανεί το τι μέλλει γενέσθαι. Ωστόσο, η αξία τους παραμένει δεδομένη .
Studio albums
Ember to Inferno (2003)
Ascendancy (2005)
The Crusade (2006)
Shogun (2008)
In Waves (2011) Vengeance Falls (2013)
Silence in the Snow (2015)
The Sin and the Sentence (2017)