Το άλμπουμ που έκανε «της μόδας» το hard rock και γύρισε ανεπιστρεπτί τα ζύγια της δημοφιλίας του σκληρού ήχου, κυκλοφόρησε τον Αύγουστο του 1986 και κυριάρχησε στους καταλόγους επιτυχιών Αμερικής και - δευτερευόντως- Αγγλίας για περίπου έναν χρόνο. Μιλάμε για το "Slippery When Wet". Μέχρι να βρεθεί όμως αυτή η φόρμουλα, η βιομηχανία υπήρξε μεγάλος μουσικός ολετήρας για το «σκληρό ροκ».
Πάνω από την κλίνη του προκρούστη, καραδοκούσε ένα τημ από παραγωγούς, ηχολήπτες, «κοστούμια» δισκογραφικών, εξωτερικοί συνθέτες, στελέχη των διαβόητων τμημάτων Α&R, στυλίστες και φωτογράφοι μόδας. Ό,τι απέμενε από τις «συνθέσεις» καλουπωνόταν, παραφουσκωνόταν με συνθεσάϊζερ (ή συνθ-γκιτάρ) και κούφια τύμπανα και το πακέτο ήταν έτοιμο για σερβίρισμα. Προσοχή: Δε μιλάμε για «μετρίως επιτυχημένα» άλμπουμ, μιλάμε για... τα αδικοχαμένα θύματα της επιδημίας "Bon Jovi", vol. 3.
ICON - Night Of The Crime (1985)
Αν η ιστορία γραφόταν κατά χρονολογική σειρά, το άλμπουμ αυτό θα ήταν ο Προμηθέας του "Pop-Metal". Έχοντας ήδη υπογράψει από το '83 με την Capitol και με το ομώνυμο ντεμπούτο τους να τους έχει βάλει στο χάρτη (πιθανόν το πιο βαρύ αμερικάνικο metal μαζί με το ντεμπούτο των "Warrior", εκείνη την εποχή), για το δεύτερο άλμπουμ επιστρατεύτηκαν όλα τα πρώτης γραμμής όπλα :
Το τιμόνι της παραγωγής στην τεραστιότητα Eddie Kramer (Zeppelin, Stones, Clapton, Kiss, Santana, Hendrix και το παλμαρέ ατέλειωτο) και ο 32χρονος «ειδικός» Bob Halligan Jr. (Judas Priest, Helix, Kix, B.O.C. μόνο μέχρι τότε) συνθέτης σε έξι απ΄τα τραγούδια του άλμπουμ. Ήχος υπόδειγμα, συνθέσεις που μένουν στο μυαλό μία προς μία ("Take Another Shot At My Heart", "Rock My Radio", "Danger Calling" "Hungry For Love", "Missing") και μια μπάντα καλοδουλεμένη, ακριβής και έτοιμη για επιτυχία. Όμως, ενώ ακόμη το άλμπουμ μιξαριζόταν, ο τραγουδιστής Stephan Clifford (μια αξιόπιστη διασταύρωση Tyler με Kevin DuBrow) εγκατέλειψε το σχήμα για «προσωπικούς λόγους». Κανείς αντικαταστάτης δεν μπόρεσε να βρεθεί έγκαιρα (το σχήμα ήταν μαζί από τα σχολικά χρόνια), το δισκογραφικό συμβόλαιο διακόπηκε με συνοπτικές διαδικασίες και ένας από τους καλύτερους hard rock δίσκους των αρχών του '86 ήταν σα να μη βγήκε ποτέ.
Σε μας, παραδόξως, μαθεύτηκαν αρχές '86, καθώς ένα κομμάτι τους μπήκε στην (τραγική, όπως όλες στα '80s) "metal" συλλογή της EMI με τον τίτλο "Metalmania" που είχε στο εξώφυλλο ένα... μινωταυροειδές τέρας πάνω απ΄την Ακρόπολη (μαζί με WASP, Helix, Tobruk, Alaska και άλλους). Σε κλίμακα "Slippery When Wet" :
Αυτό είναι που θα έπρεπε να έχει γίνει πλατινιένιο και μετά θα βλέπαμε αν θα είχε την ίδια τύχη ο κάθε Bon Jovi.
ROUGH CUTT - Wants You ! (1986)
Το να είσαι στη Warner Brothers και να έχεις για το δεύτερο άλμπουμ σου παραγωγό τον Jack Douglas (Aerosmith, Alice Cooper, Cheap Trick - πού δεν έχει αφήσει τη σφραγίδα του, από Mink De Ville, Patti Smith έως Blue Oyster Cult και Mountain), ισοδυναμούσε με το να παίρνεις δώρο Τεσταρόσσα για την αποφοίτησή σου.
Κάπως έτσι ένιωθαν το Σεπτέμβριο του '86 οι άψητοι και φουλ από ορμόνες Rough Cutt, έτοιμοι να σαρώσουν τις σκηνές παντού, όπως έκαναν και το '85 μαζί με Dio, Foreigner, Mama's Boys. Σε σχέση με το τραχύ ομώνυμο ντεμπούτο τους, το "Wants You !" ήταν απλούστερο, με κομμάτια εύληπτα, με ατίθασες «διπλές» κιθάρες και τη hard-white-blues φωνάρα του Paul Shortino να τα πηγαίνει όπου θέλει. H παραγωγή του Douglas βγάζει έναν ζωντανό, σκληρό ήχο που γεμίζει τα ηχεία ακόμη και σήμερα, αδιαφορώντας για την τάση της εποχής να «θαμπώνει» τις κιθάρες με συνθ.
Τα "Bad Reputation" "Don't Settle For Less" και "Take A Chance" συγκινούν ακόμη, ενώ τα 'We Like It Loud", "Double Trouble" βαράνε σα λιμενεργάτες. Το πρόβλημα εδώ ήρθε από την Wendy Dio, που μανατζάριζε το γκρουπ. Έπεισε τον - πιο έμπειρο από τα λοιπά μειράκια - Shortino ότι είναι για «μεγαλύτερα πράγματα» και ενώ περιόδευαν στην αφηνιασμένη Ιαπωνία, ο τραγουδιστής ανακοίνωσε ότι «φεύγει, λόγω μουσικών διαφορών». Τελικά, το γκρουπ διαλύθηκε και η Wendy το μόνο που κατάφερε για τον Shortino ήταν, μετά δύο χρόνια, να τον δέσει για μερικούς μήνες με τους ψυχορραγούντες Quiet Riot. Τον κατέστεψε, δηλαδή. Σε κλίμακα "Slippery When Wet" :
Το μεν ροκ, το δε ποπ. Τελεία.
MEAT LOAF - Blind Before I Stop (1986)
Το φθινόπωρο του '86, ο διασημώτερος Οβελίξ του ροκ (μαζί ίσως τον Leslie West) προσπαθούσε να επαναλάβει τους - σχεδόν δέκα χρόνια παλιούς - θριάμβους του ντεμπούτου του ("Bat Out Of Hell", 1977, πάνω από 40 εκατομμύρια κομμάτια), αφού είχε για καιρό εγκλωβιστεί σε συμπληγάδες μεταξύ βουλιμίας, ναρκωτικών και βαριάς κατάθλιψης.
Για πρώτη φορά χωρίς το alter ego του, τον μεγαλομανή Jim Steiman σε σύνθεση και παραγωγή και πιεσμένος από την Arista να παραδώσει ένα ακόμη άλμπουμ μετά το "Bad Attitude" του '84, προσπάθησε να ξαναμπει στο rock mainstream. Μακριά από «οπερατικά» δεκάλεπτα κομμάτια, συνυπογράφοντας κι ο ίδιος τρία, μαζεύοντας συνθέσεις από διάφορους μουσικούς (μ.α. Dick Wagner [Alice Cooper, Lou Reed], Billy Rankin [Nazareth], Rick Derringer, Richard Page [Mr. Mister]) και συνθέτες (Terry Britten του "What's Love Got To Do With It"), επιστρατεύοντας σε ντουέτο τον πρότυπο αμερικάνο μπετατζή του A.O.R. John "St. Elmo's Fire" Parr ("Rock N' Roll Mercenaries") και τον τεράστιο Mel Collins στο σαξόφωνο, έφτιαξε ένα πολύ δυνατό και πανάκριβο άλμπουμ, που θα «όφειλε» να βγάλει τα λεφτά του.
Η αγγλική περιοδεία δεν πήγε άσχημα, αλλά τα 3 single δεν τα κατάφεραν, παρ΄ότι τα "Rock N' Roll Hero", "Masculine", Getting Away With Murder", "Blind Before I Stop", "Execution Day" είναι από τα καλύτερα της καρριέρας του. Το ατμοσφαιρικό "Standing On The Outside" υπήρξε το κεντρικό θέμα σε ένα αξέχαστο επεισόδιο του Miami Vice τον Δεκέμβριο του '86 (συγκυρία που για άλλους έφτιαξε καρριέρα), αλλά ούτε αυτό βοήθησε.
Ο ίδιος αργότερα θα τα ρίξει -άδικα- στον γερμανό παραγωγό Frank Farian (που πέρα από τους .Boney M, ήταν πίσω από τους Far Corporation που είχαν ακουστεί ένα χρόνο πριν). Η πικρή αλήθεια είναι ότι το «πακέτο» απ΄το New Jersey είχε θέσει τόσο ψηλά τον φωτογενικό πήχυ, ώστε στα μάτια του τότε κοινού, ο κάθιδρος κάθε φορά μετά το πρώτο κομμάτι Meat Loaf δεν είχε καμία εμπορική τύχη. Σε κλίμακα "Slippery When Wet" :
Άλλη κλάση.
Q5 - When The Mirror Cracks (1986)
Μια μπάντα παραδόξως γνωστή σ΄εμάς σε πρώτο χρόνο. Το "Steel The Light" είχε παρουσιαστεί από τον Γιάννη Κουτουβό στο τεύχος Ιουνίου του '85 του "Heavy Metal" και με κομμάτια όπως το ομώνυμο και το "Lonely Lady" έγιναν για κάτι δεκάδες σημερινούς μεσήλικες συνώνυμα με σκοτεινές βραδιές στην «ΟΜΠΡΕ» πριν από ντέρμπυ αιωνίων. Καθώς έμπαινε το '86, οι Q5, ένα ακόμη αμερικάνικο metal γκρουπ με «ευρωπαϊκό ήχο», ετοίμαζαν το δεύτερό τους. Ο μακαρίτης σήμερα Floyd Rose, κιθαρίστας, βασικός συνθέτης και τελειομανής του ήχου, είχε δικό του στούντιο, είχε πατεντάρει για πολλά δολλάρια ένα τρέμολο για κιθάρα και δεν ένιωθε καμία πίεση χρόνου να φτιάξει το δεύτερο άλμπουμ. Στις αρχές του '86 ήταν έτοιμο, όμως ο μάνατζερ δεν έβρισκε εταιρία διανομής στην Αμερική, ενώ ο ντράμερ Gary Thomson έσπασε τα πόδια του κάνοντας σκι, οπότε δεν μπορούσαν ούτε να βγουν σε περιοδεία. Το άλμπουμ κυκλοφόρησε στα τέλη του '86 εν μέσω Μποντζοβικής φρενίτιδας στην Ευρώπη από την Music For Nations, εταιρία ταυτισμένη με το heavy και το thrash, κάτι ατυχές από μόνο του. Σε μας έκανε την εμφάνισή του στη δισκοκριτική του "Heavy Metal" στο τεύχος Απριλίου του '87, εποχή που σημαδευόταν από εμμονική κόντρα μεταξύ "epic" και "thrash", θύματα της οποίας ήταν όλα τα μελωδικά hard rock σχήματα, που αποκυρήσσονταν λίγο-πολύ όλα ως «φλώρικα». Το με υπερηχητική παραγωγή "When The Mirror Cracks", με κομμάτια όπως το "Livin' In The Borderline", "Your Tears (Will Follow Me)", "Runaway", "Stand By Me", "Let Go" και το ομώνυμο, όρισε τον ήχο που είκοσι χρόνια αργότερα, η επόμενη γενιά που έχασε τα '80s θα ονόμαζε "melodic rock". Όταν στα τέλη του '87 οι Q5 κατάφεραν να υπογράψουν με μια μικρή εταιρία διανομής στην Αμερική την Squawk, των Mench και Bernstein (πνευματικών ταγών των μετέπειτα διάσημων Σάϋλοκ του heavy metal από το Bay Area), το μομέντουμ είχε χαθεί οριστικά. Σε κλίμακα "Slippery When Wet":
Αν κρίνουμε από την εμφάνιση των Q5 τον Νοέμβριο του '14 στο Ρόδο, δικαιωματικά cult classic. Έχεις τόσους φανατικούς το "S.W.W.";
AUTOGRAPH - Loud And Clear (1987)
Άνοιξη του '87 κι ενώ δεν είχε τελειώσει ακόμη η βασιλεία του "Livin' On A Prayer" στα τσαρτ, το γκρουπ από την Pasadena κυκλοφόρησε το καλύτερο άλμπουμ του.
Σε παραγωγή του μεγάλου Andy Johns, με άψογες ισορροπίες εύπεπτου χαρντ της δυτικής ακτής ("Loud And Clear", "She Never Looked That Good For Me") και μελωδίας ("Just Got Back From Heaven", Everytime I Dream", "More Than A Million Times", "When The Sun Goes Down") και με μια ξεδιάντροπη απόπειρα επανάληψης του μεγάλου τους hit ("Dance All Night", ένα δεύτερο "Turn Up The Radio"), προορίζονταν να γίνουν πλατινένιοι. Όμως το βίντεο με τον Ozzy και τον Vince Neil να παρακολουθούν μια πρόβα τους συνοδευόμενοι από ξανθές γκρούπις, δεν βοήθησε, όπως και η συμμετοχή τους σε διάφορα σάουντρακ ("Like Father, Like Son"). Σε μερικούς μήνες, η RCA σταμάτησε τη χρηματοδότηση και το γκρουπ διαλύθηκε μέσα σε έριδες για λεφτά και ναρκωτικά, πάνω που είχε φτιάξει έναν δίσκο που ταίριαζε γάντι για το ραδιόφωνο του '87. Ο frontman Steve Plunkett, που έγραφε σχεδόν όλο το υλικό και είχε τη πιο σουβλερή μύτη και τη χειρότερη κοκκινωπή περμανάντ στο Χόλυγουντ, βαρέθηκε να παίρνει τα λιγώτερα κοντινά πλάνα απ΄το υπόλοιπο γκρουπ κι αφιερώθηκε έκτοτε σε παραγωγή και σύνθεση για ποπ μεγαθήρια, εξασφαλίζοντας και τα τρισέγγονά του. Σε κλίμακα "Slippery When Wet": Ανώτερο, αλλά με μπάντα διαρκώς έτοιμη να διαλυθεί απ΄την καλοπέραση και εταιρία να χασμουριέται, δεν πήγαινες τότε μακριά.
HELIX - Wild In The Streets (1987)
Η ωδή των νεάτερνταλ με τίτλο "Rock You", με την οποία κατάφεραν να σερφάρουν πάνω στο πρώτο κύμα του L.A. metal (Van Halen, Quiet Riot, Crue, Ratt) ήταν τρία περίπου χρόνια παλιά όταν οι Καναδοί κυκλοφόρησαν αυτό το άλμπουμ (που εδώ μάθαμε απ΄το "Heavy Metal" γύρω στο Δεκέμβριο του '87, με σύσταση Γιάννη Κουτουβού και πάλι). Με τον Mike Stone στην παραγωγή (υπεύθυνο για ηχοληψία και παραγωγή στο κύριο μέρος της δισκογραφίας των Queen, Asia, Journey και πάνω απ΄όλα στο "Whitesnake '87" που ακριβώς τότε μεσουρανούσε), δυνατό ομόνυμο κομμάτι ως πρώτο σίνγκλ (τραγική ειρωνεία: ομότιτλο κομμάτι έκλεινε και το "Slippery When Wet"), ως καλή εφεδρεία μια μπαλάντα - διασκευή ("Dream On", των Nazareth) και τα "Shot Full Of Love", "Love Hungry Eyes", "High Voltage Kicks", "Never Gonna Stop The Rock" να σφύζουν από ενέργεια, παραδόξως το άλμπουμ έφθασε μόλις στο απογοητευτικό Νο 179 του Billboard και η Capitol τους διέκοψε το συμβόλαιο στα γρήγορα. «Εκείνη την εποχή, έπρεπε κάποιος από ψηλά στην εταιρία να σε υποστηρίζει για να τα καταφέρεις», θα πει αργότερα ο άνθρωπος με τον πιο διάσημο βγαλμένο κυνόδοντα του hard rock (το μοστράρει σε όλα τα βίντεο), ο Brian Vollmer. «Αυτός που είχαμε εμείς απολύθηκε λίγο πριν την κυκλοφορία του άλμπουμ, οπότε καταλαβαίνετε». Σε κλίμακα "Slippery When Wet":
Eίκοσι φορές μεγαλύτερη ενέργεια.
Θα μπορούσε κανείς να προσθέσει στον κατάλογο διάφορα άλλα άλμπουμ της εποχής που απέτυχαν ενώ δεν το άξιζαν (από Waysted, Triumph, Nightranger), κυρίως επειδή δεν «χωρούσαν» στο ηχητικό και οπτικό πρότυπο των Bon Jovi, που τόσο πολύ έψαξε να φτιάξει και να αρμέξει η βιομηχανία των '80s.
Χωρίς παρεξήγηση, η μπάντα από το New Jersey υπήρξε σταθερά καλή live, αξιόπιστη για κάθε προμότερ και χωρίς πολλές αξιώσεις απέναντι στον μεγαλοδιακινητή ουσιών Doc McGee για το τί γραμμή θα ακολουθούσε σε σχέση με τις εκάστοτε μόδες.
Το δε "Slippery .", είναι ιστορικό - και ευχάριστο - άλμπουμ που έδωσε αφορμή να ασχοληθεί με το hard rock μια υφήλιος καινούριων «οπαδών». Επειδή όμως κάθε ιστορική συγκυρία έχει και απώλειες, εις μνήμην των απωλειών ... που θα είναι πάντα στη δισκοθήκη μας.