D.A.D.: Sleeping My Day Away, φθινόπωρο ’89
Tuesday

3Oct

D.A.D.: Sleeping My Day Away, φθινόπωρο ’89

Δημοσιεύθηκε από:

03/10/2017

Κατηγορία: To Be A Rock And Not To Roll

8055
Οι εξεταστικές κάποτε ήταν ωραία φάση. Περίοδοι κατ’ ανάγκην εντατικές, ένας μήνας πάνω – κάτω, για να μαζέψεις τα σπασμένα απ’ τα δυό εξάμηνα πού’χουν προηγηθεί. Να στρώσεις το μυαλό, να το σιδερώσεις, να το ρίξεις στις σελίδες, να δικαιολογήσεις και λίγο το τί μυαλό κουβαλάς με τον παλιομοδίτικο τρόπο.
Να βάλεις στόχο. Να στριμώξεις τό’να μάθημα πίσω απ’ το άλλο στη μικρή του περιοχή, να του πάρεις την ουσία. Για όσα είναι ζόρικα, να οργανωθείς, να πρεσσάρεις καλά τις έννοιες τις ταμπουρωμένες σε κακογραμμένα βιβλία, να τους βγάλεις το λάδι.
Να πας για να τα πάρεις τα μαθήματα, έστω με κατενάτσιο. Ξύπνημα πρωί, φραπέδες σπιτικοί, τρίδιπλοι, διατροφή με δίπιττα απ’ τη γωνία, σαλάτες και μακαρονάδες που φτιάχνονται στο μεσημεριανό διάλειμμα - και μετά το απαραίτητο απογευματινό ντεμαράζ. Τα τηλέφωνα να πέφτουν τα «όχι, ρε, διαβάζω, έχω εξεταστική, δίνω μεθαύριο», να γίνονται «καλά, θα δω πώς θα πάω κι άμα είναι περνάω πιο μετά για καμια μπύρα». Και το πιο μετά να έρχεται, ν’ αρχίζει να πέφτει το βράδυ και τα φώτα της πόλης να επιτάσσουν ότι η κάθε μέρα απαγορεύεται να είναι ίδια με τη χτεσινή. Να μην κρατιέσαι, να θες να ξαμολυθείς.
Η εξεταστική ήταν τότε ωραία φάση. Τηλέφωνα για να βρεις τις καλές τις σημειώσεις, διασταύρωση των S.O.S. με όσους τά’χαν δώσει και ξέραν, υπογραμμίσεις με μολύβι, μετά με μπλε στυλό, την τρίτη φορά με κόκκινο -μόνο τα κύρια σημεία-  κωδικοποιημένες υπομνήσεις στο περιθώριο του βιβλίου, επανάληψη στα φωναχτά απ’ έξω, βηματίζοντας πάνω - κάτω στο δωμάτιο, σα φυλακισμένος.
Η εξεταστική του Σεπτεμβρίου ήταν ωραία φάση, ειδικά ερχόμενη μετά το καλοκαίρι του «βρώμικου ’89». Με τη δεύτερη καπάκι προεκλογική περίοδο μετά τον Ιούνιο να επίκειται και τα εκλογικά κέντρα σε Πατησίων, Βικτώρια, Ομόνοια, Κάνιγγος να μην έχουν ακόμη ξενοικιαστεί. Με την Κυβέρνηση Τζαννετάκη νά’ χει πολώσει κάθε γωνιακό καφενείο και την περιβόητη «κάθαρση» νά’ χει μετατραπεί από σύνθημα – σημαία, σε τσιτάτο για αφίσσες επιθεώρησης στο Πεδίο του Άρεως.
 Με το ραδιόφωνο να παίζει, 9,84, ΤΟΠ ΦΜ,
Rock FM, Κώστα Μυλωνά, Ριχάρδο και το MTV να προβάλλει εντατικοποιημένες πασαρέλλες ροκ ν’ ρολ ονείρων: “Poison”, “Love In An Elevator”, “Mixed Emotions” και “If I Could Turn Back Time”.
Έρχεται και κείνη η Τρίτη, 26 Σεπτεμβρίου, που δίνουμε Δημόσιο Διεθνές στα υψίπεδα της Σαριπόλων – με τον επιτηρητή λέκτορα απορροφημένο από το «Έθνος» και το ρεπορτάζ για την προανακριτική επιτροπή της Βουλής, μπορέσαμε και συσκεφθήκαμε με τα γειτονικά έδρανα για το τρίτο θέμα, απ’ το Δίκαιο της Υφαλοκρυπίδας. Με το που βγαίνουμε Σόλωνος, σειρήνες, κορδέλλες κάθετα να κόβουν το δρόμο στο ύψος της «Εστίας» και πηλίκια παντού. Κάτι έχει γίνει. «Σκοτώσανε το Μπακογιάννη στη γωνία με Ομήρου. Δεκαεφτά Νοέμβρη».



Την επομένη, υπό τη βαριά σκιά του χτυπήματος, στην τελευταία της συνεδρίαση, η Βουλή της συγκυβέρνησης ολοκληρώνει τις εργασίες της, ψηφίζοντας την παραπομπή Αντρέα, Κουτσόγιωργα, Ρουμελιώτη, Πέτσου και Τσοβόλα στο Ειδικό Δικαστήριο και προκηρύσσει εκλογές, όπως έχει προαναγγελθεί. Το σίγουρο είναι ότι όσοι δεν έχουν περάσει ακόμη το Συνταγματικό Ι και ΙΙ πρέπει να ξεχάσουνε τα περσινά S.O.S.. Η πρωτοφανής ροή πολιτικής επικαιρότητας θα επιβάλλει τους δικούς της κανόνες, ακόμη και στην εξεταστική. Κι έρχονται κι άλλες εκλογές το Νοέμβριο.
Κυριακή, 1η Οκτωβρίου. Ένα τελευταίο μάθημα, την Τρίτη, «Γενικές Αρχές - ΙΙ». To  πορτοκαλί – καφέ δίτομο βιβλίο γεμάτο έννοιες απλανείς, χωρίς ίχνος συναισθήματος, σα να διαβάζεις το σενάριο της «Οδύσσειας του Διαστήματος» στα Αραμαϊκά. Νωρίς το απόγευμα το τηλέφωνο πέφτει. Ο Πέτρος απ’ τα Πατήσια έχει καταθέσει πινακίδες για την εξεταστική του Σεπτεμβρίου. Έδωσε μόνο Δικονομία και μετά έκανε βουτιά στις φραπεδιές και τις νευρώδεις πολιτικές αναλύσεις του τετραγώνου Ιπποκράτους – Καρτιέ Λατέν – ποδοσφαιράκια Σόλωνος - Φοιτητική Εστία Αραχώβης.
Τo “IDEAL” παίζει πρώτη προβολή το «Φονικό Όπλο 2», αυτή βέβαια είναι η αφορμή.
«Έχεις υπ’ όψη σου τί κυκλοφορεί στη Φιλοσοφική;». «...». «Θέλεις να πάρεις μια ιδέα;». Η κατακλείδα του Πέτρου στάνταρ: «Έλα, ρε μ@λ@κα, δε θα τ’ αργήσουμε».
Οι δύο δευτεροετείς κολλητές εκ Φιλοσοφικής προέκυψαν με μια ακόρεστη ανάγκη να αναλύσουν τα κατορθώματα του Μελ Γκίμπσον,  μέχρι σημείου μάλιστα, μετά από δυό γύρους σφηνάκια στη «Ράμπα», να θέλουνε να την προεκτείνουν στο δυομισάρι τους, στα ορεινά της νιοστής στάσης Ζωγράφου. Ώρα τέσσερις και, με τρία πλαστικά εναμισόλιτρα ροζέ χύμα απ’ τη γωνιακή ΕΒΓΑ να έχουν εξατμιστεί, την έχουμε πέσει κι οι τέσσερις και ζαπάρουμε ασύστολα στο σαλονάκι τους, οι τοίχοι του λάϊμ, γεμάτοι με αφίσσες από παλιές διαφημίσεις. Στο MTV μπαίνει ένα κομμάτι.
«Για άστο, άστο εκεί, λίγο».

Μια μπάντα καλωδιωμένη μέσα σε κάτι σα σκοτεινό μαυσωλείο. Ένας μαλλιάς τραγουδιστής με Angus Young υπερεγώ –κοντομάνικη στολή φύλακα, γραββάτα, ραφτό που γράφει “Animal Patrol Officer” - και ακκόρντα κοφτά, ένας μπασίστας με κράνος του Ερυθρού Σταυρού που ξερνάει σπινθήρες κι ένας lead κιθαρίστας με φαρδιά μπαντάνα αλωνίζουνε. Στη μέση, η ένταση χαμηλώνει και σαν ο μπαντανοφόρος να έχει ντυθεί Chris Isaak, ρίχνει ένα σόλο, απ’ αυτά τα –ο Elvis-βρήκε-στο-δρόμο-για-το-Tupelo-μια-ξέμπαρκη-Stratocaster. Το κομμάτι έχει έναν άνεμο πανηγυρικά μεταμεσονύχτιο και τελειώνει με την μπάντα να τα κάνει όλα ίσωμα, μ’ έναν εκτροχιασμένο μαξιλαροπόλεμο.
«Τί λέν’ αυτοί οι τύποι;»
«Δε θα κοιμηθούμε ποτέ, μας αρέσει να ξυπνάμε σε ξένα σπίτια, τέτοια». Ο Πέτρος κλείνει το μάτι.


Πολύ πριν και πολύ μακριά από τα τεκταινόμενα της Σόλωνος και του Ζωγράφου, στην Κοπεγχάγη του ’82, ήταν δύο αδέρφια, ο Jesper και ο Jacob Binger, που από σχολιαρόπαιδα ήθελαν να παίζουν την αγαπημένη τους μουσική, με τη θετική ενέργεια και την εξωστρέφεια των ηρώων τους AC/DC, σαν από αντίδραση στον αρνητισμό και την υπερφίαλη στάση της punk σκηνής της Κοπεγχάγης.
Όταν ο γεννημένος το Σεπτέμβριο του ’65 Jesper συνάντησε τον λίγους μήνες μεγαλύτερό του μπασίστα Stig Pedersen, ονόμασαν το σχήμα τους “Disneyland After Dark”, θέλοντας να ντύσουν με μια σαρκαστική, υπόγεια επικίνδυνη ετικέττα το ροκ ν΄ρολ τους:
«Ποιός ξέρει σε τί πονηρά παιχνίδια μπορεί να μπλέκουν ανθρωπόμορφα ποντίκια, σκύλοι κι πάπιες, όταν στη Ντίσνεϋλαντ πέφτει το σκοτάδι».
Αρχές του ’84 δοκίμασαν στην κιθάρα τον ούτε 14 μήνες μικρώτερο αδελφό του Jesper, τον Jacob. Mέσα από τις πρόβες, προσπαθώντας να παίξει ένα ριφ με τρεις νότες σ’ έναν κάπως διαφορετικό ρυθμό, ο Stig παρέσυρε τα αδέρφια Binger στο να δοκιμάσουν μια δόση από ροκαμπίλυ. Σαν από μια γωνιά του στούντιο νά’ σκασε μύτη ο Link Wray, με τα ρέϋμπαν και τον σηκωμένο γιακά και να τους υπαγόρευσε μια ενδεκάτη εντολή:  να μπολιάσουν το στακάτο hard rock τους μ’ ένα κιθαριστικό μπαχάρι απ’ την κουζίνα της country και του surf των ’50s. Θα πρέπει να ήταν μαεστρικά οργανωμένη αυτή η περιοδεία του πνεύματος του Link, καθώς εκείνα τα χρόνια είχε προλάβει ήδη να κάνει την εμφάνισή του σε διάφορα γκαράζ ανά τον κόσμο, εμπνέοντας τα ανάλογα σε παθιασμένα γκρουπούσκουλα της μετα-πανκ εποχής, από τον “Reverend” Jim Heat ως τους X, τους Blasters και τους Social Distortion.
Επιλέγοντας ένα ψευδοcowboy look για να υποστηρίξουν το country punk υβρίδιό τους, έφτιαξαν ένα ep και στη συνέχεια το πρώτο τους lp (“Call Of The Wild”), αρχές του ’86. Παρά τη δυσκολία του δανέζικου κοινού να πιάσει το χιουμοριστικό του πράγματος και τις αντίστοιχα αποπροσανατολισμένες κριτικές, κατόρθωσαν με τις παθιασμένες εμφανίσεις τους να γεμίζουν τα μεγάλα κλαμπ της Κοπεγχάγης.
Σύντομα ήρθαν προτάσεις για περιοδείες σε Νορβηγία, Σουηδία, Φιλανδία, Βέλγιο και Ολλανδία. Καταλαβαίνοντας ότι το image εμποδίζει το κοινό να τους πάρει σοβαρά, το εγκαταλείπουν. Όχι όμως και την έμπνευσή τους, που εξακολουθεί να πηγάζει από ποικιλία επιρροών. Στο δεύτερο άλμπουμ τους που ηχογραφείται το Νοέμβριο του ’87 επιλέγουν να συνεργαστούν με τον Άγγλο Mark Dearnley, έναν από τους ηχολήπτες που είχαν δουλέψει στο “Highway To Hell”. Μέσα σε 30 μέρες έχουν έτοιμο το “D.Α.D. Draws A Circle”, που κυκλοφορεί αρχές καλοκαιριού του ’87. Οι πωλήσεις φθάνουν τα 30.000 αντίτυπα και οι συναυλίες συνεχίζονται, όμως η αίσθηση ότι έχουν εξαντλήσει τις δυνατότητές τους είναι έντονη. Αναζητούν μια πολυεθνική. Η μικρή Medley Records αμφιβάλλει αν θα τα καταφέρουν και είναι έτοιμη να μην ανανεώσει το συμβόλαιό τους για ένα τρίτο άλμπουμ.

Το καλοκαίρι του ’88 ο μάνατζέρ τους John Rosing κλείνει για την μπάντα μια μικρή τουρνέ στην Αμερική. Είναι η πρώτη φορά που θα ταξιδέψουν τόσο μακριά. Καινούριες παραστάσεις οδηγούν σε ένα demo με πιο σκληρό ήχο, που με την βοήθεια του παραγωγού τους Nicolaj Foss και του ηχολήπτη Lars Overgaard τελικά πείθει τον επικεφαλής της Medley, Poul Bruun, να τους δώσει μια τελευταία ευκαιρία. Το καινούριο άλμπουμ ηχογραφείται περιπετειωδώς το φθινόπωρο του ’88 με στόχο έναν ήχο όσο πιο compact γίνεται, χωρίς πολλές μουσικές παρεκβάσεις.
12 κομμάτια με το γκάζι αμείωτο. Τα φωνητικά του Jesper γδέρνουν με μια μελωδική φαλσέττα τις υψηλές ταχύτητες των Motorhead, των AC/DC και των Ramones, τα ρεφραίν παρασέρνουν σε νυκτοβιότοπους εξαλλοσύνης (“They throw the best damn parties at the rim of hell”) και οι cow-punk φράσεις χρωματίζουν μονολόγους απ’ το ημερολόγιο καταστρώματος κάθε προσκυνητή του ροκ ν’ ρολ:
“Point Of View” (“I like to share my point of view – as long as it’s my view too”), “Girl Nation”, “Lords Of The Atlas” (“Company of adventurers, on a secret track – Caesars of the wilderness, around the world and back – Card carrying members, we’re the Lords of the Atlas”). 
Παρεμβάλλονται ατάκτως τα αγριεμένα “Jihad”, “Overmuch”, “Wild Talk” και “True Believer”. Σαν τελική υπογραφή, το δίλεπτο λυσσασμένο “Ill Will” με την ιαχή πολέμου “Rock n’ ro-o-o-o-o-oll !!!” αφήνεται σ’ ένα thrash ξέσπασμα που κλείνει το άλμπουμ σαν έκρηξη. Όλα τα όπλα τους σε πλήρη στοίχιση. Ή θα τα καταφέρουν, ή θα τα παρατήσουν.

Το “No Fuel Left For The Pilgrims” κυκλοφoρεί στην Ευρώπη στις 3 Μαρτίου του ’89, ακριβώς τη μέρα που η μπάντα είχε τα πέμπτα της γενέθλια. Mε κινητήρια δύναμη τον Jesper, τον Jacob στα σόλα, τον σταθερά μαζί τους απ’ την αρχή Peter Lundholm στα τύμπανα και τον Stig ν’ αποφασίζει ότι στο μπάσο του τέσσερις χορδές ήταν περιττές, να ξηλώνει τις δύο και να φοράει στη σκηνή ένα ιδιοκατασκευασμένο κράνος με πάνω του τον ερυθρό σταυρό, η μπάντα παίζει σε όλη την Ευρώπη, τραβώντας για πρώτη φορά το ενδιαφέρον των πολυεθνικών.

Το καλοκαίρι του ’89 παίζουν στο υπαίθριο Φεστιβάλ Rockslide στη Γερμανία. Οι υπεύθυνοι της WEA τους βλέπουν ν’ αρπάζουν ένα κοινό 50.000 και να το κάνουν να τραγουδά τα ρεφραίν τους. Σε λίγες εβδομάδες, ο Rosing  και ο υπεύθυνος της Medley, Michael Ritto, πετάνε για Αμερική και επιστρέφουν κρατώντας το draft μιας χρυσοφόρου συμφωνίας. Ένα εκατομμύριο δολλάρια για δύο άλμπουμ με option της εταιρίας για επέκταση.  Η τελική συμφωνία υπογράφεται στις 14 Σεπτεμβρίου 1989 στα γραφεία της WEA στο Burbank της Καλιφόρνια.
Οι απειλές του εταιρικού κολοσσού της Disney ν’ αλλάξουν όνομα γιατί δήθεν «προκαλούν σύγχυση στους καταναλωτές» του Μίκυ Μάους και της παρέας του, προσπερνώνται εύκολα: πλέον θα λέγονται D.A.D. και το εξώφυλλο του άλμπουμ τους θα αλλάξει:
Οι τέσσερις της μπάντας κάτω από το τεράστιο λογότυπο, με αμερικανοειδή αστεράκια ανάμεσα από τα τρία αρχικά του ονόματος και σαν σκέπη το κρανίο της αγελάδας με τα υπερφυσικά κέρατα. Ο Jesper ακουμπάει πάνω σ’ ένα μπιτόνι βενζίνη, δείγμα του ότι αυτή η μπάντα έχει φτιαχτεί για να ξεχύνεται στο δρόμο, ακόμη κι αν «έχει σωθεί το καύσιμο για τους προσκυνητές». 

Με τον ενθουσιασμό στα ύψη, η μπάντα περιοδεύει σε Ευρώπη τον Οκτώβριο, με το πρώτο single “Sleeping My Day Away” να παίζεται κατά κόρον στο ΜTV, ενώ ακολουθούν 30 συναυλίες σε 35 μέρες στην Αμερική, από τον Νοέμβριο και μετά.  Τον Ιούλιο του 1990, όταν ξαναπαίζουν στο Rockslide, είναι το πιο αναγνωρίσιμο Δανέζικο προϊόν μετά τα Danish Cookies, τον Ηans Christian Andersen και τον Michael Laudrup.
Η πολυεθνική πορεία τους υπήρξε έντονη όσο και σύντομη.
Μετά το ’92 η WEA τους ξεφορτώθηκε - τα χρόνια του grunge υπήρξαν ως γνωστόν πολύ σκληρότερα με πολλούς και πιο καθιερωμένους απ’ τους D.A.D.. Όμως αυτοί συνέχισαν πεισματικά να βγάζουν δίσκους και να παίζουν, κυρίως ανά τας Ευρώπας.
Μπροστά σ’ ένα κοινό πολύ μεγαλύτερο σε πλήθος -και σε ηλικία- που ξέρει –ή στο μεταξύ έμαθε- ότι, όσα χρόνια κι αν περάσουν, λίγα πράγματα είναι καλύτερα απ’ το νά’ σαι νιάτο, ν’ αψηφάς τις νύχτες και το πρωί να σε βρίσκει σε ξένα σκεπάσματα.

“From the pale lips of a youth who lay - I'm sleeping my day away -
And when the night comes to the city I say: I'm sleeping my day away
‘Cause after dark is the game I play - I'm sleeping my day away”

 
Παναγιώτης Παπαϊωάννου




 

// Old Time Rock

// Live Favorites