Image
Old Time Rock 23-11-2025

David Coverdale: Ο απέραντος ερωτισμός του “Northwinds”

«Είχα ένα σωρό ιδέες για τραγούδια που δεν σχετίζονταν απαραίτητα με τους Purple. Ήταν περισσότερο μπλουζ και σόουλ, και ο Micky Moody με βοήθησε να βάλω τα πράματα σε μία σειρά. Υπήρχε ελάχιστη, αν όχι καθόλου, υποστήριξη τόσο για τον Glenn Hughes όσο και για εμένα. Όλη η προσοχή ήταν στραμμένη σε ένα άτυχο project που ετοίμασαν ο Jon και ο Ian Paice (Paice Ashton Lord). Ο Glenn περνούσε χρόνο στο σπίτι μου και ήμασταν και οι δύο πολύ συνειδητοποιημένοι ότι είχαμε πολλά να αποδείξουμε, όχι ο ένας στον άλλον, αλλά στις δυνάμεις που ήταν. Μας δόθηκε ένας ενοχλητικά μικρός προϋπολογισμός για να κάνουμε τα αντίστοιχα σόλο άλμπουμ μας. Πραγματικά, ειλικρινά, κανείς δεν μας στήριζε εκείνη την εποχή».

Mε αυτά τα λόγια ο David Coverdale περιέγραφε την κατάσταση που κληρονομούσε λίγους μήνες μετά την διάλυση των Deep Purple και πόσο δυσοίωνο ήταν το μέλλον του, ως σόλο καλλιτέχνης αφού ήταν δεσμευμένος με συμβόλαιο με την Purple Records η οποία δεν έδειχνε διάθεση για κάτι πιο μεγαλεπήβολο για τον μετέπειτα ηγέτη των Whitesnake. Oι φόβοι του David, ότι θα αποτύχει μιας και ο πήχης είχε ανέβει για τον ίδιο λόγω Deep Purple, ευτυχώς γρήγορα διαψεύστηκαν πετυχαίνοντας σπουδαία πράματα τις δύο επόμενες δεκαετίες. Άλλωστε ό ίδιος από τα παιδικά του χρόνια είχε την μουσική στο αίμα του και παρότι η διάλυση των Purple, του δημιούργησε ανασφάλειες, η αγάπη του για το τραγούδι την ροκ και μπλουζ μουσική ήταν βαθιά ριζωμένη μέσα του από την παιδική του ηλικίας.
«Δεν είχαμε ποτέ κανενός είδους συσκευή ώστε να ακούμε μουσική στο σπίτι των παιδικών μου χρόνων, αν και η μαμά μου τραγουδούσε ιρλανδικά τραγούδια επανάστασης που είχε μάθει από τη γιαγιά μου μεγαλώνοντας. Και όταν έμενα με τη γιαγιά μου, η θεία μου Σύλβια και ο θείος μου Έντι, που ήταν έφηβοι, με άφηναν να παίζω τα ροκ εν ρολ singles τους στο πικ απ τους. Εκεί άκουσα για πρώτη φορά τον Έλβις, τον Λιτλ Ρίτσαρντ και τον Τσακ Μπέρι. Θυμάμαι καθαρά το "Jailhouse Rock" παρότι ήμουν μόλις έξι ετών όταν το άκουσα. Δεν έχω απολύτως καμία ιδέα γιατί ήταν τόσο απίστευτα εμπνευστικό, αλλά μπορώ να πω ότι με επηρέασε να συνθέσω το Still Of The Night δεκαετίες αργότερα». Αποκαλύπτωντας ο Coverdale πως ξεκίνησε ο έρωτας του με το ροκ εν ρολλ  και πρόσθεσε:
«Το Long Tall Sally του Little Richard και το Good Golly Miss Molly είναι ακόμα τόσο φρέσκα σαν ακούσμα για μένα ακόμη και σήμερα. Ζήτησα το αυτόγραφο του Little Richard χρόνια αργότερα. Το έχω ακόμα.»
Ενώ σε ερώτηση δημοσιογράφου: Πότε συνειδητοποίησε ότι μπορούσες να τραγουδήσει; Ο Coverdale απάντησε:
«Πολύ νωρίς. Πάντα μου ζητούσαν να συμμετάσχω στη σχολική χορωδία ως σολίστ. Στην πραγματικότητα, άρχισα να τραγουδάω σε μια μπάντα με μια τοπική ομάδα παιδιών γύρω στα δεκατέσσερα. Μέναμε όλοι σε δρόμους δίπλα ο ένας στον άλλον.»
Άφήνοντας πίσω τις παιδικές του αναμνήσεις και με βασικό όπλο την συμμετοχή του σε τρία άλμπουμ των θρυλικών Depp Purple, ο Coverdale έβαλε πλώρη να αποδείξει πόσο σημαντικός τραγουδιστής αλλά και συνθέτης είναι.

Το πρώτο σόλο άλμπουμ του David Coverdale, “Whitesnake”, κυκλοφόρησε στο Ηνωμένο Βασίλειο τον Μάιο του 1977, αλλά ο Coverdale δυσκολεύτηκε να μπει στη διαδικασία της προώθησής του, καθώς ήδη είχε ηχογραφήσει και το επόμενο σόλο του άλμπουμ με τίτλο, “Northwinds” που ήταν αρκετά καλύτερο ώστε να έχει χρόνο για να στήσει τη νέα του μπάντα αλλά και να περιοδεύσει σύντομα γνωρίζοντας ότι στην σκηνή και στις συναυλίες "παίζεται" το παιχνίδι της αποδοχής από τον κόσμο.«Είναι πολύ δύσκολο να σκέφτεσαι και να μιλάς με καθαρό μυαλό για το πρώτο άλμπουμ. Το “Whitesnake” ήταν μια πολύ εσωστρεφής, στοχαστική και γενικά «χαμηλών τόνων» δουλειά, γραμμένη και ηχογραφημένη μετά την κατάρρευση των Deep Purple» ανέφερε ο Coverdale σε έναν δημοσιογράφο εκείνη την περίοδο που είχε παράλληλα να αντιμετωπίσει και την λαίλαπα της Punk σκηνής που κυριαρχούσε εκείνη τη εποχή.

Το σαγηνευτικό “Northwinds” ηχογραφήθηκε στα Air Studios στο Λονδίνο τον Μάρτιο και Απρίλιο του 1977, με τον Micky Moody για ακόμη μία φορά ως τον βασικό καταλύτη του πρότζεκτ. Ωστόσο, το άλμπουμ δεν θα κυκλοφορούσε παρά ένα χρόνο αργότερα, τον Μάρτιο του 1978. 

Οι μουσικοί της συγκεκριμένης ηχογράφησης του "Northwinds" ήταν ο ντράμερ, Tony Newman (David Bowie, Donovan, Mick Ronson) και ο μπασίστας Alan Spencer (The Grease Band, Joe Cocker, Kokomo, Roxy Music). Ο Roger Glover ανέλαβε την παραγωγή και έπαιξε μερικά πλήκτρα. Το άλμπουμ ηχογραφήθηκε σε χαλαρό κλίμα και το συνολικό αποτέλεσμα ήταν πολύ πιο δεμένο από αυτό του πρώτου δίσκου. Αυτό φαίνεται περισσότερο στο κομμάτι “Give Me Kindness”, όπου ο Ronnie Dio και η σύζυγός του, μαζί με τη σύζυγο του Jon Lord, Judy, έκαναν τα φωνητικά του χορωδιακού μέρους. Με το άλμπουμ ολοκληρωμένο, ο Coverdale έπρεπε να περιμένει να βγει στα δισκοπωλεία. Δεν μπορούσε ακόμη να περιοδεύσει, αλλά ένιωθε αρκετή αυτοπεποίθηση για να αρχίσει να δοκιμάζει μουσικούς. Η ιδέα ήταν να σχηματίσει ένα συγκρότημα ώστε να είναι έτοιμος να βγει στον δρόμο και να προωθήσει το επερχόμενο “Northwinds”, οπότε οι Whitesnake είχαν ήδη σχηματισθεί στο μυαλό του David.

Εν τω μεταξύ τον Δεκέμβριο του 1977 οι νεοσύστατη μπάντα του Coverdale ήταν έτοιμη για την πρώτη τους πρόβα και παράλληλα θα ακολουθούσε μέσα στους επόμενους μήνες δύο ακόμη κυκλοφορίες ποντάροντας η ΕΜΙ στους Whitesnake. Φυσικά, ο Micky Moody ήταν ο πρώτος που μπήκε και επίσημα στο συγκρότημα. Πριν από αυτό, ο Moody είχε δουλέψει σε μια σειρά από δουλειές, αλλά η καριέρα του είχε σχεδόν σταματήσει ακριβώς πριν ο Coverdale τον καλέσει σχετικά με το πρώτο σόλο άλμπουμ. Έτσι, το timing ήταν τέλειο. Ο Coverdale, αν και πάντα είχε μια αδυναμία σε δίδυμο κιθαριστικό ήχο, αποφάσισε να προσεγγίσει τον Mel Galley, που μόλις είχε σχηματίσει ξανά τους Trapeze, αλλά εκείνος αρνήθηκε την πρόταση
Ο Coverdale στράφηκε γρήγορα στον Bernie Marsden, ο οποίος μόλις είχε μείνει χωρίς δουλειά μετά τη διάλυση των Paice Ashton Lord, και πήρε επίσης το πράσινο φως από την αρχή. Έτσι άρχισαν να ψάχνουν για μπασίστα. Ο Chris Stewart πήρε τη δουλειά, αλλά εκείνη την περίοδο αποφάσισε να ενταχθεί στον Frankie Miller, οπότε ο Bernie Marsden κάλεσε τον φίλο του Neil Murray (είχαν παίξει μαζί στους Cozy Powell’s Hammer) για να αναπληρώσει. Ο Murray εντυπωσίασε όλους και του ζήτησαν να μείνει. Εκείνος με τη σειρά του γνώριζε τον ντράμερ David Dowle (Brian Auger's Oblivion Express, Streetwalkers), οπότε η πρώτη μορφή της νέας μπάντας του Coverdale, των Whitesnake, ολοκληρώθηκε και με αυτό το σχήμα ηχογράφησαν ταυτόχρονα, τα "Snakebite" (ΕΡ) & "Trouble" το 1978 ενώ ήδη έδιναν αρκετές συναυλίες
Το "Northwinds" κυκλοφόρησε τελικά τον Μάρτιο του 1978 όπως προαναφέραμε περιέχοντας έντονες δόσεις μπλουζ, κσυνδυασμένς με υπέροχες ερμηνείες από τον Coverdale πτο οποίο αδικήθηκε αρχικά διότι την ίδια χρονιά είχαμε ακόμη δύο κυκλοφορίες ως Whitesnake αυτήν τη φορά, που  "σκέπασαν" ουσιαστικά ετούτη την πανέμορφη σόλο δουλειά του Βρετανού ερμηνευτή.
Παρακάτω κάνουμε μία συνοπτική περιγραφή των συνθέσεων του "Northwinds" και προσωπικά  θεωρώ το εν λόγω άλμπουμ μέσα στις πέντε καλύτερες δισκογραφικές δουλειές του Coverdale.
                                   
                             
                                                                            Tracklist
"Keep On Giving Me Love": Το κομμάτι ξεκινά με την funky κιθάρα του Moody να δίνει τον απαραίτητο ρυθμό, χαρίζοντας μας στην συνέχεια ένα χαρακτηριστικό slide σόλο με την φυσαρμόνικα του Lee Brilleaux (Dr. Feelgood) να δίνει τις απαραίτητες blues πινελιές.
Εν τω μεταξύ ο Coverdale τραγουδά μέσα σε ερωτική έξαψη....
"You got fox eyes,
They burn like a sunrise,
You got a walk that makes a mans` blood turn to wine.
You bought and sold me
For you lover,
As long as you feed me good, baby, I don`t mind"
 
"Northwinds": Στο ομότιτλο τραγούδι, ο David με την συνοδεία στο πιάνο από τον Tim Hinkley, δίνει μια γοητευτική ερμηνεία σε λιτό ύφος. Προς το τέλος της σύνθεσης το μπάσο του Alan Spenner κυριαρχεί και αναδεικνύει τα εκπληκτικά φωνητικά ξεσπάσματα του Coverdale που με την βοήθεια των γυναικείων φωνητικών των Doreen& Irene Chanter από τις (Chanter Sisters) και της Liza Strike να απογειώνονται κυριολεκτικά.
 
"Give Me Kindness": Η έκπληξη εδώ είναι ότι περιλαμβάνει τον Ronnie James Dio και τη σύζυγό του, Wendy, καθώς και τη σύζυγο του Jon Lord, Judy,  στα δεύτερα φωνητικά. Ακούγεται σχεδόν σαν ένα outtake από το άλμπουμ "The Butterfly Ball and the Grasshopper's Feast" (1974), του Roger Glover. Το τραγούδι από τη μέση και μετά, ανεβαίνει κι άλλο, βοηθούμενο από τα γκόσπελ φωνητικά που δημιουργούν ένα κλίμα χαράς και αισιοδοξίας εμπλουτισμένα με κόρνες και διάφορα πνευστά.
 
"Time & Again": Ένα από τα πιο συγκλονιστικά τραγούδια του Coverdale που το αποδίδει με την συνοδεία ενός πιάνου και στο οποίο παίζει ο ίδιος. Ανατριχιαστική ερμηνεία ειδικά στο σημείο που σπάει η φωνή του τραγουδώντας...
"You and I could always talk it over as friends
And you never ever worried
You always make it good in the end"
 
"Queen of Hearts": Κομμάτι που είναι προπομπός στο τι θα επακολουθούσε στο πρώτο μισό των '80ς στα άλμπουμ με τους Whitesnake. Εξαιρετικό blues hard rock, παιγμένο ψυχωμένα με τα slide του Moody να κοσμούν για άλλη μια φορά αυτό το θαυμάσιο τραγούδι.  
 
"Only My Soul": Υπέροχη μπαλάντα που ακόμη και σήμερα προκαλεί ρίγη σε ερωτευμένους και μη. Στο μεσαίο μέρος της σύνθεσης ο Alan Spenner, στο μπάσο, προσθέτει ένα ωραίο groove και τα πλήκτρα δίνουν έναν πιο λυρικό τόνο. Όλα τα λεφτά η σπαρακτική κραυγή του Coverdale ερμηνεύοντας... 
"Hear me crying out for love
Hear me crying out for love
I`ll never let you know it
I can only show it in my song
Only my soul"
 
"Say You Love Me": Η συγκεκριμένη σύνθεση αποτελεί μία ακόμη απόδειξη τι σημαίνει David Coverdale. Γνήσιες Blues και soul μελωδίες ανακαταμένες με μπόλικο ερωτισμό και ερμηνεία σε βαθμό "απελπισίας" και καψούρας με το σαξόφωνο του Ron Asprey να μεγαλουργεί. Tρομερό τελείωμα από τον Moody ενώ τύμπανα εδώ παίζει ο νεαρός τότε Simon Phillips!
 
"Breakdown": Το τελευταίο κομμάτι είναι το πιο ροκ τραγούδι, του άλμπουμ. Ένα καθαρόαιμο Whitesnake άσμα. Οι Moody & Coverdale  ροκάρουν ασταμάτητα ενώ το τραγούδι είναι στην πραγματικότητα γραμμένο για την πτώση των Deep Purple. 
Τέλος στην επανέκδοση του 2000 υπάρχουν δύο επιπλέον κομμάτια το "Shame the Devil" σε funky ύφος με γκόσπελ φωνητικά και το μελωδικό "Sweet Mistreater"
 
Για την ιστορία αξίζει να σημειώσουμε πως το 1978 η Purple Records πλησίαζε το τέλος της, ως δισκογραφική εταιρεία, με το “Northwinds” να είναι το τελευταίο νέο άλμπουμ που κυκλοφόρησε ενώ το συμβόλαιο του Coverdale μεταφέρθηκε στην EMI περίπου την περίοδο της κυκλοφορίας και σύντομα άρχισαν οι προετοιμασίες για τουρνέ ώστε να προωθηθεί το άλμπουμ και το νέο συγκρότημα. Το άλμπουμ εμπορικά απέτυχε μιας και έφτασε στο απογοητευτικό #78 στο Ηνωμένο Βασίλειο.

Επιπρόσθετα οι Whitesnake ξεκίνησαν την περιοδεία τους στις 3 Μαρτίου 1978, στο Lincoln, στην αρχή μιας χαμηλού προφίλ περιοδείας “επιστροφή στις ρίζες”, που πήγε πολύ καλά. Τόσο καλά που η EMI έβαλε βιαστικά το συγκρότημα σε στούντιο στη μέση της περιοδείας για να ηχογραφήσουν ένα νέο EP τεσσάρων τραγουδιών – την πρώτη επίσημη κυκλοφορία των WhitesnakeΣτο μεταξύ, το “Northwinds” παραμένει συνολικά ένα από τα καλύτερα άλμπουμ του Coverdale μέχρι σήμερα και μια υπενθύμιση από πού άρχισαν όλα.

Δώδεκα μήνες αργότερα η μπάντα έπαιζε στο Hammersmith Odeon και ο Coverdale είχε επιστρέψει στην κορυφή.... όπου έμεινε για πάντα!
 
Υ.Γ.1: Αρκετές εκδόσεις του "Northwinds" έχουν με διαφορετική σειρά τα τραγούδια του άλμπουμ ενώ κυκλοφόρησε μία λίστα που περιέχει κι άλλους τίτλους τραγουδιών όπως τα: “Sunrise To Sunset”, “Til The Sun Don’t Shine”, “It Would Be Nice” και “Love’s A Crazy Game”, τα οποία δεν ξέρουμε αν ηχογραφήθηκαν ποτέ ή έχουν χαθεί οι αντίστοιχες κόπιες.
 
Υ.Γ.2: Το εξώφυλλο αντανακλά τη συνολική αίσθηση του άλμπουμ. Το άγονο, βαλτώδες τοπίο με φωτογραφίες του Coverdale που φαινόταν να έχουν παρασυρθεί εκεί από τους βόρειους ανέμους. Υπήρχαν προβλήματα με το εξώφυλλο του “Northwinds” από την αρχή και το πρώτο εξώφυλλο – το οποίο στην πραγματικότητα έφτασε μέχρι και σε δοκιμαστική εκτύπωση – απορρίφθηκε και αντικαταστάθηκε από το πιο μελαγχολικό (και, όπως φαίνεται, εμπνευσμένο από τους Hypgnosis) τοπίο του βάλτου.

Αν και ακόμη και εδώ το εικαστικό ξαναφτιάχτηκε για τη δεύτερη εκτύπωση, καθώς το πρωτότυπο ήταν υπερβολικά σκοτεινό.) Με το αρχικό ένθετο και το εξώφυλλο με υφή, αυτό είναι πλέον πολύ συλλεκτικ

Φώτης Μελέτης